Τα μεσάνυχτα της 11ης Ιουνίου 2013 οι τηλεθεατές της παλιάς ΕΡΤ κοιμήθηκαν με απόλυτο μαύρο στην οθόνη του δέκτη. Το πρωί της 11ης Ιουλίου ξύπνησαν έχοντας παρακολουθήσει την ασπρόμαυρη «Κυρία δήμαρχο» του 1960 με τη Γεωργία Βασιλειάδου. Υστερα από έναν μήνα πολιτικών ελιγμών –για να μην οδηγηθεί η τότε συγκυβέρνηση σε πρόωρες εκλογές –η Δημόσια Τηλεόραση επέστρεφε 53 χρόνια πίσω. Και κάπως έτσι το «ΔουΤου» πέρασε στο αλμανάκ των νεολογισμών: ήταν δύο αρχικά που δεν γοήτευσαν ποτέ κανέναν. Η δυσκολία στην προφορά έκρυβε και το έλλειμμα στην προσφορά του τηλεοπτικού προϊόντος. Το καινούργιο ήταν φθαρμένο ήδη από τον αναμεταδότη του.

Ηταν οι ημέρες του φωτός και οι ημέρες του σκότους. Το πρωί οι πρώην εργαζόμενοι μετρούσαν εχθρούς και φίλους στους διαδρόμους του Ραδιομεγάρου. Το βράδυ τραγουδιστές και συνθέτες –που, ομολογουμένως, διακρίθηκαν στα έμμετρα ντέρτια της Μεταπολίτευσης –έδιναν μικρόφωνο στην αγανάκτηση με αυτοσχέδιες συναυλίες. Τα πανό πάσης φύσεως που αναρτήθηκαν στα κάγκελα του περιβόλου υποδείκνυαν και τα όρια του γαλατικού χωριού. Με την άδεια του Gil Scott Heron, ήταν μια επανάσταση που πάσχιζε να μεταδοθεί τηλεοπτικά, αλλά η συσκευή δεν ήταν στην πρίζα. Σαν μια διαστροφή της ιστορίας, το Διαδίκτυο μετέδιδε σε καθημερινή βάση τον αργό θάνατο της κρατικής τηλεόρασης. Το «κηδειόχαρτο» είχε τη δική του στατιστική του τρόμου: είχαν κλείσει πέντε τηλεοπτικά κανάλια, 27 ραδιοφωνικοί σταθμοί, μία ενημερωτική ιστοσελίδα και δύο μουσικά σύνολα. Αποτέλεσμα: 2.700 απολυμένοι για να κλειδώσουν τα «προαπαιτούμενα» προς την τρόικα.

Εξω δεν πάμε καλά

Ο ευρωπαϊκός Τύπος –με επικεφαλής τη «Λιμπερασιόν» –απάντησε στο «μαύρο» με μαύρα πρωτοσέλιδα. Και κάπως έτσι, με τις πρώτες συλλαβές των ξένων ανταποκριτών, σκοτώθηκε το καλοκαίρι της συγκυβέρνησης. Το επικοινωνιακό επιτελείο του Μαξίμου αναγνώρισε πολύ αργά ότι τα βέλη έρχονταν κυρίως από τις Βρυξέλλες και το Παρίσι, τραυματίζοντας την αξιοπιστία μιας ευρωπαϊκής κυβέρνησης που ήθελε να περάσει το μήνυμα της μεταρρύθμισης.

Ο πρόεδρος της EBU Ζαν Πολ Φιλιπό έγινε ο χειρότερος πρεσβευτής για την εικόνα της Ελλάδας, επιστρατεύοντας μια σύγκριση που διαπέρασε σαν ηλεκτροσόκ το πολιτικό κέντρο των Αθηνών: «Είναι η χειρότερη μορφή λογοκρισίας» δήλωνε χωρίς περιστροφές στην κάμερα της βελγικής ραδιοτηλεόρασης (RTBF). «Ακόμα και στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, μετά την είσοδο των ρωσικών στρατευμάτων στο ναζιστικό Βερολίνο, ο κρατικός σταθμός, με μια παύση περίπου 60 δευτερολέπτων, δεν έπαψε να εκπέμπει πρόγραμμα». Ο συμβολισμός παραήταν κοντά στους συμβολισμούς της Κουμουνδούρου, αλλά κανείς δεν μπορούσε να τον πάρει πλέον αψήφιστα.

Τα υπόλοιπα είναι Iστορία. Ο Φώτης Κουβέλης δεν άντεξε τον σταυρό της αριστερής συνείδησης και ο Αντώνης Σαμαράς δεν απάντησε επαρκώς για το σχέδιο της επόμενης ημέρας που ποτέ δεν έφτασε στη μικρή οθόνη. Εκείνο τον Ιούνιο η πραγματική αγωνία δεν ήταν καν το σκοτάδι που τύλιξε τα λογότυπα του Ραδιομεγάρου. Ηταν το σκοτάδι στο οποίο βυθίστηκαν πλάνα επί πλάνων, νομοσχέδια και συμβάσεις.

Το φάντασμα της Σαλαγκούδη

Με την αποστασιοποιημένη ματιά του 2015 μπορεί κανείς να ψελλίσει ότι η κατάσταση δεν ήταν τόσο δυσοίωνη εξαρχής. Η κυβέρνηση φάνηκε να πιστεύει ότι έχει την κοινωνία με το μέρος της. Το άτυπο non paper της περιόδου έλεγε ότι η «αναγκαστική ζαριά» του Σαμαρά ήταν το flipside στην αδράνεια του Α. Μανιτάκη, τότε υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης, να υποδείξει 2.000 αποχωρήσεις από το Δημόσιο. Στο κάτω κάτω, το Μαξίμου έδινε μάχη με τους «κηφήνες της παλαιάς ΕΡΤ», τους συνδικαλιστές που δεν υπομένουν τον ζυγό της αξιολόγησης και –διά στόματος Πρωθυπουργού –το «διεφθαρμένο καθεστώς» του Ραδιομεγάρου. Η εντύπωση ότι υπάρχει καλύτερη ΕΡΤ και τη θέλουμε κυριάρχησε στις αψιμαχίες με τα κόμματα της αντιπολίτευσης.

Αλλά το σλόγκαν της «ανανέωσης» ξέφτισε σαν κομματικό πανό που αχρηστεύεται από την πολυχρησία. Ναι, παλιότερα υπήρχε στρατός κηφήνων που βρήκε τρύπα και τρύπωσε. Ναι, παλιότερα κανείς δεν ήλεγχε τις υπέρογκες αμοιβές. Κι ύστερα, κι ύστερα; Κι ύστερα ήρθαν οι ελλείψεις, τα προσκόμματα και τελικώς η ανημπόρια ενός βιώσιμου πλάνου, για να παραφράσουμε την πετυχημένη σειρά του Κώστα Κουτσομύτη στην πάλαι ποτέ κραταιά ΕΡΤ. Στη νέα εποχή της ΔΤ δεν βρέθηκε ποτέ ο αντίστοιχος «Πύργος του Ντάουντον» που έκανε σουξέ στην προηγούμενη σεζόν (με πρόεδρο το Νίκο Σίμο και διευθύνοντα σύμβουλο τον Κώστα Σπυρόπουλο).

Η παρεμβατική τακτική του κυβερνώντος κόμματος ήταν η κατάρα που όλοι απεύχονταν και λιγότεροι αποθάρρυναν. Μεταξύ διαγωνισμών για τη στελέχωση της ΝΕΡΙΤ, ενστάσεων για ακύρωση και πρώτων προσλήψεων, η κυρίαρχη εντύπωση ήταν ότι η παλιά ασθένεια υποτροπιάζει. Ο κωδικός «Ανθή Σαλαγκούδη» επανήλθε απειλητικά από το πρόσφατο παρελθόν. Γόνος πρώην υφυπουργού της ΝΔ και με θέση επιρροής στο περιβάλλον τού τότε κυβερνητικού εκπροσώπου Σίμου Κεδίκογλου, είχε προσληφθεί το 2012 με ειδικό καθεστώς (ως προσωπικό ειδικών θέσεων) στην ΕΤ1. Με μηνιάτικο μάλιστα περίπου 3.500 ευρώ, αμοιβή που ελάμβανε αμέσως και κατ’ εξαίρεση της τακτικής που εφαρμόζει η τηλεοπτική πιάτσα οι συντελεστές της εκάστοτε παραγωγής να αμείβονται από την έναρξη του προγράμματος. «Από ένα σημείο και μετά όλοι κοιτάζονταν καχύποπτα ψάχνοντας την επόμενη Σαλαγκούδη πίσω από τοίχους» λέει σήμερα πηγή που θέλει να διατηρήσει την ανωνυμία της. Ακόμη και εις βάρος των ευάριθμων εργαζομένων που ήθελαν να βγάλουν πρόγραμμα; Ακόμη και εις βάρος αυτών.

Επιδημία παραιτήσεων

Το τσουνάμι αποχωρήσεων και παραιτήσεων ήταν το επόμενο επεισόδιο και παρέσυρε όλους τους ευσεβείς πόθους ότι «κάτι μπορεί να αλλάξει» στον καφκικό πύργο της Μεσογείων. Η αρχή έγινε με τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΝΕΡΙΤ Γιώργο Προκοπάκη, την αποπομπή του οποίου ζήτησε ομοφώνως το Εποπτικό Συμβούλιο, ενώ ακολούθησε η παραίτηση της επόμενης προέδρου Κατερίνας Ευαγγελάκου. Η τοξική βόμβα, ωστόσο, έπεσε με τις παραιτήσεις του τρίτου προέδρου της ΝΕΡΙΤ Αντώνη Μακρυδημήτρη και του αναπληρωτή διευθύνοντος συμβούλου Ροδόλφου Μορώνη. Η αφορμή, βοούσε το παρασκήνιο, ήταν η απόφαση της κυβέρνησης να μη μεταδοθεί η ομιλία του Αλέξη Τσίπρα στην περσινή Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης με το σκεπτικό ότι μεταδίδεται παγίως μόνο η συνέντευξη Τύπου. Η αποχώρηση και του Χρήστου Χωμενίδη, μέλους του Εποπτικού Συμβουλίου, ήταν απλώς ο μυθιστορηματικός επίλογος σε μια γκραν γκινιόλ ιστορία.

Οι καταγγελίες δεν άργησαν να γίνουν ιντερνετικό viral και να καταφέρουν ένα καίριο πλήγμα στη νεοπαγή ραδιοτηλεόραση: να αμφισβητήσουν, δηλαδή, την ανεξαρτησία της. Οι προσπάθειες να εφαρμοστούν αδιάβλητοι κανόνες επιλογής προσώπων σε όλα τα επίπεδα αποδείχθηκαν τελικά ανεδαφικοί. Η συγκυβέρνηση ΝΔ – ΠΑΣΟΚ τροποποίησε τον ιδρυτικό νόμο της ΝΕΡΙΤ περίπου έναν χρόνο από τη θέσπισή του και αντικατέστησε την πολυσύνθετη διαδικασία επιλογής των μελών του εποπτικού οργάνου της μέσω διαγωνισμού με την απευθείας ανάδειξή τους από τη διάσκεψη των προέδρων της Βουλής. Η πρόσφατη προεκλογική συνέντευξη του Πρωθυπουργού από τους δύο «φιλικούς προς τον συνεντευξιαζόμενο» δημοσιογράφους –κι αυτό ας θεωρηθεί ευφημισμός –ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι του ΣΥΡΙΖΑ.

Η επόμενη ημέρα

Σαν έτοιμη από καιρό, η Αγλαΐα Κυρίτση, υποψήφια βουλευτής Επικρατείας του κόμματος, προανήγγειλε την επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων σε πρόσφατη ραδιοφωνική εκπομπή της Ελλης Στάη, της τελευταίας εκφωνήτριας στο στούντιο της ΕΡΤ. Είχε προηγηθεί το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ τον Οκτώβριο του 2014: «Η επαναλειτουργία δεν σημαίνει σε καμία περίπτωση επιστροφή στα προ της 11/6 δεδομένα, αλλά αντίθετα θα γίνει στη βάση της πλούσιας αυτοδιαχειριστικής εμπειρίας που αποκτήθηκε κατά την εξάμηνη κατάληψη του Ραδιομεγάρου και των άλλων εγκαταστάσεων της ΕΡΤ σε ολόκληρη την Ελλάδα». Την ίδια στιγμή, απολυμένοι της ΕΡΤ που θέλουν να κρατούν το «πνεύμα» της ζωντανό μέσα από την ψηφιακή ERTOpen, που εκπέμπει διαδικτυακά από κτίριο απέναντι από το Ραδιομέγαρο, ευελπιστούν ότι την επομένη του εκλογικού αποτελέσματος θα αποκατασταθεί η αδικία που έγινε εις βάρος τους τον Ιούνιο του 2013.

Οι υποσχέσεις της μείζονος αντιπολίτευσης, πάντως, το τελευταίο διάστημα δεν είναι σε ευθεία αναλογία με τις προσδοκίες που καλλιέργησε σε μερίδα απολυμένων, πόσω μάλλον των συνδικαλιστικών εκπροσώπων τους. «Ο ΣΥΡΙΖΑ τους γύρισε την πλάτη» λένε κύκλοι του Ραδιομεγάρου και εκφράζουν την ανησυχία τους για την επόμενη μέρα των εκλογών που ενισχύεται από το γεγονός, όπως λέγεται, ότι ούτε και ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να τους διαχειριστεί. Το κλίμα ανησυχίας και ανασφάλειας πλανάται στις αίθουσες του κτιρίου σαν καπνός από τσιγάρα σε μια μουντή σύσκεψη στελεχών. «Υπάρχουν άνθρωποι που πιστεύουν ότι όσοι εργάζονται σήμερα στη ΝΕΡΙΤ είναι προδότες και δηλωσίες» λένε εργαζόμενοι, αναφέροντας ότι η τοξικότητα είναι διάχυτη.

Στο πρόσωπο της Κυρίτση (χωρίς να ξεχνάμε τον Κώστα Αρβανίτη) οι απολυμένοι του 2013 βλέπουν την ευκαιρία για την εφόρμηση –τηρουμένων των αναλογιών –στα χειμερινά ανάκτορα της τηλεθέασης. Και μάλιστα σχετικά γρήγορα: άνθρωποι που κινούνται στους διαδρόμους της ΝΕΡΙΤ αναμένουν θριαμβευτική είσοδο κλιμακίου της ΠΟΣΠΕΡΤ και ομοϊδεατών τους εάν το βράδυ της Κυριακής ο ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαιώσει τις πληροφορίες για άνετη νίκη. Οι υπόλοιποι –επίδοξοι υπάλληλοι, κυβερνητικοί, ανταποκριτές –περιμένουν το ξημέρωμα της 26ης Ιανουαρίου. Θα δει τότε η ΝΕΡΙΤ το καλύτερο όνειρό της; Ή τον χειρότερο εφιάλτη; Η ώρα της κρίσης έφτασε. Και μοναδικός σκοπός πρέπει να είναι άλλος. Να μην κοιμηθούν οι τηλεθεατές με το γκρίζο της αδράνειας και να μην ξυπνήσουν με μια ασπρόμαυρη ταινία σαν πρόταση για την τηλεόραση του μέλλοντός μας.