Οι δημοσκοπήσεις του τελευταίου δεκαημέρου, μια ενδεικτική επιλογή από τις οποίες δημοσιεύεται εδώ, πιστοποιούν τη συνεχιζόμενη ενίσχυση του δικομματισμού, ο οποίος ακόμη και ως πρόθεση ψήφου δείχνει να έχει ξεπεράσει ήδη το αθροιστικό ποσοστό ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούνιο του 2012 (56,6%). Σε σύγκριση μάλιστα με τις δημοσκοπήσεις στις αρχές του φθινοπώρου, η αύξηση του δικομματισμού αγγίζει περίπου το 10%, με αντίστοιχη συμπίεση της επιρροής των μικρότερων κομμάτων, αλλά και με περιορισμό της αδιευκρίνιστης ψήφου. Τα στοιχεία αυτά προδιαγράφουν ένα τελικό άθροισμα του δικομματισμού που θα προσεγγίσει το 65%, ενώ τα τέσσερα κόμματα που φαίνεται ότι έχουν εξασφαλίσει την είσοδό τους στη Βουλή (ΠΑΣΟΚ, ΚΚΕ, Το Ποτάμι και ΧΑ), μαζί με τα δύο που τη διεκδικούν (ΑΝΕΛ και Κίνημα Δημοκρατών Σοσιαλιστών) θα περιοριστούν περί το 25% – 28%.

Πάντως η αμφίπλευρη αύξηση του δικομματισμού δεν έχει αλλοιώσει ουσιαστικά τον συσχετισμό μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, με τον πρώτο να διατηρεί σταθερό προβάδισμα μεταξύ 3% και 4,5% –το οποίο ως τελική ψήφος μπορεί να οδηγήσει ακόμη και σε διαφορά της τάξης του 5%.

ΔΙΑΡΡΟΕΣ. Η κρισιμότερη μεταβολή που διασφαλίζει το προβάδισμα του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από την υψηλότερη συσπείρωση που εμφανίζει, αφορά κυρίως την απευθείας μετατόπιση πρώην ψηφοφόρων της ΝΔ, που δεν αναπληρώνεται από αντίστροφη μετατόπιση ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ προς τη ΝΔ. Παρότι η εκτίμηση των αντίστοιχων μετατοπίσεων είναι στατιστικά επισφαλής, η κοινή συνισταμένη των επιμέρους ερευνών δείχνει πως οι μετακινούμενοι προς τον ΣΥΡΙΖΑ από τη ΝΔ είναι περίπου τριπλάσιοι από όσους επιλέγουν την αντίστροφη διαδρομή. Ο ΣΥΡΙΖΑ σε σύγκριση με τη ΝΔ καρπώνεται επίσης ένα σχετικώς μεγαλύτερο μερίδιο από πρώην ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ αλλά και των ΑΝΕΛ, με βάση τόσο τις βουλευτικές του 2012 όσο και τις ευρωεκλογές. Ετσι, η σημερινή δημοσκοπική πρόθεση ψήφου προς τον ΣΥΡΙΖΑ κυμαίνεται κατά μέσο όρο περί το 30% με αυξητική τάση τις τελευταίες ημέρες, ενώ η αντίστοιχη πρόθεση ψήφου για τη ΝΔ δεν έχει ξεπεράσει μέχρι τώρα το 28%.

Η εικόνα που σκιαγραφήθηκε προηγουμένως αποτυπώνει πάντως μια σχετικώς στατική όψη του εκλογικού ανταγωνισμού. Η σταθερή, μεταξύ των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, διαφορά και η ταυτόχρονη και παράλληλη αυξητική τάση της είναι σπάνιο φαινόμενο σε ένα παγιωμένο δικομματικό σύστημα. Αντίθετα, στη σημερινή κατάσταση κομματικής ρευστότητας υποδηλώνει περισσότερο επιλογές που διαμορφώνονται στην τρέχουσα συγκυρία και υπό την επήρεια των διλημμάτων που κυριαρχούν στον δημόσιο λόγο. Γεγονός που εξηγεί και το σχετικώς υψηλό ποσοστό πολιτών που παραμένουν ακόμη αναποφάσιστοι.

Η τελευταία εβδομάδα της προεκλογικής εκστρατείας θα κρίνει, επομένως, αν ώς την ημέρα της κάλπης θα διαμορφωθεί εκλογικό ρεύμα προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Οι βουλευτικές εκλογές από το 2009 και μετά χαρακτηρίστηκαν από σημαντικά υπόγεια ρεύματα της τελευταίας στιγμής, σε αντίθεση με ό,τι συνέβαινε παλαιότερα, σε περιβάλλον παγιωμένου δικομματισμού. Σε ποια από τις δύο κατηγορίες θα ενταχθούν οι εκλογές της 25ης Ιανουαρίου θα το μάθουμε εκείνο το βράδυ.