Ποιος είπε ότι για να βρούμε τον θησαυρό που κρύβεται σε βάθος 55 μ. στον βυθό της θάλασσας στην ανατολική ακτή των Αντικυθήρων είναι απαραίτητος ο εξοπλισμός (μάσκα, βατραχοπέδιλα και μπουκάλες οξυγόνου) ή ακόμη καλύτερα το υπερσύγχρονο Εxosuit που έφθασε από την αντίπερα ακτή του Ατλαντικού για να κάνει την παρθενική του κατάδυση στις ελληνικές θάλασσες;

Μια βουτιά στα υπόγεια της οδού Πατησίων, στο άδυτο των αποθηκών του μεγαλύτερου μουσείου της Ελλάδας, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου (ΕΑΜ), αποκαλύπτει ένα σημαντικό μέρος του ναυαγίου, το οποίο πέρα από τον διάσημο και αινιγματικό Μηχανισμό δεν έκρυβε μόνο τον εντυπωσιακό Εφηβο ή τον χάλκινο κυνικό φιλόσοφο, αλλά και 24 μεγάλου μεγέθους μαρμάρινα αγάλματα που ουδέποτε παρουσιάστηκαν στο ευρύ κοινό.

«ΤΑ ΝΕΑ» «καταδύθηκαν» στην ημιυπαίθρια γλυπτοθήκη που βρίσκεται στην καρδιά του μουσείου και παρουσιάζουν τους πετρωμένους θεούς και ήρωες, λαβωμένους από τον χρόνο και το αλάτι της θάλασσας, αόρατους και παραγνωρισμένους πρωταγωνιστές ενός θησαυρού που έναν και πλέον αιώνα μετά την ανακάλυψή του εξακολουθεί να προσελκύει το ενδιαφέρον ειδικών και μη. «Τα αγάλματα που ώς τώρα έχουν βρεθεί ίσως φθάνουν και τα 40» λέει ο διευθύνων το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, δρ. Γεώργιος Κακαβάς.

Η ΕΚΘΕΣΗ. «Εξι αγάλματα από το ναυάγιο των Αντικυθήρων εκτίθενται μόνιμα στο αίθριο του μουσείου, μπροστά από το καφέ. Εξι είδατε για πρώτη φορά στην έκθεση – αφιέρωμα στο ναυάγιο. Μια έκθεση, πρέπει να σημειώσουμε, που είδαν περισσότεροι από ένα εκατομμύριο επισκέπτες στα δύο και πλέον χρόνια που διήρκεσε και αύξησε ορισμένους μήνες τους δείκτες επισκεψιμότητας έως και 81%.

Και 24 που δεν έχουν παρουσιαστεί ποτέ, μαζί με επιπλέον έξι βάσεις και σχεδόν 100 σπόλια (σ.σ. κομμάτια), τα οποία πιθανότατα ανήκουν σε αγάλματα που δεν γνωρίζουμε. Και βεβαίως υπάρχουν εκατοντάδες ακόμη αθέατα αντικείμενα, αγγεία, νομίσματα, γυάλινα σκεύη, αλλά και το σκελετικό υλικό από τέσσερα ενήλικα άτομα που επέβαιναν στο πλοίο. Αρκεί να σκεφθείτε ότι στην έκθεση παρουσιάστηκαν 378 αντικείμενα και στις αποθήκες έχουμε περισσότερα από 500».

Η σκάλα που βρίσκεται πίσω από την είσοδο του χώρου των περιοδικών εκθέσεων στους περισσότερους μπορεί να περνά απαρατήρητη.

Είναι όμως εκείνη που οδηγεί στη γοητευτική και απροσπέλαστη «κουζίνα» του μουσείου: στα εργαστήρια συντήρησης και στις αποθήκες του. Στο τέρμα της και αφού περάσουμε από το εργαστήριο όπου τα γλυπτά δέχονται τις πρώτες βοήθειες, μια μεγάλη αυλή «κρύβει» δεκάδες γλυπτά που δεν είχαν την τύχη να κατακτήσουν μια θέση στις αίθουσες του μουσείου ώστε να κερδίζουν τα βλέμματα θαυμασμού των επισκεπτών που φθάνουν από όλον τον κόσμο.

Στο βάθος της, κάτω από ένα υπόστεγο, στέκονται περισσότερα από 10 αγάλματα.

Με την πρώτη ματιά δείχνουν άμορφες μάζες. Οταν τα πλησιάζουμε όμως διαπιστώνουμε ότι βρισκόμαστε μπροστά σε έναν Οδυσσέα κομμένο σε δύο κομμάτια, σε δύο αγάλματα που απεικονίζουν τον Ερμή ακολουθώντας διαφορετικούς εικονογραφικούς τύπους, δύο γλυπτά της Αφροδίτης που αντιγράφουν πρωτότυπα έργα του Πραξιτέλη, έναν Απόλλωνα από τον οποίο λείπει το κρανίο (ήταν ένθετο και βρίσκεται σε μια άλλη αποθήκη), έναν πιθανό ομηρικό ήρωα που κάνει μια δραματική κίνηση, έναν σωματώδη Ηρακλή με το ρόπαλό του «ξαπλωμένο» σε μια γωνιά…

ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΑ. «Το ενδιαφέρον είναι ότι δεν έχουν διαρπαγεί, αλλά είναι προϊόντα παραγγελίας» εξηγεί τη σημασία του αθέατου συνόλου η επιμελήτρια της συλλογής Γλυπτών του ΕΑΜ, δρ Ελενα Βλαχογιάννη. «Πρέπει να ήταν παραγωγή του ίδιου εργαστηρίου από την Πέργαμο ή την Εφεσο διότι έχουν στυλιστικές ομοιότητες, και είτε αντιγράφουν κλασικά αγάλματα είτε είναι κλασικιστικές παραλλαγές.

Πρέπει επίσης να ήταν πολύ ακριβά, διότι η πρώτη ύλη τους ήταν παριανό μάρμαρο, υλικό που στον 1ο αι. π.Χ. ήταν σε έλλειψη. Και πιθανόν ορισμένα εξ αυτών ήταν μέρος ενός συνόλου που διηγούνταν ένα επεισόδιο από τα ομηρικά έπη τα οποία ήταν ιδιαιτέρως δημοφιλή στα υστεροελληνιστικά χρόνια, γι’ αυτό έχουμε για παράδειγμα δύο αγάλματα του Οδυσσέα».

Το αθέατο κομμάτι του θησαυρού – που ναυάγησε μόλις είχε βγει από το εργαστήριο, όπως δείχνουν τα στιλβωμένα μέρη των γλυπτών που διατηρούνται καλύτερα επειδή ήταν βυθισμένα στην άμμο – ωστόσο δεν έχει καν αφαλατωθεί, όπως εξηγεί ο συντηρητής του εργαστηρίου Γλυπτών Γιάννης Παναγάκος.

«Μπορούμε να μιλάμε για έναν δεύτερο θησαυρό. Είναι ταλαιπωρημένα από τους λιθοφάγους οργανισμούς και εύθρυπτα, η στήριξή τους δεν είναι εύκολη και βεβαίως δεν έχουμε χώρο. Αν είχαμε όμως την ευκαιρία να τα δούμε μαζί με όσα εκτίθενται θα αποκτούσαμε την πραγματική διάσταση του φορτίου βάρους 300 τόνων.

Και θα συνειδητοποιούσαμε ότι το συγκεκριμένο πλοίο δεν έθεσε μόνο τις βάσεις της ενάλιας αρχαιολογίας, αλλά ήταν και το πρώτο που μετέφερε αποδεδειγμένα έργα τέχνης ως εμπορικά προϊόντα και όχι ως πολεμική λεία» καταλήγει ο Γεώργιος Κακαβάς.