Τουλάχιστον ένας στους 25 κατάδικους στις ΗΠΑ στους οποίους επιβλήθηκε η θανατική ποινή τα τελευταία 30 χρόνια – συνολικά περίπου 300 άτομα – είναι πιθανό να ήταν στην πραγματικότητα αθώος, σύμφωνα με έρευνα.

Τα τελευταία χρόνια, δεκάδες θανατοποινίτες στις ΗΠΑ έχουν αθωωθεί προτού εκτελεστεί η ποινή τους. Το πραγματικό ποσοστό των άδικων καταδικαστικών αποφάσεων είναι όμως δύσκολο να υπολογιστεί, καθώς πολλές εσφαλμένες καταδίκες δεν αποκαλύπτονται ποτέ.

Επιπλέον, πολλές θανατικές καταδίκες μετατρέπονται στην πορεία σε ποινές ισόβιας κάθειρξης, ενώ σε άλλες περιπτώσεις ο κατάδικος πεθαίνει από φυσικά αίτια ή από αυτοκτονία πριν προλάβει να αποκαλυφθεί η αθωότητά του.

Σε μια προσπάθεια να υπερβεί αυτούς τους περιορισμούς, ο ποινικολόγος Σάμιουελ Γκρος του Πανεπιστημίου του Μίσιγκαν στο Αν Αρμπορ εφάρμοσε μια στατιστική μέθοδο που χρησιμοποιείται συνήθως στην επιδημιολογία.

Ο Γκρος και οι συνεργάτες του αξιοποίησαν δεδομένα από το μητρώο του αμερικανικού υπουργείου Άμυνας στο οποίο καταχωρούνται όλες οι θανατικές ποινές, καθώς και από μη κυβερνητικές οργανώσεις που συλλέγουν σχετικά στοιχεία. Η θανατική ποινή είχε επιβληθεί σε συνολικά 7.482 περιπτώσεις το διάστημα 1973-2004.

Οπως επισημαίνουν οι ερευνητές, στο ένα τρίτο των περιπτώσεων αυτών η θανατική ποινή μετατράπηκε τελικά σε ποινή ισόβιας κάθειρξης.

Στο σύνολο των 7.482 θανατικών ποινών, μόνο το 1,6% των καταδίκων τελικά αθωώθηκε. Σύμφωνα όμως με τους υπολογισμούς των ερευνητών, αν όλοι οι θανατοποινίτες κρατούνταν επ’ αόριστον χωρίς εκτέλεση ή αλλαγή της ποινής, τουλάχιστον το 4,1% τελικά θα αθωωνόταν.

Το ποσοστό αυτό μάλιστα πρέπει να υποτιμά την πραγματικότητα, καθώς πολλοί αθώοι κατάδικοι δεν καταφέρνουν ποτέ να αποδείξουν την αθωότητά τους.

Παρουσιάζοντας τα αποτελέσματά τους στην επιθεώρηση PNAS, οι ερευνητές τονίζουν ότι τα συμπεράσματά τους ισχύουν μόνο για τη θανατική ποινή και όχι σε ελαφρύτερες ποινές. Υποψιάζονται πάντως ότι το ποσοστό των εσφαλμένων καταδικαστικών αποφάσεων πρέπει να είναι αντίστοιχα μεγάλο και σε άλλες ποινές για σοβαρά εγκλήματα.

Το περίεργο είναι ότι, όσο περισσότερο διατηρείται η θανατική ποινή, τόσο πιθανότερο είναι να αθωωθεί τελικά ο κατάδικος. Σύμφωνα με τους ερευνητές, αυτό συμβαίνει επειδή οι δικαστικές αρχές, σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν άδικες εκτελέσεις, δίνουν στους θανατοποινίτες καλύτερη πρόσβαση σε νομική εκπροσώπηση και διαθέτουν περισσότερους πόρους σε τέτοιες υποθέσεις.

Το παράδοξο που αναδεικνύεται είναι ότι η μετατροπή της θανατικής ποινής σε ποινή ισόβιας κάθειρξης μειώνει την πιθανότητα αθώωσης, καθώς σε αυτές τις περιπτώσεις ο κατάδικος χάνει την ισχυρή νομική εκπροσώπηση που απολάμβανε ως θανατοποινίτης.

Αυτό σημαίνει ότι η μετατροπή της ποινής είναι ευχή και κατάρα για τους τυχόν αθώους κατάδικους: από τη μία γλιτώνουν τη ζωή τους, από την άλλη χάνουν την ευκαιρία να αποδείξουν την αθωότητά τους.