Είσαι… όπως σε περιγράφουν οι διεθνείς ταξιδιωτικοί οδηγοί. Και αυτό αφού σε αδρές γραμμές συνήθως συμπυκνώνουν τα βασικά ήθη και τις συνήθειες ενός λαού και ενός τόπου. Μια περιήγηση, λοιπόν, σε μία σειρά ταξιδιωτικών εγχειριδίων είναι αρκετή για να επιβεβαιωθεί ότι σχεδόν όλοι ιεραρχούν την εξής πληροφορία: οι Ελληνες τρώνε αργά. Για την ακρίβεια οι Ελληνες τρώνε πολύ αργά τη νύχτα. Για την ακρίβεια, οι μικρές μας ιστορίες συνεχίζουν να γράφονται αργά, αφού ακόμη και η νυχτερινή έξοδος συχνά αρχίζει μετά τις 02.00 (τα μεγάλα club ανοίγουν τις πόρτες τους στη 01.00, όχι τυχαία).

Αυτή η συλλογική συνήθεια μοιάζει παράλογη για τον μέσο δυτικό πολίτη που τρώει νωρίς, πέφτει νωρίς, τρώει πρωινό (σε αντίθεση με εμάς που δεν το έχουμε και στην καθημερινή ατζέντα μας) και διαχωρίζει ως ένα βαθμό το όποιο γλέντι από την τελετουργία του φαγητού.

Εδώ όμως τα πράγματα, ακόμη και στην Ελλάδα της κρίσης, είναι διαφορετικά. Θυμίζουμε τα χρόνια της πρώιμης ευμάρειας της δεκαετίας του ’90, όταν μία σειρά fan εστιατορίων (η μόδα ξεκίνησε από τη Μύκονο με το Sea Satin και επεκτάθηκε ακόμη και στην Αράχοβα στην Παναγιώτα) μετατρεπόταν από κάποια ώρα και μετά σε… παράρτημα club αφού οι γόβες έκαναν πιρουέτες ζεϊμπέκικου πάνω από τη σαλάτα με τη ρόκα και το τασάκι με το πούρο.

Και αν η αλήστου μνήμης εποχή μοιάζει μακρινή –κρίση γαρ –ας σημειώσουμε τα νέα ήθη: ο άξονας της διασκέδασης μετακινήθηκε αρκετά από το κλασικό Σάββατο (σήμερα τα δευτερότριτα σε θέατρα ή μικρά μπαρ αποτελούν την πιο δημοφιλή εκδοχή εξόδου), το πάρτι ρεφενέ σε σπίτια αποτελεί την κυρίαρχη τάση αλλά το φαγητό αργά (μετά το θέατρο ή το σινεμά) συνεχίζει να αποτελεί την κυρίαρχη συνήθεια ή μάλλον μία από τις νότες που παραμένουν «φάλτσες» στον καμβά της ομογενοποίησης της καθημερινότητας.

Και η σύγχρονη συνήθεια που θέλει τον Ελληνα να διασκεδάζει μετά φαγητού –είπαμε, πολύ αργά πάντα –έχει τη δική της παράδοση που αντίκειται σε όλους τους διατροφικούς κώδικες. Η συνήθεια είναι παλιά και χάνεται στα βάθη της Ιστορίας με όλους τους μετασχηματισμούς ανά περίοδο.

Οι αρχαίοι Ελληνες, ας πούμε, διοργάνωναν τα περίφημα συμπόσια που άρχιζαν το απόγευμα και κρατούσαν μέχρι αργά. Εδώ, άξονας ήταν το κρασί και το φαγητό, αλλά πάνω από όλα η συζήτηση και το σεξ. Από το «Συμπόσιο» του Πλάτωνα εξάλλου μαθαίνουμε τις ενδιαφέρουσες απόψεις του Σωκράτη και άλλων συνδαιτυμόνων για τον Ερωτα. Οι αρχαίοι Ελληνες έδιναν σημασία στα συμπόσια, κάτι που φαίνεται και από τους ανδρώνες των σπιτιών, που ήταν διαμορφωμένοι χώροι για τις συνεστιάσεις.

Το φαγητό και το γλέντι ήταν όψεις και των δημόσιων γιορτών. Εδώ βέβαια ιεραρχούνταν το φαγητό, εδώ βρίσκουμε και κάτι από τα μεταγενέστερα και γνωστά μας πανηγύρια (άλλο τα Μεγάλα Παναθήναια, άλλο το πανηγύρι του Αϊ-Συμιού στο Μεσολόγγι, αλλά είπαμε οι μετασχηματισμοί στον ιστορικό ρου είναι κάτι που δεν μπορείς να αγνοήσεις). Και φτάνουμε στο σήμερα, που το φαγητό είναι ταυτόχρονα και διασκέδαση και σπορ για τη βαθιά νύχτα –ακόμη και αν το μικρό πια πορτοφόλι μας κάνει το σπορ αυτό «κλειστού χώρου», σε σπίτια φίλων και ταράτσες.