«Αυτός ο καταξιωμένος που έγραψε πάνω από 30.000 χρονογραφήματα και αμέτρητα ρεπορτάζ και ταξιδιωτικές εντυπώσεις (…), αυτός που γνώρισε την εκτίμηση όλων σχεδόν των παραγόντων της πολιτικής και πνευματικής ζωής της χώρας μέσα στον προηγούμενο αιώνα, ήταν ο πιο ανθρώπινος, ο πιο οικείος, ο πιο καλοσυνάτος συνάδελφος και το έδειχνε έμπρακτα με τον καλό του ζεστό λόγο» γράφει ο δημοσιογράφος Βίκτωρ Νέτας στην εισαγωγή του βιβλίου του με τίτλο «Ο νοσταλγός της Πόλης – Παύλος Παλαιολόγος – Μια ζωή με παστρικά χέρια», αφιερωμένο σε έναν συνάδελφο που άφησε εποχή στη δημοσιογραφία.

Το βιβλίο αρχίζει με ένα πολύτιμο χρονολόγιο που διατρέχει σχεδόν έναν ολόκληρο αιώνα, από το 1895 όταν γεννήθηκε ο Παύλος Παλαιολόγος στο προάστιο της Κωνσταντινούπολης Χρυσοκέραμος – το τουρκικό Κουσκουτζούκι – μέχρι τον θάνατό του τον Δεκέμβριο του 1984, ενώ παράλληλα αναφέρονται όλα τα ιστορικοπολιτικά γεγονότα που σημάδεψαν την εποχή του. Και συνεχίζεται με τη ζωή του έτσι όπως την αφηγήθηκε ο ίδιος στον Βίκτωρα Νέτα. Διανθίζεται επίσης με αποσπάσματα από γραπτά του και αναμνήσεις του συγγραφέα που μοιράστηκε μαζί του το ίδιο γραφείο στα «ΝΕΑ» και αργότερα στην «Πρωινή Ελευθεροτυπία».

Συνεργάτης των εφημερίδων «Το Βήμα» και «ΤΑ ΝΕΑ» και του περιοδικού «Ταχυδρόμος» από την πρώτη του έκδοση το 1954, ο Παύλος Παλαιολόγος υπήρξε ο τελευταίος καθαρόαιμος έλληνας χρονογράφος, ο οποίος πήρε τη σκυτάλη από τον Σπύρο Μελά. Είχαν προηγηθεί οι δάσκαλοι του είδους Γιάννης Κονδυλάκης και Παύλος Νιρβάνας που καλλιέργησαν το χρονογράφημα από τις αρχές του 20ού αιώνα.

Ο Παλαιολόγος είχε πει: «Το χρονογράφημα χρειάζεται ψυχή, φιλοσοφική διάθεση και αγάπη για τον άνθρωπο». Ο ίδιος τα διέθετε και με το παραπάνω. Χρησιμοποιούσε πάντα μολύβι Faber Νο 2 για να μπορεί κάνει τις απαραίτητες διορθώσεις προτού παραδώσει το γραπτό του. Η γραφή του ήταν μιας άλλης εποχής. Κομψή, ανάλαφρη, επιτηδευμένη, με φράσεις σύντομες, διανθισμένες με δηκτικά ευφυολογήματα. Ο Παύλος Παλαιολόγος έφυγε στα 89 του χρόνια «έχοντας δουλέψει 70 ολόκληρα χρόνια με μεράκι, ευσυνειδησία και ζωτικότητα νεοφώτιστου και εραστή, υπηρετώντας όλα τα είδη της δημοσιογραφίας» σημειώνει ο συγγραφέας.