Ο διεθνής αντίκτυπος από τις αποκαλύψεις για τις δεκάδες υπεράκτιες εταιρείες που διατηρούν σε φορολογικούς παραδείσους, όπως οι Βρετανικές Παρθένοι Νήσοι, συγγενείς των κινέζων ηγετών, διευρύνεται. Την ίδια ώρα η ηγεσία στο Πεκίνο προσπαθεί να κρατήσει τις πληροφορίες αυτές μυστικές από τον κινεζικό λαό που ήδη αντιδρά για την εκτεταμένη κρατική διαφθορά και το χάσμα των ανισοτήτων.

Οι αποκαλύψεις από τα έγγραφα που δημοσιοποίησε η Διεθνής Σύμπραξη Ερευνητών Δημοσιογράφων συνεχίζονται και αναδεικνύουν πως τα στελέχη των τριών μεγάλων επιχειρήσεων ενέργειας –τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν σπουδάσει στη Δύση –δημιούργησαν δεκάδες οφσόρ εταιρείες για να κρύβουν κεφάλαια στα νησιά Κουκ, τις Βρετανικές Παρθένους Νήσους και άλλους φορολογικούς παραδείσους μεταξύ 1995 και 2008. Δημοσιογράφοι από μεγάλες ξένες εφημερίδες που συνεργάστηκαν για την επεξεργασία αυτών των εκατομμυρίων εγγράφων, ζήτησαν από τις εταιρείες Sinopec και Petrochina, που είναι από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις ενέργειας παγκοσμίως, να σχολιάσουν το σύστημα των φορολογικών παραδείσων, όμως υπήρχε πλήρης άρνηση. Ετσι δεν μπορεί να διευκρινιστεί ο σκοπός για τον οποίο δημιουργήθηκαν τόσες οφσόρ εταιρείες, εάν εξυπηρετούν απόκρυψη περιουσιακών στοιχείων ή εάν η κινεζική κυβέρνηση (ή κάποιοι αξιωματούχοι) γνώριζαν την ύπαρξή τους.

Η αλήθεια είναι ότι η δύναμη του ενεργειακού τομέα είναι τόσο μεγάλη ώστε ορισμένοι αναλυτές κάνουν λόγο για την ύπαρξη μιας «φράξιας του πετρελαίου» μέσα στο κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα, η οποία απαρτίζεται από όσους έχουν διατελέσει σε στελεχικές θέσεις στις εταιρείες αυτές και στον κομματικό μηχανισμό. Το πετρέλαιο υπήρξε η αιχμή του δόρατος που διατήρησε την οικονομική ανάπτυξη την τελευταία δεκαετία (9% κατά μέσο όρο) στην Κίνα. Η ενεργειακή «τριάδα» αποτελείται από την Petrochina που απασχολεί 1,7 εκατομμύρια εργαζομένους, τη Sinopec που βρίσκεται ανάμεσα στις δέκα μεγαλύτερες εταιρείες στον κόσμο όσον αφορά τη χρηματιστηριακή τους αξία και την CNOOC που εκμεταλλεύεται υποθαλάσσια κοιτάσματα.

ΔΙΑΡΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. Οι τρεις εταιρείες πετρελαιοειδών έχουν πραγματοποιήσει μία από τις μεγαλύτερες και ταχύτερες επεκτάσεις παγκοσμίως. Από το 2002, όταν στο 16ο Συνέδριο του ΚΚ Κίνας ο πρώην πρόεδρος Γιανγκ Ζεμίν κήρυξε την πολιτική του «ανοίγματος», οι κινεζικές πετρελαϊκές εταιρείες επιχειρούν σε περισσότερες από 30 χώρες και σε τουλάχιστον 20 εξ αυτών έχουν σημαντική συμμετοχή στην παραγωγή πετρελαίου.

Η πολιτική του «ανοίγματος» ενισχύθηκε πέντε χρόνια αργότερα, στο 17ο Συνέδριο του ΚΚ Κίνας, από τον πρόεδρο Χου Τζιντάο και οι πετρελαϊκές εταιρείες είχαν την αμέριστη χρηματοδοτική υποστήριξη μεγάλων κρατικών τραπεζών, με τα εκατομμύρια να ρέουν. Τότε εφαρμόστηκε και η περίφημη «διπλωματία του πετρελαίου» που έβαλε την κινεζική εξωτερική πολιτική στη διάθεση των εταιρειών ενέργειας. Πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι η τακτική αυτή δείχνει πως τα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη συμφώνησαν στο να δοθεί περισσότερη αυτονομία στις εταιρείες, καθώς και στην οικονομική τους διαχείριση, γεγονός που άνοιξε τον δρόμο για τη μεταφορά κεφαλαίων σε φορολογικούς παραδείσους. Μάλιστα, μέρος της επέκτασης των τριών μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών (όπως οι εξαγορές της Petrochina στο Περού το 1992 και στο Σουδάν και στη Βενεζουέλα το 1996) έγινε χωρίς καν την προηγούμενη έγκριση του Πολιτικού Γραφείου.

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ «ΒΡΑΖΙΛΙΑ». Με ποικίλους βαθμούς αυτονομίας, υπάρχουν περιστάσεις που κάνουν σαφές το στενό πλαίσιο της σχέσης μεταξύ της εξουσίας και της βιομηχανίας πετρελαίου. Ενα παράδειγμα είναι η συμφωνία μεταξύ της Sinopec και της ισπανικής εταιρείας πετρελαίου Repsol στη Βραζιλία. Οταν το 2009 η Sinopec εμφάνισε άσχημα αποτελέσματα λόγω της αδυναμίας να αυξήσει τις τιμές των καυσίμων (εξαιτίας κυβερνητικής απόφασης), ο πρόεδρος Σου Σουλίν αποφάσισε να προχωρήσει σε μια μεγάλη διεθνή επιχείρηση. Η Sinopec πρωταγωνίστησε σε μία από τις μεγαλύτερες εξαγορές στον κλάδο το 2010 με την αγορά από τη Repsol του 40% των ενεργειακών περιουσιακών στοιχείων της στη Βραζιλία έναντι 7 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Μετά την κίνηση αυτή ο Σου Σουλίν προωθήθηκε στην αντιπροεδρία του ΚΚ Κίνας και ορίστηκε κυβερνήτης της επαρχίας Φουτζιάν, μίας από τις πλέον εύπορες της χώρας. Επιβραβεύτηκε ως εκείνος που κατόρθωσε να συνδυάσει την επιχειρηματική επιτυχία με την προάσπιση των συμφερόντων του Κόμματος: δεν αύξησε τις τιμές των καυσίμων στην εσωτερική αγορά –κάτι που θα προκαλούσε τη λαϊκή δυσαρέσκεια –ενώ ταυτόχρονα πέτυχε τον στόχο του «ανοίγματος» στη διεθνή αγορά.

Διψάει για πετρέλαιο

Ο πετρελαϊκός τομέας γιγαντώθηκε προκειμένου να ικανοποιήσει την τεράστια όρεξη της Κίνας για ενέργεια: η χώρα έως το 1993 έκανε εξαγωγές, ενώ σήμερα, 20 χρόνια αργότερα, είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο.

Φίμωτρο στο Διαδίκτυο

Μπλοκαρισμένες συνεχίζουν να παραμένουν στην Κίνα οι ιστοσελίδες των εφημερίδων που αποκάλυψαν τις υπεράκτιες κρυψώνες της κομματικής ολιγαρχίας που πλουτίζει από το κινεζικό οικονομικό θαύμα. «Από τη σκοπιά του αναγνώστη, η λογική του άρθρου είναι αδύναμη και δεν μπορεί παρά να εγείρει ερωτήματα σχετικά με τα κρυφά κίνητρα», δήλωσε εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών.