Η τραγική μοίρα εκατοντάδων Αφρικανών που πνίγηκαν κοντά στο ιταλικό νησάκι Λαμπεντούζα τον περασμένο Οκτώβριο απασχόλησε όλα τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, προκαλώντας μια σπάνια στιγμή συμπόνιας και στοχασμού για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι μετανάστες. Ωστόσο, το μόνο στοιχείο που έκανε διαφορετική αυτήν την τραγωδία σε σχέση με τις υπόλοιπες ήταν ο αυξημένος αριθμός των θυμάτων. Για τους κατοίκους της Λαμπεντούζα, τα ναυάγια με πρόσφυγες ή μετανάστες είναι κάτι το συνηθισμένο: μία εβδομάδα μετά, ένα πλοίο που μετέφερε σύρους και παλαιστίνιους πρόσφυγες ανατράπηκε στα ανοικτά του νησιού, με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους 30 άνθρωποι.

Το 2013 αποδείχθηκε, λες και χρειαζόταν και άλλη απόδειξη, ότι αυτές οι τραγωδίες δεν περιορίζονται στις ευρωπαϊκές ακτές της Μεσογείου. Τον περασμένο Νοέμβριο περίπου 30 πολίτες της Αϊτής χάθηκαν, όταν το σκάφος τους βυθίστηκε καθ’ οδόν προς τις Ηνωμένες Πολιτείες –ήταν η τρίτη τραγωδία στη Βόρεια Καραϊβική από τον Οκτώβριο. Κατά μήκος των συνόρων ΗΠΑ – Μεξικού, η εφαρμογή εξελιγμένων μεθόδων συνοριακών ελέγχων έκανε πολλούς μετανάστες να πεθάνουν από την πείνα και την εξάντληση καθώς επιχειρούσαν να διασχίσουν την αμερικανική έρημο. Στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ασίας, εκατοντάδες μετανάστες και πρόσφυγες πνίγηκαν το 2013 στον Κόλπο της Βεγγάλης προσπαθώντας να φθάσουν στην Αυστραλία.

Τα πλούσια κράτη έρχονται αντιμέτωπα με το πρόβλημα της υιοθέτησης συνοριακών ελέγχων που δεν θα ανταποκρίνονται μόνο στις ανάγκες των πολιτών τους αλλά συγχρόνως θα ικανοποιούν μια συνθήκη ευθύνης απέναντι σε εκείνους που προσπαθούν να εισέλθουν στο έδαφός τους. Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Από τότε που εφευρέθηκαν τα εθνικά σύνορα, οι άνθρωποι τα διασχίζουν νόμιμα ή παράνομα. Οποτε το έκαναν αναζητώντας μια καλύτερη ποιότητα ζωής ή για να ξεφύγουν από πολέμους ή φυσικές καταστροφές, οι χώρες υποδοχής αντέδρασαν με ένα μείγμα καλωσορίσματος και επιφυλακτικότητας.

Οι χώρες που κλείνουν τα σύνορά τους υποχρεώνουν απελπισμένους ανθρώπους, τους οποίους εκμεταλλεύονται κυνικοί δουλέμποροι, να αναλάβουν μεγαλύτερους κινδύνους για να τα διασχίσουν. Οπως είχε επισημάνει ο Διεθνής Οργανισμός για τη Μετανάστευση μετά την τραγωδία της Λαμπεντούζα, η ενίσχυση των συνοριακών ελέγχων «δεν συμβάλλει μακροπρόθεσμα στη μείωση του μεταναστευτικού ρεύματος στη Νότια Ευρώπη. Αντίθετα, οι μετανάστες αρχίζουν να ψάχνουν εναλλακτικές και πιο επικίνδυνες διόδους με αποτέλεσμα την αύξηση των θυμάτων».

Φυσικά, δεν είναι όλοι οι μετανάστες πρόσφυγες, ούτε χρειάζονται όλοι προστασία. Πράγματι, ακόμη και μετανάστες στο ίδιο πλοίο μπορεί να έχουν διαφορετικούς λόγους –είναι κάτι που οι ειδικοί αποκαλούν «μεικτή μετανάστευση». Αντιμέτωπα όμως με μια περίπλοκη κατάσταση, τα κράτη αντιμετωπίζουν συνήθως τους μετανάστες που θεωρούν ανεπιθύμητους με τη λογική του τύπου «έξω από ‘δώ, μη μας απασχολείτε». Αυτό συμβαίνει κυρίως όταν τα αντιμεταναστευτικά συναισθήματα στο εσωτερικό φουντώνουν –συνήθως κατά τη διάρκεια οικονομικών κρίσεων όπως αυτή που έχει λήξει σήμερα πολλές περιοχές του πλανήτη.

Εστιάζοντας στον έλεγχο συνόρων και μόνο –μια ιδιαίτερα ανησυχητική τάση σήμερα –καταλήγουμε να θεωρούμε τους μετανάστες ανεπιθύμητους παραβάτες προτού ακόμη ελέγξουμε τους λόγους που τους οδήγησαν έως τα σύνορά μας. Επιπλέον, αποθαρρύνονται οι πολίτες από το να προσφέρουν τη βοήθειά τους σε αυτούς που την έχουν ανάγκη: σύμφωνα με διάφορες αναφορές, οι ψαράδες στη Μεσόγειο αποφεύγουν τα πλοία των μεταναστών που κινδυνεύουν επειδή φοβούνται ότι θα δεχθούν επιπλήξεις από τις περιπόλους των ευρωπαϊκών συνόρων.

Πρέπει να κατανοήσουμε την απελπισία αυτών των ανθρώπων που επιχειρούν ένα τέτοιο ταξίδι. Από τους γνωστούς τους ή τα μέσα ενημέρωσης, ξέρουν πολύ καλά τι τους περιμένει. Γνωρίζουν πολύ καλά τους κινδύνους και έχουν φθάσει στα αυτιά τους τρομακτικές ιστορίες. Βλέποντας ότι οι ελπίδες τους να περάσουν τα σύνορα είναι πολύ περιορισμένες, θέτουν τους εαυτούς τους στο έλεος αδίστακτων δουλεμπόρων τους οποίους τις περισσότερες φορές υποχρεώνονται να πληρώσουν αδρά. Συνωστίζονται σε επικίνδυνα πλοία που σχεδόν βουλιάζουν από το βάρος. Ταξιδεύουν τη νύχτα όταν δεν μπορεί να τους δει η συνοριακή αστυνομία –ούτε και οι ομάδες διάσωσης.

Είναι εξίσου σημαντικό να δουν οι κυβερνήσεις τη μετανάστευση ως μια βαθιά εγγενή διάσταση της ανθρώπινης περιπέτειας. Μέσω της μετανάστευσης, οι άνθρωποι μοιράστηκαν την επίγνωση της θλίψης, της ελπίδας και της συμπόνιας. Πράγματι, αυτή η επίγνωση ενέπνευσε κάποιες από τις πιο γενναίες εκδηλώσεις αλληλεγγύης της διεθνούς κοινότητας όπως τη Συνθήκη για τους Πρόσφυγες του 1951, με την οποία ορίζεται το δικαίωμα ενός ανθρώπου να αναζητήσει έναν ασφαλή παράδεισο πέρα από τα σύνορα.

Η συνεχιζόμενη αύξηση των θανάτων των μεταναστών θέτει προς επίλυση έναν γόρδιο δεσμό: καθώς οι μετανάστες εξωθούνται να αναζητήσουν βοήθεια στα δίκτυα των δουλεμπόρων, σύρονται στις πλέον γκρίζες ζώνες της απάντησης της διεθνούς κοινότητας. Για παράδειγμα, η συνοριακή αστυνομία της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν διαθέτει μια σαφή πολιτική έρευνας και διάσωσης για τα πλοία που είναι γεμάτα μετανάστες και κινδυνεύουν. Τα κράτη-μέλη της ΕΕ δεν μπορούν να συμφωνήσουν σε μια κοινή πολιτική παρά το γεγονός ότι στις πρόσφατες συζητήσεις στις Βρυξέλλες σημειώθηκε κάποια πρόοδος.

Καθώς αρχίζει το 2014, ο κόσμος πρέπει να αναλάβει ξεκάθαρα τις ευθύνες του για να αποφύγουμε και άλλες τραγωδίες. Ως διεθνής κοινότητα, οφείλουμε στους μετανάστες και τους πρόσφυγες περισσότερη συμπόνια. Διαφορετικά, θα συνεχίσουμε να ξυπνάμε κάθε τόσο και να βρίσκουμε έναν τάφο στις ακτές μας.

Ο Κόφι Ανάν είναι πρώην γενικός γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών, δημιουργός του Ιδρύματος Κόφι Ανάν και επικεφαλής των Οργανώσεων The Elders και Africa Progress Panel