Ο εικαστικός και ποιητής που με το έργο και τον κοσμοπολιτισμό του σφράγισε την πνευματική ζωή της Θεσσαλονίκης, ο Κάρολος Τσίζεκ, πέθανε σε ηλικία 91 ετών και κηδεύτηκε χθες, λίγο καιρό μόλις μετά την έκδοση του αυτοβιογραφικού του βιβλίου «Η λιμνοθάλασσα της Γεωργικής Σχολής και άλλες αφηγήσεις» (εκδ. Κίχλη).

Με καταγωγή από τη Βοημία, ο ζωγράφος, γραφίστας, μεταφραστής και ποιητής γεννήθηκε στην Ιταλία, αλλά ζούσε στη Θεσσαλονίκη από το 1929, όπου φοίτησε στο Ιταλικό Σχολείο της πόλης. Συνέδεσε μάλιστα την πορεία του με δύο θεσσαλονικιώτικα περιοδικά που έγραψαν Ιστορία: τον «Κοχλία» του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη και τη «Διαγώνιο» του Ντίνου Χριστιανόπουλου.

Πολύγλωσσος –μιλούσε ρώσικα, τσέχικα, σλοβάκικα, ιταλικά και άψογα ελληνικά και μετέφραζε από αυτές τις γλώσσες -, σπούδασε Ιστορία, Αρχαιολογία, Ιταλική Γλώσσα και Φιλολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, όπου από το 1961 έως το 1988 δίδαξε στο Τμήμα Ιταλικής Γλώσσας και Φιλολογίας.

Το 1940 γνωρίστηκε με τον συγγραφέα και ζωγράφο Νίκο – Γαβριήλ Πεντζίκη και υπήρξε βασικός συνεργάτης του ιστορικού περιοδικού «Κοχλίας» (1945-1948), το οποίο διηύθυνε ο Γιώργης Κιτσόπουλος με τη βοήθεια του Γιάννη Σβορώνου και συνεργάτες, μεταξύ άλλων, τους Ζωή Καρέλλη, Γιώργο Θέμελη, Τάκη Βαρβιτσιώτη.

Η συνεργασία του Κάρολου Τσίζεκ με τον Ντίνο Χριστιανόπουλο στην καλλιτεχνική επιμέλεια του περιοδικού «Διαγώνιος» (1958-1983) υπήρξε η απαρχή μιας σπουδαίας πορείας στον σχεδιασμό και στην επιμέλεια εκδόσεων.

Στο μεταξύ, είχε κάνει από το 1944 την πρώτη του εμφάνιση ως ζωγράφος –κυρίως με σχέδια, μονοτυπίες και κολάζ, για να ακολουθήσουν ατομικές εκθέσεις και συμμετοχές σε ομαδικές τής «Διαγωνίου».

Το 1987 ο Τσίζεκ απέκτησε την ελληνική ιθαγένεια, ενώ από το 2000 και μετά τιμήθηκε τόσο από την Ελλάδα όσο και από την Ιταλία και την Τσεχία.