Σαν εκδήλωση, δεν είχε και πολλά να ζηλέψει από αντίστοιχες του Ευρωκοινοβουλίου των Βρυξελλών. Αίθουσα με τεχνολογία αιχμής, σχεδόν εκατό ακροατές (κοινοτικοί υπάλληλοι ή φιλομαθείς ντοκιμενταρίστες, όχι όμως και πολλοί επίτροποι), αποστολή χαιρετισμού του έλληνα υπουργού Πολιτισμού, αλλά και δύο επιφανείς διοργανωτές: την ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας Ρόδη Κράτσα και τον πρόεδρο της Ελβετικής Επιτροπής για την επιστροφή των Γλυπτών του Παρθενώνα Ντούσαν Σιντγιάνσκι, που πήραν την πρωτοβουλία για τη στρογγυλή τράπεζα της περασμένης Τρίτης, με τίτλο «Η επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα: ένα ευρωπαϊκό ζήτημα».
Πρώτη ομιλήτρια, η κ. Κράτσα τόνισε ότι «η επιστροφή των Μαρμάρων αποτελεί μια ηθική υποχρέωση για ολόκληρη την Ευρώπη». Δεν συζητάμε, εξήγησε, για ένα ζήτημα επαναπατρισμού, αλλά «για την αποκατάσταση του μνημείου, με την επιστροφή τεμαχίων που βίαια αποσπάσθηκαν από τον λόρδο Ελγιν».
Σε βιντεοσκοπημένο μήνυμά της, η επίτροπος για τον Πολιτισμό, Ανδρούλλα Βασιλείου, θυμήθηκε ότι η ΕΕ συνέβαλε στην ανέγερση του Μουσείου της Ακρόπολης και τόνισε ότι «ο Παρθενώνας είναι σύμβολο δύναμης και επιβίωσης της Ελλάδας». Ο άγγλος ιστορικός τέχνης Τομ Φλιν χαρακτήρισε τα Γλυπτά όχι απλώς αξιοθέατα, αλλά «αντικείμενα πολιτισμού που μπορούν να μας ενώσουν σε περιόδους αναταραχής», ενώ ο ευρωβουλευτής και πρόεδρος της Διεθνούς Ευρωπαϊκής Κίνησης, Γιο Λάινεν, μνημόνευσε μέχρι και τον Βίλι Μπραντ, που λίγο πριν από την πτώση του Τείχους του Βερολίνου είχε δηλώσει: «Πρέπει να ενώσουμε όσα ανήκουν μαζί».
Ο αντιπρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μιγκέλ Μαρτίνες, αφού απέδωσε εύσημα και στη Μελίνα Μερκούρη, υπογράμμισε τη συμβολή των λαών του Νότου στην ευρωπαϊκή κληρονομιά, αλλά και παρατήρησε ότι «οι βρετανοί φίλοι μας δεν έχουν την τάση να επιστρέφουν όσα έχουν πάρει». Ο αρχιτέκτονας του Μουσείου της Ακρόπολης Μπερνάρ Τσουμί, το δεύτερο βιντεοσκοπημένο μήνυμα, θύμισε τον σχεδιασμό του κτιρίου, που στόχο έχει την αποκατάσταση της αφήγησης των Γλυπτών.

Κατόπιν, ο Λουίς Γκοντάρ, σύμβουλος πολιτιστικής κληρονομιάς, συνέδεσε στην παρέμβασή του ακόμα και τα διδάγματα της σοφόκλειας «Αντιγόνης», το Οχι του ’40 ή το Πολυτεχνείο, αλλά και υπογράμμισε τις επικείμενες ευρωεκλογές –προφανώς σαν ευκαιρία αναλογισμού του παρελθόντος και όχι ψηφοθηρικών εθνεγερσιών. Ο σύμβουλος μουσειακής πολιτικής Μορίς Ντέιβις σκιαγράφησε τον διαφορετικό ρόλο των πολιτικών σε Ελλάδα και Αγγλία: στην πρώτη παρεμβαίνουν σε ζητήματα πολιτισμού, στη δεύτερη κάτι τέτοιο θα θεωρούνταν ανάμειξη.

Και αφού ο βρετανός δημοσιογράφος Χένρι Πόρτερ παρατήρησε ότι η περίπτωση των Γλυπτών «είναι σαν να βλέπεις κάποιον πίνακα της Αναγέννησης σε σπίτι φίλου που ξέρεις ότι τον έχει κλέψει», τον τελευταίο λόγο είχε ο πρόεδρος της Ελβετικής Επιτροπής Ντούσαν Σιντγιάνσκι. «Πρέπει να αναζητήσουμε λύση μέσω του διαλόγου», είπε. «Το θέμα είναι συνδεδεμένο με την ευρωπαϊκή πολιτιστική κληρονομιά και δεν μπορεί να συνδεθεί με άλλες διεκδικήσεις, από άλλους πολιτισμούς». Ούτε και έχει νόημα «να πάμε στα δικαστήρια», κάτι που θα περιέπλεκε τα πράγματα: «Αυτό που χρειαζόμαστε είναι ήπια πίεση».

Στρατηγικές «δυσκολίες»

Στη συζήτηση με το κοινό, ορισμένοι αναρωτήθηκαν αν έχουν κάποια σχετική ισχύ τα ευρωπαϊκά όργανα. Η ευρωβουλευτής Ρόδη Κράτσα σχολίασε ότι η συμβολή τους έγκειται στην πληροφόρηση, την ευαισθητοποίηση. Λίγο αργότερα θα εξηγούσε στα «ΝΕΑ» μια ακόμη στρατηγική «δυσκολία»: η επικείμενη Ελληνική Προεδρία καλό θα ήταν να μη συνδεθεί με ένα «εθνικό» αίτημα, γιατί έτσι ενδεχομένως να το «κάψει».