Πίσω από τα φώτα της δημοσιότητας, που κάποτε φωτίζουν πολύ και εκείνους που θα έπρεπε να είναι σεμνοί μετα-φορείς της είδησης, πίσω από το τρέχον δημοσιογραφικό «σταρ σίστεμ», υπάρχουν κάποιοι –πολλοί –άνθρωποι που δουλεύουν στο ημίφως, ακάματοι, με γνώση, με μεράκι, με ειδίκευση και με αγάπη για την εμβάθυνση.

Σ’ αυτούς τους λειτουργούς της δημοσιογραφίας ανήκε η συνάδελφος Ελενα Δ. Χατζηιωάννου. Αυτή η πλευρά την έχασε (και την αποχαιρετά στις 16.30 από το Α’ Κοιμητήριο της Αθήνας) όταν στις πέντε χθες το πρωί κοίταξε για τελευταία φορά την Ακρόπολη, από το διαμέρισμα στο οποίο μετακόμισε μόλις πήρε τη σύνταξή της, ύστερα από χρόνια, πολλά και πολύτιμα κυρίως στο θεατρικό – πολιτιστικό ρεπορτάζ. Καθώς αποφάσισε να κάνει το όνειρό της (τη θέα στην αγαπημένη Ακρόπολη) καθημερινότητα.

Τι κι αν η καταγωγή της ήταν από την Κεφαλονιά. Τι κι αν το πρώτο φως το είδε στο Μεσολόγγι –το 1949. Τι κι αν τα μικράτα της (χάρη στον πατέρα της, αξιωματικό του Στρατού, που τον έχασε πολύ νωρίς) τα χάρηκε στον Βόλο. Η Ακρόπολη ήταν εκείνο που επέλεξε για το τελευταίο βλέμμα, όταν χτύπησε το τελευταίο κουδούνι. Οπως και στο αγαπημένο της θέατρο. Που το σπούδαζε, μελετώντας και εμβαθύνοντας (πόσες ώρες είχε χαρίσει στον Τσέχοφ και στον κόσμο του ή στα ποιήματα του Τάσου Λειβαδίτη…). Που το υπεράσπιζε με πάθος, κάνοντας όπλο τη γνώση που αποκτούσε. Που δεν το έβλεπε απρόσωπα, αλλά ταυτιζόταν με τα πρόσωπά του, με ένα αδικαιολόγητο πάντα άγχος μη και φωτισθεί εκείνη, ως μετα-φορέας ειδήσεων, περισσότερο από εκείνο που επιζητούσε να φωτίσει.

Στέλεχος της ελληνικής έκδοσης του «Μarie Claire», με θητεία στο ραδιόφωνο, στην τηλεόραση (πέρα από τα φώτα) και στο «Βήμα», έβλεπε σαν σπίτι της «ΤΑ ΝΕΑ».

Και μέχρι το τέλος πάλεψε για να έχει εκείνο που πάντα υπερασπιζόταν: αξιοπρέπεια. Αυτό την ενδιέφερε να μη χάσει όταν τη χτύπησε ο –μεταστατικός, όπως αποδείχθηκε –καρκίνος. Κι όταν, βλέποντας το τέλος, ζήτησε από τους δικούς της να μη σταλούν στεφάνια στην «έξοδο». Μόνο μια ελάχιστη προσφορά, έστω ένα ευρώ, από όσους την έζησαν και την αγάπησαν σε έναν φτωχότερο συγγενή, έναν απλό επαίτη, έναν συνάνθρωπο που δοκιμάζεται. Την επανέλαβε αυτή την επιθυμία, στις ύστατες ώρες, στην κόρη της (σκηνογράφο) Μαργαρίτα και τον σύζυγό της Παντελή. Κοιτώντας σταθερά προς την Ακρόπολη…