Την ίδια ώρα προτάσεις για ρύθμιση δανείων κάνουν οι τράπεζες και από μόνες τους σε πελάτες τους οι οποίοι είτε βρίσκονται στο κόκκινο είτε δεν πληρούν τις προϋποθέσεις των νόμων για ρυθμίσεις αλλά εμφανίζουν σημάδια αδυναμίας στην εξόφληση των υποχρεώσεών τους. Στις προτάσεις περιλαμβάνονται μειώσεις επιτοκίων, κυρίως σε παλιές συμβάσεις, αύξηση της διάρκειας, συγκέντρωση οφειλών από καταναλωτικά σε στεγαστικά, ακόμη και μακρά περίοδος χάριτος. Επίσης, ανεπίσημα, στην καταναλωτική πίστη (κάρτες, προσωπικά και καταναλωτικά δάνεια χωρίς εξασφαλίσεις) υπάρχουν περιπτώσεις που τράπεζες δέχονται να μειώσουν τις απαιτήσεις τους προκειμένου να εισπράξουν έστω και ένα μειωμένο ποσό από την αρχική οφειλή. Ειδικότερα, στην καταναλωτική πίστη, όπου το πρόβλημα των επισφαλειών είναι και το μεγαλύτερο, ορισμένες τράπεζες προτείνουν στους πελάτες τους ακόμα και να συγκεντρώσουν τις οφειλές που έχουν σε καταναλωτικά δάνεια και κάρτες και να συνάψουν ένα νέο δάνειο προσημειώνοντας κάποιο περιουσιακό τους στοιχείο με μικρότερο επιτόκιο.

ΤΑ ΕΠΙΤΟΚΙΑ. Για παράδειγμα, το μέσο επιτόκιο για ένα καταναλωτικό δάνειο χωρίς προσημείωση κυμαίνεται αυτή τη στιγμή στο 12% με 13%, ενώ για τις πιστωτικές κάρτες εκτινάσσεται στο 16% με 18%. Αν ο δανειολήπτης μπορεί να προσημειώσει κάποιο περιουσιακό του στοιχείο, το επιτόκιο πέφτει στο 6% -7%. Επιπλέον, αν υπάρχει εγγύηση, οι τράπεζες αυξάνουν σημαντικά και τη διάρκεια του δανείου και η δόση μειώνεται ακόμη και κάτω από το μισό σε σχέση με τα αρχικά επίπεδα. Στις περιπτώσεις μάλιστα στεγαστικών δανείων, ειδικά σε παλιές συμβάσεις με σταθερά επιτόκια 5% ή 6%, γίνονται μετατροπές σε κυμαινόμενο, κοντά στο 3%-3,5%, αρκετά συχνά με σαφώς μειωμένη ή και μηδενική ποινή για τον δανειολήπτη που θα σπάσει τη σύμβαση σταθερού επιτοκίου.