Η αλήθεια είναι πως το κοινό του Ελβις δεν ήθελε πολλά στολίδια. Δεν ερχόταν να δει την ταινία ενός σκηνοθέτη, δεν ερχόταν να δει καν μια ταινία εντεταγμένη σε κάποιο είδος. Οι ταινίες του Ελβις δεν μπορούσαν να είναι «γουέστερν» (αν και έκανε κάποια), «δράματα» ή «κωμωδίες». Ηταν ένα είδος από μόνες του. Και οι σκηνοθέτες όφειλαν να υποταχθούν σ’ αυτόν τον περιορισμό –αν ήθελαν δηλαδή να συνεχίσουν τις καριέρες τους στο Χόλιγουντ.

Οπως όλες οι μόδες όμως (σκληρή λέξη, το ξέρω), έτσι κι αυτή άρχισε σιγά σιγά να σβήνει. Το 1969, ο Βασιλιάς ήταν έτοιμος να γυρίσει την τελευταία του ταινία και αυτή ήταν η «Μελωδία της ασφάλτου» («Change of habit»). Ηταν μάλιστα μια απ’ αυτές που το κοινό του δεν ήθελε να βλέπει: ένα φιλμ με βαθύ κοινωνικό προβληματισμό, από τα «καλά» της σύντομης καριέρας του.

Σήμερα, οι ταινίες αυτές μοιάζουν σαν κακόγουστο (το λένε και «κιτς») αναμνηστικό μιας ανέμελης εποχής, και ασφαλώς κουβαλάνε ατόφια την αφέλειά της. Είναι όμως και ταινίες καλοφτιαγμένες, εξόχως γυρισμένες, τυπικά αλλά και αξιοπρεπή δείγματα της χολιγουντιανής μηχανής. Στον αντίποδα όμως, εκεί στα μέσα των 60s, οι Beatles απαντούσαν με ταινίες σαν το «A hard day’s night» και το «Yellow Submarine» –δηλαδή ταινίες γνήσιας αναρχικής τρέλας. Και ο Ελβις έμελλε να κυριαρχεί στα night clubs του Λας Βέγκας, υπέρβαρος αλλά σταθερά ευέλικτος, κουνώντας τους γοφούς του προκλητικά, μέχρι το τέλος.