Είναι το 1985, δεύτερη τετραετία παπανδρεϊκού ΠΑΣΟΚ και όλη η Αθήνα ακούει μετά τον Σεπτέμβρη τον δίσκο «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ», το «όχημα» που αποβιβάζει μια παρέα νέων τότε δημιουργών στο τερέν του ελληνικού τραγουδιού με συνοπτικές διαδικασίες επιτυχίας.

Οι Λίνα Νικολακοπούλου – Σταμάτης Κραουνάκης – Αλκηστις Πρωτοψάλτη κατασκηνώνουν μια για πάντα στο τότε ρευστό μουσικό πεδίο ενώ λίγο αργότερα με τον σκηνοθέτη Ανδρέα Βουτσινά εισάγουν και τη νέα τεατράλε σκηνική συνθήκη στα live της Αθήνας, μια συνθήκη που ακόμη δεν έχει ξεπεραστεί.

Κι αν πατρίδα μας είναι τα παιδικά μας χρόνια, αυτά είναι και οι μουσικές που εγγράφηκαν μέσα μας από σπιτάκια που ακόμη είχαν πικ-απ, τα βινύλια και η χρήση τους είχαν ακόμη μια ιερότητα και η κυκλοφορία ενός δίσκου ήταν ακόμη ένα γεγονός αξιοσημείωτο.

Ο γράφων δεν θα μπορούσε να αποτελέσει εξαίρεση από αυτό και σε ένα σπίτι που επικρατούσε ο Καζαντζίδης ή ο Μίκης από εκείνο το φθινόπωρο –και με μύστη τον θείο Θανάση από Μύκονο –το παράξενο τραγούδι «Τρεις αγγέλοι» (που ζωγραφίζαν με κραγιόνια βυσσινιά…) από τον δίσκο «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ» γίνεται σχεδόν καθημερινότητα.

Οι Κραουνάκης – Νικολακοπούλου έχουν ήδη συνεργαστεί στους δίσκους «Κανονικά» και «Σκουριασμένα χείλια», αλλά όταν τον Σεπτέμβρη του 1985 κυκλοφορεί το «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ», ήταν σαν να περίμενε ο τόπος αυτό το φρέσκο πράγμα.

«Ο δίσκος είχε χρόνους φυσικής γέννας. Διήρκεσε ακριβώς εννιά μήνες. Εγώ είχα μια τάση τότε να γράψω πράγματα για την Αλκηστη πιο τεατράλε. Ψήγματα αυτής μου της πρόθεσης, βρίσκουμε σε τραγούδια του δίσκου όπως «Ο Γιώργος», «Μπουλούκια», «Ανοιξη». Οφείλω να πω πως η Λίνα ήταν αυτή που επέμεινε να πει η Αλκηστη λαϊκά όπως το ομώνυμο «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ». Εγώ είχα στον νου μου μια πιο επίσημη λαϊκή φωνή», θυμάται για «ΤΑ ΝΕΑ» ο Σταμάτης Κραουνάκης που επίσης μας επισημαίνει πως υπήρξε σοβαρή η αισθητική παρέμβαση από τον άνθρωπο που είχε το στούντιο και ήταν αυτός που τον ηχογράφησε: τον Πάνο Δράκο.

Για παράδειγμα, όλος ο δίσκος είναι ηχογραφημένος με φτηνό μικρόφωνο των 300 δρχ. αφού όταν η Αλκηστις μπήκε να τραγουδήσει με ένα ακριβό, η υγρασία της φωνής της χανόταν και το ηχόχρωμά της ήταν ωραιοποιημένο. Η λύση δόθηκε από τον Πάνο Δράκο. «Ουσιαστικά, δεν έχει γίνει επεξεργασία στην φωνή», σημειώνει ο συνθέτης.

Ο δίσκος είναι το πρώτο «παιδί» της φιλίας των Κραουνάκη -Νικολακοπούλου – Πρωτοψάλτη. Η Αλκηστις έχει ήδη συμπράξει με τον Ηλία Ανδριόπουλο, αλλά εδώ αποκρυσταλλώνει τη στροφή της με τους δύο φίλους που ξέρει πάντως από παλιά.

Τι σήμαινε όμως αυτή η δισκογραφική κατάθεση για την εποχή της; «Υπάρχει μια σκοτεινή και μια φωτεινή Ελλάδα στα τραγούδια. Με το ΠΑΣΟΚ, στη δεύτερη τότε τετραετία του, όλοι ήλπιζαν σε κάτι καλύτερο. Νομίζω πως ο στίχος «Σε κανένα παραμύθι δεν χωράω» ήταν η προμετωπίδα της εποχής», μας λέει ο Κραουνάκης και στα τέλη Μαρτίου του ’86 ο δίσκος είχε ήδη πωλήσεις άνω των 50 χιλιάδων.

Κάθε τραγούδι έχει το στόρι του και σχεδόν και τα 13 λατρεύτηκαν. Ο «Αδωνις», μια ιδέα του Γιώργου Μανιώτη, ήταν μια σάμπα που θύμιζε μουσικούς δρόμους που είχαν να προσεγγιστούν από τα χρόνια του Μανώλη Χιώτη. «Η Μαλάμω», σε ανέκδοτους ως τότε στίχους της Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου, έγινε αμέσως επιτυχία. Και βέβαια, «Η σωτηρία της ψυχής», το επιτύμβιο κομμάτι του δίσκου, κλασικό από τότε και παντός καιρού. Και πέραν από το γεγονός πως σήμερα 28 χρόνια μετά, τα τραγούδια εκείνα ακούγονται σαν καινούργια και ταυτόχρονα σαν κλασικά, πάντα θα αποτελούν το αποτύπωμα της δυναμικής ενός ντουέτου του ελληνικού τραγουδιού που συντονίστηκε τότε στο τι θα πει στον κόσμο. Και εκείνη η δικαιωμένη αίσθηση του Σταμάτη Κραουνάκη πως, όταν γράφονταν τα κομμάτια, «κατάλαβα ότι γραφόταν κάτι για πάντα».

Την ίδια χρονιά

Τη χρονιά του «Κυκλοφορώ κι οπλοφορώ» δισκογραφούνται επίσης τα «Ζεστά ποτά» των αδελφών Κατσιμίχα σε παραγωγή Μανόλη Ρασούλη και το «Ρίσκο» των Φατμέ

Κυκλοφορεί το βιντεοπαιχνίδι «Super Mario» της Νintendo

Η Ελλάδα μετράει τις απώλειες της ηθοποιού Σαπφώς Νοταρά, του υπερρεαλιστή ποιητή και ζωγράφου Νίκου Εγγονόπουλου και του σπουδαίου χαράκτη Τάσσου

ΑΥΡΙΟ

«Σταυρός του Νότου», 1979