Η έρευνα για το ντόπινγκ στην πρώην Δυτική Γερμανία που δημοσιεύτηκε την περασμένη Δευτέρα, έχει δημιουργήσει πολλές συζητήσεις στη γερμανική κοινωνία.

Σύμφωνα με την έρευνα, στις δεκαετίες ’50-’70, υπήρχαν αθλητές που έπαιρναν απαγορευμένες ουσίες, γίνεται μάλιστα αναφορά και στην ομάδα που κατέκτησε το Παγκόσμιο Κύπελλο το 1954.

Φυσικά, αρκετές έως τώρα είναι και οι αντιδράσεις. Ο Φραντς Μπεκενμπάουερ, ένας από τους κορυφαίους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών, αρνήθηκε τους ισχυρισμούς ότι στην ομάδα του 1966 υπήρχαν παίκτες που είχαν χρησιμοποιήσει απαγορευμένες ουσίες. Σύμφωνα με την έρευνα, παράγοντας της FIFA είχε στείλει επιστολή στην οποία ανέφερε ότι τρεις ποδοσφαιριστές της γερμανικής ομάδας είχαν χρησιμοποιήσει εφεδρίνη στη διοργάνωση του 1966.

Αρχικά, τους ισχυρισμούς διέψευσε η γερμανική ομοσπονδία. Στη συνέχεια, ήταν η σειρά του Φραντς Μπεκενμπάουερ, ο οποίος ήταν μέλος εκείνης της ομάδας.

«Δεν γνωρίζαμε τότε τι ήταν το ντόπινγκ. Για την ακρίβεια, δεν ξέραμε τη λέξη ντόπινγκ. Δεν μπορώ να γνωρίζω αν ειπώθηκε κάτι τέτοιο για εμάς. Μπορεί να ήμουν ο μικρότερος σε ηλικία παίκτης της ομάδας, αλλά δεν ήμουν αφελής», υποστήριξε ο Μπεκενμπάουερ.

Νέα προβλήματα, φορολογικής φύσης, αντιμετωπίζει όμως, ο πρόεδρος της Μπάγερν, Ούλι Χένες. Σύμφωνα με δημοσίευμα του περιοδικού «Stern», στον εισαγγελέα του Μονάχου έφτασε ανώνυμο μήνυμα το οποίο αποκάλυπτε ότι ο Χένες, στον λογαριασμό του σε ελβετική τράπεζα έχει γύρω στα 400 εκατ. ευρώ, ποσό φυσικά πολύ μεγαλύτερο από αυτό που είχε αποκαλυφθεί τον περασμένο Απρίλιο και για το οποίο έχει ήδη κατηγορηθεί για φοροδιαφυγή. Σύμφωνα με το μήνυμα, ο Χένες συνδέεται με τρεις ελβετικούς λογαριασμούς.

Ο πρόεδρος της Μπάγερν αρνήθηκε κατηγορηματικά κάτι τέτοιο και μάλιστα απείλησε να καταφύγει στη Δικαιοσύνη.

Από την άλλη πλευρά, ο Βόλκερ Χόφμαν, δικηγόρος που εκπροσωπεί τον ανώνυμο πληροφοριοδότη, επιβεβαίωσε την ύπαρξη της καταγγελίας, δίνοντας περισσότερα στοιχεία για λογαριασμούς και καταθέσεις στις τρεις τράπεζες. Φυσικά, αν αποδειχτούν αυτές οι κατηγορίες, ο Ούλι Χένες κινδυνεύει με πολύ μεγαλύτερη ποινή φυλάκισης.