Η «Ουάσιγκτον Ποστ», η εφημερίδα που αποκάλυψε το σκάνδαλο «Γουότεργκεϊτ» οδηγώντας σε παραίτηση έναν πρόεδρο των ΗΠΑ και εμπνέοντας μια γενιά δημοσιογράφων, πωλήθηκε έναντι 250 εκατ. δολαρίων στον ιδρυτή του Amazon.com, του μεγαλύτερου ηλεκτρονικού καταστήματος στον κόσμο, σε μια συμφωνία που αλλάζει τον διεθνή χάρτη των μέσων ενημέρωσης. Η εφημερίδα ανήκε στην οικογένεια Γκράχαμ από το 1933.

Ο Ντόναλντ Γκράχαμ και η Κάθριν Γουέιμαουθ, ανιψιά του και σημερινή εκδότρια της εφημερίδας, οι οποίοι ανήκουν στην τρίτη γενιά της οικογένειας που ενεπλάκη με την «Ουάσιγκτον Ποστ», ανακοίνωσαν στο προσωπικό το βράδυ της Δευτέρας την αλλαγή ιδιοκτησίας, διευκρινίζοντας ότι την πρωτοβουλία για την πώληση την είχαν οι Γκράχαμ και όχι ο Μπέζος. Οι εργαζόμενοι ήταν «σοκαρισμένοι», περιγράφουν αρκετοί παρόντες. Οπως μάλιστα σχολίασε σκωπτικά ο αναλυτής των ΜΜΕ Τζιμ Ρομενέσκο, «είναι εντυπωσιακή η είδηση, αλλά ακόμα πιο εντυπωσιακό ότι δεν διέρρευσε τίποτα νωρίτερα σε ένα κτίριο γεμάτο ερευνητές και ρεπόρτερ».

Στο πρόσωπο του Τζεφ Μπέζος η «Ποστ» θα έχει έναν πολύ διαφορετικό ιδιοκτήτη, έναν πρωτοπόρο της τεχνολογίας η πορεία του οποίου τα τελευταία χρόνια είναι ανοδική, σε αντίθεση με την βιομηχανία των εφημερίδων που αντιμετωπίζει κρίση. Ο Μπέζος, μέσω του Amazon, της μεγαλύτερης διαδικτυακής εταιρείας πωλήσεων, έχει φέρει την επανάσταση στον τρόπο με τον οποίο άνθρωποι σε όλο τον κόσμο αγοράζουν κατ’ αρχάς βιβλία και στη συνέχεια κάθε είδους προϊόντα. Το τίμημα των 250 εκατ. δολαρίων θεωρείται μικρό για έναν τέτοιο θρυλικό θεσμό και αποτελεί μόνο το 1% της τεράστιας προσωπικής περιουσίας του Μπέζος, η οποία υπολογίζεται στα 25 δισ. δολάρια.

ΜΕ ΔΙΚΑ ΤΟΥ ΧΡΗΜΑΤΑ. Στη συνάντηση στα γραφεία της εφημερίδας, ο Γκράχαμ τόνισε ότι ο Μπέζος αγοράζει την «Ποστ» με δικά του χρήματα και όχι εκ μέρους του Amazon. Στη συμφωνία περιλαμβάνεται η εξαγορά της ιδιοκτήτριας εταιρείας Ουάσιγκτον Ποστ, που θα αλλάξει όνομα, κάποιων άλλων τοπικών εφημερίδων, έξι τηλεοπτικών σταθμών, του περιοδικού «Φόρεϊν Πόλισι» και της ειδησεογραφικής ιστοσελίδας «Σλέιτ». Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Μπέζος ζήτησε από την Κάθριν Γουέιμαουθ να παραμείνει στο τιμόνι της εφημερίδας, ενώ ανακοινώθηκε ότι δεν γίνει καμία απόλυση εργαζομένων. Μετά την ανακοίνωση της αγοραπωλησίας οι μετοχές της εταιρείας ανέβηκαν σε επίπεδο-ρεκόρ των τελευταίων πέντε ετών.

Δεδομένου ότι η «Ποστ» αποτελεί πολιτικό σύμβολο στις ΗΠΑ και το γεγονός ότι αγοράστηκε από τον άνθρωπο που θεωρείται ότι επηρέασε όσο κανένας άλλος τον κόσμο του βιβλίου σημαίνει για πολλούς τις τεράστιες αλλαγές που επίκεινται στον εκδοτικό τομέα. Σύμφωνα με τους «Νιου Γιορκ Τάιμς», την τελευταία μεγάλη εφημερίδα των ΗΠΑ που ελέγχει πλέον μια οικογένεια, οι Σουλτσμπέργκερ, «η τεχνολογία και οι ηγέτες της έχουν αποδείξει ξανά και ξανά ότι μπορούν να θέτουν την ατζέντα βάσει εκείνων που θέλουν οι καταναλωτές και όχι εκείνο που νομίζουν κάποιοι πολιτικοί ή μια εφημερίδα ότι θέλουν οι αναγνώστες».

«ΠΕΙΡΑΜΑΤΙΣΜΟΣ». Ο ίδιος ο Τζεφ Μπέζος δήλωσε ότι κατανοεί «τον κρίσιμο ρόλο» της εφημερίδας και ότι ως νέος ιδιοκτήτης της «Ποστ» μπαίνει σε «αχαρτογράφητη περιοχή», κάτι που όμως «απαιτεί πειραματισμό». Προσπάθησε να διαψεύσει ότι θα γίνου προσωπικές του παρεμβάσεις στη γραμμή της εφημερίδας λέγοντας ότι «θα κάνουμε τις αλλαγές που χρειάζονταν είτε με την παλιά είτε με τη νέα διοίκηση. Ομως το σημαντικό είναι ότι οι αξίες της «Ποστ» δεν χρειάζονται αλλαγή. Το καθήκον μιας εφημερίδας είναι προς τους αναγνώστες και όχι προς τους ιδιοκτήτες της».

Πτωτική πορεία

Η κυκλοφορίατης «Ουάσιγκτον Ποστ» έχει σημειώσει πτώση τα τελευταία χρόνια. Από την ακμή της το 1993, όταν πουλούσε 832.232 φύλλα, η κυκλοφορία της έπεσε φέτος στα 474.767 φύλλα, ενώ η κυριακάτικη έκδοση έπεσε από το 1 εκατ. το 2003 στα 890.163 φύλλα φέτος. Τα διαφημιστικά έσοδα από 596 εκατ. δολάρια το 2005 μειώθηκαν πέρσι στα 496 εκατ.