Σε ισόβια κάθειρξη καταδίκασε δικαστήριο του Οχάιο τον απαγωγέα Αριελ Κάστρο για την απαγωγή, τον κατ’ εξακολούθηση βιασμό και την αιχμαλωσία τριών γυναικών για διάστημα 11 ετών στο σπίτι του στο Κλίβελαντ.

Ο δικαστής ανακοίνωσε την απόφασή του έπειτα από την ολοκλήρωση μιας συγκινητικής ακροαματικής διαδικασίας κατά την οποία ένα από τα θύματα του απαγωγέα-βιαστή, η 32χρονη Μισέλ Νάιτ (φωτογραφία), αποκάλυψε ότι ο πρώην οδηγός σχολικού λεωφορείου την εξανάγκασε να ζήσει μια φρικτή ζωή. «Επί 11 χρόνια ζούσα στην κόλαση. Η δική σου κόλαση μόλις ξεκίνησε.Θα βρίσκεσαι στην κόλαση για μια αιωνιότητα», του είπε.

Ο Κάστρο δεν καταδικάστηκε στην εσχάτη των ποινών επειδή την περασμένη εβδομάδα ομολόγησε την ενοχή του και προχώρησε σε συμφωνία με τους εισαγγελείς. Η Εισαγγελία από την πλευρά της έκανε προσπάθειες ώστε να μην χρειαστεί τα θύματά του 53χρονου να καταθέσουν στη δίκη.

Καμία ποινή φυλάκισης δεν θα μπορούσε να αποτελέσει αρκετή τιμωρία για τα αποτρόπαια εγκλήματα που διέπραξε ο Κάστρο, είπε ο δικαστής Μάικλ Ρούσσο. «Ένας άνθρωπος μπορεί να πεθάνει στη φυλακή μόνο μία φορά» ανέφερε.

Το κατηγορητήριο περιελάμβανε 512 κατηγορίες για απαγωγή και 446 κατηγορίες για βιασμό, σεξουαλική επιβολή, εγκληματική επίθεση και διακινδύνευση της ζωής ανηλίκου. Επιπλέον κατηγορίες για φόνο, οι οποίες θα μπορούσαν να έχουν ως αποτέλεσμα τη θανατική ποινή, προέκυψαν επειδή ο Κάστρο άφηνε νηστικές και ξυλοκοπούσε τις τρεις γυναίκες όταν αυτές έμεναν έγκυες προκειμένου να διακοπεί η κυοφορία.

Το πρώτο θύμα του Κάστρο, η Νάιτ, ήταν μόλις 20 χρονών όταν απήχθη το 2002, η Αμάντα Μπέρι 16 όταν εξαφανίστηκε το 2003 και η Τζίνα Ντε Τζίζους 14 όταν την απήγαγε ο Κάστρο. Η Μπέρι έχει μια 6χρονη κόρη, πατέρας της οποίας είναι ο 53χρονος.

Οι τρεις γυναίκες κατάφεραν να δραπετεύσουν στις 6 Μαΐου, όταν η Μπέρι άρχισε να φωνάζει σε ένα γείτονα, πίσω από την κλειδωμένη πόρτα την ώρα που ο Κάστρο έλειπε από το σπίτι-φυλακή.

Πριν την ακροαματική διαδικασία, ο Κάστρο είχε περιγράψει τον εαυτό του ως εθισμένο στο σεξ και την πορνογραφία, κάτι που όπως υποστήριξε έφταιγε για τις «αυθόρμητες» πράξεις του να απαγάγει και να βιάζει τα θύματά του.

«Για τα θύματα» είπε ο Ρούσσο «οι δικαιολογίες δεν εξαφανίζουν το κακό. Τις είχες σαν σκλάβες και τις μεταχειριζόσουν σαν να μην ήταν καν ανθρώπινα όντα».

Η Νάιτ, η οποία είχε ένα αγοράκι 2 ετών όταν απήχθη, είπε ότι τα Χριστούγεννα ήταν η πιο δύσκολη περίοδος, «επειδή ποτέ δεν είχα την ευκαιρία να τα περάσω με το γιο μου. Έκλαιγα κάθε βράδυ. Ένιωθα τόσο μόνη».

«Οι μέρες δεν γίνονταν μικρότερες. Οι μέρες γίνονταν νύχτες. Οι νύχτες γίνονταν μέρες. Τα χρόνια γίνονταν μια αιωνιότητα» είπε η Νάιτ.

Ο ψυχολόγος Φρανκ Όχμπεργκ, ειδικός στα τραύματα, είπε πως η Νάιτ υπέφερε «περισσότερο και πιο σκληρά» στα χέρια του Κάστρο. Μάλιστα, ο Κάστρο δεν δίστασε να την πετάξει από τις σκάλες για να της προκαλέσει αποβολή.

Ήταν η Νάιτ που υπό την απειλή του Κάστρο έκανε τη γέννα της κόρης της Μπέρι.

«Όταν αυτό το μωράκι δεν ανέπνεε, ανέπνευσε η ίδια μέσα στο μωρό. Έδωσε πνοή ζωής στο παιδί αυτό» είπε ο Όχμπεργκ.

«Έβαζε τον εαυτό της μπροστά, για να μη δεχθεί η Τζίνα (Ντε Τζίζους) τη χειρότερη επίθεση. Είναι πολύ θαρραλέα, μια ηρωίδα» πρόσθεσε ο Όχμπεργκ.

«Η θανατική ποινή θα ήταν πολύ εύκολη για σένα» είπε στον Κάστρο η Νάιτ. «Δεν σου αξίζει, σου αξίζει να περάσεις την ζωή σου στη φυλακή» πρόσθεσε.

Οι αστυνομικοί που είχαν καταφθάσει στην κατοικία του Κάστρο κατέθεσαν πως οι γυναίκες ήταν αλυσοδεμένες και απομονωμένες. Όπως είπαν οι αστυνομικοί, ο 53χρονος δεν είχε εκφράσει καμία μεταμέλεια για τα εγκλήματά του.

Ο Κάστρο, φορώντας την πορτοκαλί στολή των κρατουμένων, αναφέρει το Γερμανικό Πρακτορείο, υποστήριξε ότι το σεξ με τις τρεις γυναίκες ήταν «συναινετικό» και αρνήθηκε ότι τις ξυλοκοπούσε και τις βασάνιζε, λέγοντας ότι υπήρχε «αρμονία» όταν ζούσαν στο σπίτι του.

«Δεν είμαι τέρας. Είμαι άρρωστος… ξέρω ότι αυτό που έκανα ήταν λάθος, αλλά δεν είμαι βίαιο άτομο. Απλά τις κρατούσα εκεί» είπε.

Ο Κάστρο ζήτησε αργότερα συγγνώμη από τα θύματα, την οικογένειά του και άλλα μέλη της κοινότητας. «Λυπάμαι πραγματικά για αυτό που έγινε. Μέχρι αυτή τη μέρα προσπαθώ να κάνω τις δικές μου ερωτήσεις. Δεν ξέρω γιατί» είπε κλαίγοντας.

Οι τρεις γυναίκες δεν «εγκατέλειψαν την ελπίδα» είπε ο δικαστής. «Επέμειναν και τελικά θριάμβευσαν».