Από τις επτά το απόγευμα του Σαββάτου, πριν καλά καλά ανοίξουν οι πόρτες, καμιά εκατοστή άτομα είχαν μαζευτεί έξω από το Βεάκειο στον Πειραιά. Κάποιοι φορούσαν μακό μπλουζάκια με τη φράση «Τhe real King fan club», άλλοι επέμεναν πως «εμείς είμαστε το αυθεντικό fan club » και ξεδίπλωναν τα πανό τους. Κάποια μαγαζιά κοντά στο θέατρο, έτσι για να βάλουν τον κόσμο στο κλίμα, έπαιζαν χιλιοτραγουδισμένα τραγούδια του Τόλη.

Στις 21.00, προκαθορισμένη ώρα έναρξης της συναυλίας, η Χριστίνα Παπαδάκη και ο Γιώργος Λεμπέσης θέλησαν να ανεβάσουν τη διάθεση του κόσμου με τα δικά τους τραγούδια. «Τον Τόλη θέλουμε, τον άρχοντα, τον πρίγκιπα», αναφωνούσε, ωστόσο, το κοινό από κάτω. Και στις 21.55, ντυμένος με λευκό κοστούμι, αγέρωχος σαν άλλοτε, εμφανίστηκε ο Τόλης Βοσκόπουλος και τραγούδησε το κλασικό «Πριν χαθεί το όνειρό μας». Αλαλαγμός!

«Ελάτε τώρα εσείς στη θέση μου, να δείτε πώς αισθάνομαι. Να νιώσετε όσα νιώθω. Σας ευχαριστώ», είπε, προφανώς συγκινημένος. «Σας ευχαριστώ που με ανέχεστε ακόμη Και μ’ αγαπάτε, όπως σας αγαπώ κι εγώ. Το ξέρετε καλά». Το χειροκρότημα σύννεφο. Τα κινητά άναψαν. Αλλα τραβούσαν φωτογραφίες, άλλα βίντεο. Ο Στέλιος Διονυσίου στις εξέδρες χειροκροτούσε ζεστά. Ο Νίκος Βέρτης το ζούσε, ο Αντύπας ήταν ο σοβαρότερος όλων.

«Να κάνουμε έναν έρωτα όλο τρέλα» ήταν το δεύτερο άσμα που άγγιξε τα πλήθη και έκανε κάποιους να θυμηθούν τους έρωτές τους – ίσως και κάποιους ανεκπλήρωτους. Μετά το «Κι έλεγες», ή το «Εκείνη», ένα από τα δημοφιλέστερα τραγούδια του Βοσκόπουλου. Το ετερόκλητο πλήθος είχε σηκωθεί όρθιο. Γυναίκες με Louis Vuitton τσάντες, κορίτσια με σπορ αμφίεση, άλλοι από λαϊκές γειτονιές, είχαν γίνει ένα. Ενθουσιασμός. Γιατί ο Τόλης κατάφερε να εισχωρήσει σε όλα τα στρώματα του πληθυσμού.

Ξαφνικά, μια κοπελιά πετάγεται μπροστά του, ανεβαίνει στη σκηνή και τον φιλάει! Ο σεκιουριτάς κάνει να την κατεβάσει, αλλά ο τραγουδιστής ξεπερνά τον σκόπελο με το «άσε τη μωρέ, ένα φιλάκι έδωσε, τι έκανε»! Είναι αλήθεια πως όσοι επιφορτίστηκαν με τον τομέα της ασφάλειας είχαν δύσκολη νύχτα, απαιτητική. Γιατί τέτοιες στιγμές ήταν συνεχείς. Μάλιστα, ένας θεατής πήγε και του φίλησε τα παπούτσια… Εδώ βέβαια η λατρεία πέρασε τα σύνορα της υπερβολής και άγγιξε τη γραφικότητα.

Στις 23.00, το βλέμμα του Τόλη συνάντησε αυτό του Μίμη Πλέσσα. «Εδώ είσαι»; Ο βετεράνος συνθέτης, θεατής ήταν, αλλά ανέβηκε στη σκηνή και έγινε ένα με τον Βοσκόπουλο. «Τι μου έχεις δώσει, το «Κι εσύ θα φύγεις», το «Γλυκά πονούσε το μαχαίρι». ‘Η το διάσημο «Το φεγγάρι πανωθέ μου»…», που έγραψε με τον Λευτέρη Παπαδόπουλο. «Ποιος τα έκανε επιτυχίες»; αναρωτήθηκε μια φωνή από τις εξέδρες. «Αυτός!», έδειξε τον Βοσκόπουλο ο Πλέσσας προτού πάρει θέση στο πιάνο για ένα ντουέτο που καταχειροκροτήθηκε.

Λίγο μετά, ο δήμαρχος Πειραιά Βασίλης Μιχαλολιάκος τίμησε τον Τόλη, το παιδί του Πειραιά, «για την προσφορά του στην πόλη και την Ελλάδα», και υποσχέθηκε χώρο για να τραγουδά ο Βοσκόπουλος, ενώ κατέβηκε σχετικά γρήγορα, προτού αρχίσει να σχολιάζει ο κόσμος την ατάκα «κάνουμε έργα». Γιατί το κοινό ήθελε τραγούδια. «Κι άλλο, κι άλλο», φώναζε το πλήθος. «Τρελαθήκατε; Ξέρετε πόση ώρα είμαι εδώ πάνω»; Οντως, ο Τόλης Βοσκόπουλος ήταν σχεδόν δύο ώρες. Και τραγούδησε καλά, πολύ καλά, σαν τα αξέχαστα χρόνια.

Η Αντζελα Γκερέκου, απαστράπτουσα, απολάμβανε από κάτω την αποθέωση. Η κόρη του η Μαρία ανέβηκε και του έδωσε μια αγκαλιά λουλούδια. Και ο Τόλης έκλεισε τη συναυλία με το «Του χρόνου τέτοια μέρα». Πριν αποσυρθεί, έριξε μια τελευταία ματιά στον κόσμο που του χάρισε μοναδικές στιγμές. Ενα ταξίδι στον χρόνο, ένα ταξίδι με όχημα κάποια από τα ωραιότερα τραγούδια που σημάδεψαν πολλές γενιές ολοκληρώθηκε λίγο μετά τα μεσάνυχτα.