Το φοιτητικό κίνημα ήταν ο πιο ευαίσθητος δέκτης της πολύμορφης καταπίεσης που είχε επιβάλει το στρατοκρατικό καθεστώς. Ετσι, συνέδεσε γρήγορα τα πρωταρχικά του αιτήματα για ακαδημαϊκές ελευθερίες με το ευρύτερο αίτημα για ελευθερία και δημοκρατία στη χώρα. Και στην πορεία του αγώνα του αναδείχθηκε ως η κύρια δύναμη αμφισβήτησης της δικτατορίας, συγκεντρώνοντας αρχικά τη σιωπηλή επιδοκιμασία και στη συνέχεια την ανοιχτή υποστήριξη μεγάλης μερίδας του πληθυσμού. Μία σειρά από αλληλένδετα χαρακτηριστικά ήταν αυτά που προσέδωσαν στο τότε φοιτητικό κίνημα το κύρος, την κοινωνική αναγνώριση, αλλά και τη μαζικότητα που αποτέλεσε την κύρια πηγή της δύναμής του: α) η ανεξαρτησία του βασικού κορμού του από κόμματα ή άλλα κέντρα εξουσίας, β) η ενότητά του, που στηρίχθηκε στον διάλογο και στις δημοκρατικές διαδικασίες, γ) η ανιδιοτέλειά του, γιατί οι φοιτητές αρνήθηκαν τη σίγουρη προοπτική της άμεσης ένταξής τους στην κοινωνική και οικονομική ελίτ της χώρας που τους διασφάλιζε η «συμμόρφωση προς τας υποδείξεις», δ) η σαφής και αταλάντευτη επιλογή της «μη βίας» ως απάντηση στη βιαιότητα του καθεστώτος, ε) η διαρκής αναζήτηση και ο σεβασμός στη γνώση, ως μέσο για την κατανόηση των κοινωνικών φαινομένων, ως βάση εκκίνησης για την αμφισβήτηση των κατεστημένων αντιλήψεων και ως όπλο για να γίνουμε «χρήσιμοι» στην κοινωνία που τότε οραματιζόμαστε, ο καθένας στον τομέα του.

Πέρα από την καταλυτική δράση του φοιτητικού αγώνα και της εξέγερσης του Πολυτεχνείου για τις μετέπειτα πολιτικές εξελίξεις, για μας τότε δεν έμενε κάτι άλλο να κερδηθεί. Νομίζαμε ότι κερδίζοντας την ελευθερία και τη δημοκρατία τα είχαμε κατακτήσει όλα. Δεν κατανοήσαμε τότε ότι η ελευθερία ήταν και είναι η αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για να προχωρήσουμε παραπέρα, ως κοινωνία και ως πανεπιστήμιο. Δεν αντιληφθήκαμε έγκαιρα ότι στον βαθμό που δεν θα μπορούσαμε να διαχειριστούμε με τις ίδιες αρχές την ελευθερία μας, θα υπονομεύαμε την ίδια τη δημοκρατία. Σήμερα, η νέα γενιά που είναι το μεγάλο θύμα της σημερινής κρίσης έχει την ευκαιρία και την υποχρέωση να οπλιστεί με τις ίδιες αρχές για τις διεκδικήσεις της, να αντισταθεί στην απαξίωση της γνώσης και κυρίως να αναζητήσει τον δικό της δρόμο, μακριά από τα κακέκτυπα των σημερινών καταλήψεων και την ιδιότυπη προγονολατρία που αποπνέουν οι «εορτασμοί» και το τελετουργικό της πορείας του Πολυτεχνείου.

Η ευθύνη της γενιάς μας είναι ότι δεν μπόρεσε να επηρεάσει το σκηνικό της μεταπολίτευσης που καθορίσθηκε κυρίως από το ίδιο πολιτικό σύστημα που οδήγησε στη δικτατορία. Στη συνέχεια, σε συνθήκες αυξανόμενης «ευημερίας», οι προϋπάρχουσες παθογένειες μεταλλάχθηκαν και δηλητηρίασαν ολόκληρη την κοινωνία, υποσκάπτοντας την προοπτική της ουσιαστικής ανάπτυξης. Μακριά όμως από μηδενιστικές αντιλήψεις, πιστεύω ότι η ίδια αυτή ανώνυμη γενιά πιστώνεται και τα σημαντικά θετικά βήματα που έγιναν σε όλη αυτή την περίοδο. Που δεν στάθηκαν ικανά να αποτρέψουν την οικονομική και ηθική κατάρρευση, αλλά υπάρχουν ως παρακαταθήκη για το αύριο. Αρκεί να αναζητήσουμε και πάλι τις αξίες του διαλόγου, της ενότητας, της ανιδιοτέλειας και της δημοκρατίας. Γιατί μόνο έτσι θα τιμήσουμε πραγματικά το Πολυτεχνείο.

Η Δανάη Διακουλάκη είναι καθηγήτρια στο ΕΜΠ