«Η μεγάλη ζημιά είναι το πράσινο που κάηκε γύρω γύρω. Ο πνεύμονας πρασίνου που χάθηκε. Γι’ αυτό στενοχωριέμαι περισσότερο. Ολες οι άλλες καταστροφές στο σπίτι σε ένα χρόνο θα φτιαχτούν. Τα δέντρα όμως και το πράσινο πότε θα ξαναγίνουν;», λέει στα «ΝΕΑ» ο Παναγιώτης Τσερώνης καθώς κοιτάζει απογοητευμένος τη μαύρη από τη φωτιά ρεματιά και την πλαγιά απέναντι από το σπίτι της μητέρας του, στον οικισμό Τρέπες, στην Κερατέα.

Με ένα λάστιχο στο χέρι προσπαθεί να καθαρίσει τα αποκαΐδια από την αυλή. Η φωτιά προκάλεσε ζημιές στην κεραμοσκεπή του σπιτιού. Εκαψε έπιπλα και φυτά που υπήρχαν έξω. Η κληματαριά στην είσοδο έχει καταρρεύσει. Ευτυχώς, οι φλόγες δεν προχώρησαν στο εσωτερικό. «Δεν ήμασταν εδώ. Βρισκόμασταν στην Αθήνα. Μάθαμε για τη φωτιά και τρέξαμε να δούμε τι έχει συμβεί». Το σπίτι ήταν έως προχθές η μόνιμη κατοικία της μητέρας του. Εμενε εκεί 40 χρόνια. «Εφυγε από τη ζωή χθες (σ.σ.: προχθές) και παραλίγο να καεί ολοσχερώς και το σπίτι της».

Πιο σοβαρές ζημιές, πιθανότατα και στο εσωτερικό, έχει υποστεί άλλη κατοικία σε λίγα μέτρα απόσταση από το σπίτι της οικογένειας Τσερώνη. Μέχρι χθες το απόγευμα οι γείτονες δεν είχαν κατορθώσει να ειδοποιήσουν τους ιδιοκτήτες που μένουν μόνιμα σε άλλη περιοχή.

Οσοι βρέθηκαν πάντως χθες στους οικισμούς Διόνυσος και Τρέπες της Κερατέας είδαν την πυρκαγιά να περνάει γρήγορα λόγω των δυνατών ανέμων από τον έναν οικισμό στον άλλο. Μέσα σε λιγότερο από μισή ώρα η φωτιά διήνυσε περίπου ένα χιλιόμετρο και από τον πευκόφυτο λόφο του Διονύσου έφτασε στον οικισμό Τρέπες, όπου βρίσκονται διάσπαρτα σπίτια ανάμεσα σε πεύκα, ελιές και άλλες καλλιέργειες. Πέρασε τη ρεματιά και απείλησε το γηροκομείο και το μοναστήρι που υπάρχουν στην περιοχή.

Μάλιστα γρήγορα η ατμόσφαιρα έγινε αποπνικτική γι’ αυτό και δόθηκε οδηγία από τις Αρχές στους κατοίκους να εγκαταλείψουν τα σπίτια. Η απορία αρκετών κατοίκων ήταν: «Πώς γίνεται κάθε φορά που έχει δυνατούς ανέμους να ξεσπούν πυρκαγιές με πολλές εστίες;».

Ενας από τους ηλικιωμένους κατοίκους χθες το απόγευμα, όταν πια η φωτιά είχε περάσει και είχε κάψει σπίτια, αυλές, πεύκα και καλλιέργειες στις Τρέπες, έριχνε νερό στην αυλή του αλλά και έξω για τον φόβο αναζωπύρωσης. Ηταν στο σπίτι του την ώρα που ξέσπασε η φωτιά και όπως έλεγε, «αποφάσισα να φύγω στο παρά πέντε. Δεν μπορούσα να αναπνεύσω».

Από τον οικισμό Τρέπες και μέχρι τον Διόνυσο, στο σταυροδρόμι προς Κακιά Θάλασσα και Δασκαλειό η φωτιά είχε περάσει και από τις δύο πλευρές του δρόμου καίγοντας κυρίως πεύκα. Μεγάλο μέρος πευκόφυτης έκτασης κάηκε και στον οικισμό του Διονύσου. Το σπίτι της Γιώτας Τσοπόρογλου βρισκόταν δίπλα στο σημείο από όπου ξεκίνησε η φωτιά, όπως δήλωσε η ίδια. «Ξεκίνησε από αυτό το ακατοίκητο σπίτι. Μόλις είδα τη φωτιά στην ελιά, ειδοποίησα το 100. Ηρθαν αμέσως με την Πυροσβεστική. Βοήθησα μάλιστα κι εγώ με την αδελφή μου στην αρχή, με λεκάνες και λάστιχα. Οι πυροσβέστες έκαναν ό,τι μπορούσαν για να την περιορίσουν, φυσούσε όμως πάρα πολύ».