Κρυβόταν επί 67 χρόνια. Και χθες ο 97χρονος Ούγγρος Λάζλο Τσατάρι, ο οποίος κατηγορείται ότι βασάνιζε Εβραίους και τους έστελνε κατά χιλιάδες στα στρατόπεδα θανάτου στη διάρκεια του Ολοκαυτώματος, συνελήφθη, ανακρίθηκε και απαγγέλθηκαν εις βάρος του κατηγορίες για εγκλήματα πολέμου. Η παρουσία του είχε επισημανθεί ήδη από πέρυσι στις ουγγρικές Αρχές από το Κέντρο Σιμόν Βίζενταλ, το οποίο καταδιώκει ναζί εγκληματίες πολέμου.

Οι εισαγγελείς απήγγειλαν εναντίον του Τσατάρι κατηγορία για βασανιστήρια, ένα έγκλημα πολέμου που τιμωρείται με μέγιστη ποινή ισόβιας κάθειρξης. Ο δικαστής έθεσε τον κατηγορούμενο υπό περιορισμό κατ’ οίκον για 30 ημέρες. Ο εισαγγελέας Τίμπορ Ιμπόλια είπε ότι κατά την ανάκρισή του ο Τσατάρι ισχυρίστηκε πως κατά την περίοδο του Ολοκαυτώματος ακολουθούσε διαταγές και έκανε το καθήκον του. «Ο ύποπτος αρνήθηκε ότι έχει διαπράξει τα εγκλήματα», είπε ο εισαγγελέας Ιμπόλια, προσθέτοντας πως στη διάρκεια της κατάθεσης «η στάση του Τσατάρι έναντι των συνανθρώπων του μιας ορισμένης θρησκείας… δεν ήταν αυτή που θα θεωρούσαμε φυσιολογική». Οι εισαγγελείς τον συνέλαβαν νωρίς το πρωί, επειδή υπήρχε ο φόβος ότι θα διέφευγε. Στη διάρκεια των τελευταίων μηνών είχε ζήσει σε δύο διαφορετικά διαμερίσματα στη Βουδαπέστη.

Σύμφωνα με τη σύνοψη της υπόθεσης που έδωσαν στη δημοσιότητα οι εισαγγελείς, ο Τσατάρι ήταν αστυνομικός στην πόλη Κόσιτσε της Σλοβακίας, η οποία είχε προσαρτηθεί το 1938 στην Ουγγαρία του φασίστα δικτάτορα Μίκλος Χόρτι, όταν ο Χίτλερ κατέλαβε τη Βιέννη και την Πράγα. Τον Μάιο του 1944 διορίστηκε αρχηγός του στρατοπέδου συγκέντρωσης που είχε δημιουργηθεί σε ένα εργοστάσιο τούβλων του Κόσιτσε, από όπου 12.000 Εβραίοι μεταφέρθηκαν στο Αουσβιτς και σε άλλα γερμανικά στρατόπεδα θανάτου. Ο Τσατάρι ήταν η προσωποποίηση του τρόμου, πάντα παρών όταν φόρτωναν στα τρένα τους Εβραίους. «Ηταν ο πιο σαδιστής απ’ όλους. Ηταν κτηνωδώς ανάλγητος, τρελαινόταν από χαρά να εξευτελίζει δημόσια τις Εβραίες», κατήγγειλαν επιζώντες και απόγονοί τους στον Εφραίμ Ζούροφ, τον επικεφαλής της ομάδας του Κέντρου Σιμόν Βίζενταλ που εντόπισε τον εγκληματία πολέμου. «Εκλεβε τα πάντα, κυρίως πίνακες, πολύτιμα μπιμπελό, οποιοδήποτε έργο τέχνης, οποιοδήποτε κόσμημα ή αντικείμενο αξίας. Πλούτισε παίρνοντας τα πάντα από αυτούς που τους έκλεψε και τη ζωή». Στη δήλωση που έδωσε χθες στη δημοσιότητα ο εισαγγελέας Ιμπόλια αναφέρεται πως ο Τσατάρι χρησιμοποιούσε «τακτικά» ένα μαστίγιο για σκύλους εναντίον των εβραίων κρατουμένων «χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος και ανεξάρτητα από το φύλο, την ηλικία ή την κατάσταση της υγείας του θύματός του». Κατά την αναχώρηση ενός τρένου με τουλάχιστον 80 Εβραίους στριμωγμένους σε ένα βαγόνι, αναφέρει επίσης ο εισαγγελέας, ο Τσατάρι αρνήθηκε το αίτημα ενός από τους κρατουμένους που ασφυκτιούσαν να ανοίξουν τρύπες στα τοιχώματα του βαγονιού για να μπει περισσότερος αέρας. Ο Ιμπόλια προσθέτει στη δήλωσή του ότι, δεδομένης της ηλικίας του, ο Τσατάρι βρίσκεται σε καλή σωματική και διανοητική κατάσταση, μολονότι δεν έχει εξεταστεί ακόμη από ειδικούς.

ΣΤΟΝ ΚΑΝΑΔΑ. Ο Λάζλο Τσατάρι καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο το 1948 από τσεχοσλοβακικό δικαστήριο. Ηταν τότε 33 χρόνων και φρόντισε να εξαφανιστεί – πιθανόν χάρη στο δίκτυο Odessa, τη μυστική ναζιστική οργάνωση που φυγάδευσε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού πολλά στελέχη των Ναζί και όργανά τους. Την επόμενη χρονιά ο Τσατάρι έφτασε στον Καναδά, στην επαρχία της Νέας Σκωτίας. Το 1955 είχε γίνει καναδός πολίτης και εργαζόταν ως έμπορος έργων τέχνης στο Μόντρεαλ. Κατασκεύασε για τον εαυτό του μια νέα, ψεύτικη ταυτότητα και εμφανιζόταν ως ένας ανώνυμος, ήσυχος Ούγγρος, ένα θύμα του πολέμου που αποφάσισε να μην παραμείνει στην κομμουνιστική πλέον πατρίδα του. Χάρη στο εμπόριο έργων τέχνης έγινε πλούσιος. Και ο Ψυχρός Πόλεμος τον προστάτευε, καθώς ο κόσμος ήταν χωρισμένος στα δύο και ήταν δύσκολο να εντοπιστεί. Μάταια οι συγγενείς των θυμάτων του ζητούσαν δικαιοσύνη, μάταια ο Ζούροφ του Κέντρου Βίζενταλ τον επικήρυξε με 25.000 δολάρια.

Ο ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ. Η οργάνωση που καταδιώκει τους Ναζί τον ανακάλυψε μόλις το 1997, όταν κάποιος θέλησε να εισπράξει την επικήρυξη. Η κυβέρνηση του Καναδά αφαίρεσε την υπηκοότητα του Τσατάρι και διέταξε να συλληφθεί άμεσα. Τον Οκτώβριο της ίδιας χρονιάς, όμως, οι καναδικές Αρχές ανακοίνωσαν ότι ο 82χρονος τότε φυγάδας είχε αναχωρήσει από τη χώρα, κατά τα φαινόμενα με προορισμό την Ευρώπη, προτού προλάβουν να αποφασίσουν αν θα τον απελάσουν επειδή πήρε την υπηκοότητα δίνοντας πλαστές πληροφορίες.

Εδώ και τουλάχιστον 15 χρόνια ο Τσατάρι ζούσε στη Βουδαπέστη – πιθανόν με την πραγματική του ταυτότητα. Πριν από έναν χρόνο ο Ζούροφ ζήτησε από την ουγγρική Δικαιοσύνη να ενεργήσει. Του είπαν ότι θα πραγματοποιήσουν έρευνα, χωρίς όμως να γίνει τίποτε. Πριν από μερικές ημέρες όμως ο Ζούροφ έδωσε τις πληροφορίες στη βρετανική εφημερίδα «Σαν» και δύο ερευνητές δημοσιογράφοι εμφανίστηκαν στην πόρτα του ωραίου διαμερίσματος ενός κομψού μεγάρου της Βούδας, στην πιο σικ περιοχή της ουγγρικής πρωτεύουσας, όπου ζούσε ήσυχος ο ναζί εγκληματίας πολέμου.