Μέχρι τον Αύγουστο του 1992 στον λαμπερό θρόνο των αθλημάτων, στον στίβο, μόνο τους άλλους βλέπαμε να κάθονται και φθονούσαμε. Γιατί όχι και η Ελλάδα, ρε γαμώτο; Και ήρθε η στιγμή σαν ηλιακή έκρηξη. Απόβραδο στην Ελλάδα οι τηλεοπτικοί δέκτες σημαδεύουν Βαρκελώνη. Στον τελικό των 100μ. με εμπόδια και μία Ελληνίδα. Οι ελπίδες της λίγες, αλλά στα μάτια της βλέπεις φλόγα. Πλάι της η μεγάλη Γιορντάνκα Ντόνκοβα και στην άκρη το αστέρι, η Γκέιλ Ντίβερς. Πού να πας με τέτοια θηρία; Στο αθλητικό γραφείο, στα «ΝΕΑ» ο αείμνηστος Τάκης Χαραλαμπίδης κάνει υποθέσεις: «Αν έπεφτε κάποια αθλήτρια θα μπορούσαμε και μετάλλιο, ε;».

– Δεν γίνονται αυτά, κύριε Τάκη!

Η κούρσα ξεκινάει και οι σπορτκάστερ της ελληνικής τηλεόρασης, ο Νίκος Αντωνιάδης και ο Γιάννης Θεοδωρακόπουλος, προσπαθούν να διακρίνουν τι γίνεται μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Αυτό που γίνεται τότε σε 12».64 κρατάει ακόμα 20 χρόνια μετά. Ενας λυγμός χαράς ανακατεμένος με μια κραυγή: «Η Πατουλίδου είναι πρώτη, είναι πρώτη!».

Η Πατουλίδου ήταν πρώτη, όχι γιατί έπεσε η Ντίβερς στο τελευταίο εμπόδιο, αλλά γιατί είχε έρθει ο καιρός να ανέβει μια ελληνική σημαία στον ψηλότερο ιστό, σε αγώνισμα του στίβου• και η μοίρα το ‘φερε γυναίκα να είναι αυτή που θα κάνει την έπαρση.

Η Βούλα Πατουλίδου έχει τερματίσει χωρίς να γνωρίζει τη θέση της. Τα μάτριξ του σταδίου δείχνουν την Ντίβερς, το ίδιο και οι τηλεοράσεις. Οταν οι κάμερες στρέφονται στην ελληνίδα αθλήτρια αυτή μοιάζει να βρίσκεται σε απόγνωση. Μόλις έχει νιώσει ότι πέρασε πρώτη τη γραμμή του τερματισμού και τρέχει πάνω – κάτω αναζητώντας στις εξέδρες τον σύζυγό της, τον αρσιβαρίστα Δημήτρη Ζαρζαβατσίδη. Ψάχνει απεγνωσμένα για μια σημαία, μια ελληνική σημαία για να κάνει τον γύρο του θριάμβου. Μια παρέα από έλληνες πολίστες εισβάλλει στον αγωνιστικό χώρο και τη σηκώνει στους ώμους. Η Βούλα αποθεώνεται. Ορθιοι τη χειροκροτούν ο Χουάν Κάρλος και Χουάν Αντόνιο Σάμαρανκ. Η Βούλα είναι η πρώτη ελληνίδα αθλήτρια που θα πατήσει σε κορυφαίο σκαλί του βάθρου, στον στίβο. Και έρχονται οι δηλώσεις: «Είπα θα τρέξω για την Ελλάδα, ρε γαμώτο. Ολα για την Ελλάδα, αξίζει να κάνει κάποιος τα πάντα για αυτήν. Πέτυχα αυτό που κανείς δεν πίστευε, πλην δύο – τριών ανθρώπων. Ελεγα στον εαυτό μου πριν από τον τελικό ότι μπορώ να πάρω το χάλκινο μετάλλιο και τελικά πάλεψα και πήρα το χρυσό».

Λίγες ημέρες μετά ο Πύρρος Δήμας σηκώνει ακόμα ένα χρυσό μετάλλιο στην άρση βαρών. Ο υπεραθλητής από τη Χειμάρρα καταθέτει την ψυχή και τις δυνάμεις του για την επιτυχία και δικαιώνεται. Οι αθλητές του Χρήστου Ιακώβου είναι εκεί και περιμένουν τη σειρά τους. Θα αποθεωθούν τέσσερα χρόνια μετά για να«σταυρωθούν» μαζί με τον «μεσσία» αργότερα. Ο Πύρρος δεν είναι πια κάτω από την μπάρα αλλά κάτω από τη σκέπη της ελληνικής Βουλής. Η άνοιξη του ελληνικού αθλητισμού που μπήκε με χρυσές αποχρώσεις, θα φύγει σύντομα με βαρυχειμωνιά. Και η Βούλα Πατουλίδου θα αναρωτηθεί πολλές φορές στη ζωή της: για ποια Ελλάδα ρε γαμώτο;