Ο Σαμαράς είναι πολιτικός με ιδεολογικές περιέργειες και ποτέ κομματάρχης. «Ενστικτωδώς», όπως παραδέχεται πρόσωπο που ήταν δίπλα του τη δεκαετία του ’90, «ξέρει πώς να χειριστεί μια κυβέρνηση συνεργασίας. Πότε δηλαδή να δώσει χώρο στον έναν για να εκφραστεί και μερίδιο στον άλλο σε κρίσιμες πολιτικές. Αλλά και πώς να χειριστεί τους υπουργούς του, ώστε να προσαρμοστούν στις ανάγκες μιας τριφασικής κυβέρνησης». Οπως λέει κορυφαίος υπουργός που έχει γραφείο στο Μαξίμου, «μοναχός σου χόρευε κι όσο θέλεις πήδα», υπονοώντας ότι αυτή δεν είναι μια κυβέρνηση μόνο της ΝΔ που να μπορεί να κάνει ό,τι θέλει. Συμπληρώνει ότι ο Σαμαράς δίνει μεγάλη σημασία στην άρση της όποιας καχυποψίας μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων – «που έχουν κι αυτοί τα προβλήματά τους» – και ότι τον Πρωθυπουργό ενδιαφέρει «να ομογενοποιηθεί όσο γίνεται πιο γρήγορα αυτή η κυβέρνηση».

Το πιο αξιοσημείωτο στοιχείο στην περίπτωση του Σαμαρά είναι η προσαρμοστικότητά του. Προσαρμοστικότητα πολιτική που του επιτρέπει να ανοίξει την πόρτα της κυβέρνησής του σε κάποιον σαν τον Ράπανο – και μετά τον Στουρνάρα – ή σαν τον Μανιτάκη, σε κάποιον σαν τον Ρουπακιώτη αλλά και σε κάποιον σαν τον Κωστή Χατζηδάκη: ο τελευταίος είναι υπερυπουργός, δεν είναι όμως σαμαρικός. Στην πραγματικότητα, ίσως οι πιο επιτυχημένες τοποθετήσεις προσώπων στην κυβέρνηση αφορούν σε χαρτοφυλάκια που δεν δόθηκαν με παραδοσιακά κομματικά κριτήρια.