Mε το βλέμμα στον ιστορικό του μέλλοντος ανέβηκε χθες στο βήμα της Βουλής ο Αντώνης Σαμαράς για τις προγραμματικές δηλώσεις της κυβέρνησης. Στη μισή ώρα και παραπάνω που κράτησε η ομιλία, φάνηκε πολλές φορές ότι ο Σαμαράς ήταν υποχρεωμένος να συνθέσει τις θέσεις της ΝΔ με αυτές των άλλων δύο εταίρων της κυβέρνησης, δηλαδή του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ. Οι λεπτές ισορροπίες της συγκυβέρνησης δεν φάνηκαν μόνο στις εντατικές διαβουλεύσεις των τελευταίων ημερών για τη διαμόρφωση του τελικού κειμένου της πρωθυπουργικής ομιλίας. Αλλά και στο γεγονός ότι ο Βαγγέλης Βενιζέλος, ο Φώτης Κουβέλης και οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ δεν χειροκρότησαν στο τέλος – ενώ οι καθήμενοι στα υπουργικά έδρανα και η Κοινοβουλευτική Ομάδα της ΝΔ χειροκροτούσαν όρθιοι.

Ο Αντώνης Σαμαράς είχε επίσης να αντιμετωπίσει τα κύματα δυσπιστίας που πέφτουν επάνω στην κυβέρνησή του. Υπάρχει, πρώτα από όλα, η δυσπιστία των πολιτών για το αν το πρωτοφανές εγχείρημα της συγκατοίκησης τριών κομμάτων υπό την οροφή της εξουσίας μπορεί να λειτουργήσει. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Πρωθυπουργός επιχείρησε να είναι ενωτικός και να υπερβεί τις αντιθέσεις της προεκλογικής περιόδου. Σε ένα βαθύτερο επίπεδο, υπάρχει η δυσπιστία της κοινωνίας για το αν ένα ακόμη μείγμα μέτρων και εξαγγελιών μπορεί πράγματι να θεραπεύσει την οικονομία. Γι’ αυτό ο Αντ. Σαμαράς επιχείρησε να είναι συγκεκριμένος, ενώ δεν απέφυγε να αναφερθεί στις πιο μελανές πτυχές της ελληνικής πραγματικότητας – όπως είναι ο συνωστισμός στα συσσίτια ή οι καθημερινές, σχεδόν, αυτοκτονίες.

Με δυσπιστία αντιμετωπίζεται επίσης η Ελλάδα στο εξωτερικό. Ο Πρωθυπουργός ήταν προσεκτικός στο θέμα της περίφημης «επαναδιαπραγμάτευσης» του Μνημονίου, αποκλείοντας κάθε μονομερή ενέργεια και ζητώντας τροποποιήσεις ώστε να αναταχθεί με κάθε τρόπο η ύφεση που υπονομεύει τις προσπάθειες της χώρας να πιάσει τους στόχους.

Η πάταξη της γραφειοκρατίας και η μείωση της ανεργίας είναι προτεραιότητες που θέτει κάθε κυβέρνηση. Η αμφιβολία αφορά την επίτευξή τους. Ο Πρωθυπουργός δεν είπε, πάντως, κάτι για τη μετενέργεια και τις συλλογικές συμβάσεις, προτιμώντας μια γενικότερη διατύπωση: «Πρέπει να αντικατασταθεί κάθε μέτρο που οδηγεί σε απολύσεις». Ωστόσο, το μεγαλύτερο μέρος της ομιλίας αφορούσε τις ιδιωτικοποιήσεις και την αξιοποίηση της δημόσιας γης. Οι αποκρατικοποιήσεις αποτελούν πολιτική εμμονή της Συγγρού από πριν τις εκλογές, καθώς και πολιτική που θεωρείται κρίσιμη στο εξωτερικό. Ο Πρωθυπουργός αναφέρθηκε – εκτός από τον ΟΣΕ και τη δημόσια περιουσία – και σε τμήματα από το παραγωγικό μέρος της ΔΕΗ. Η συμπερίληψη ή όχι της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού στις προγραμματικές δηλώσεις ήταν κάτι που αναμενόταν με ενδιαφέρον. Ηταν, άλλωστε, μία από τις καυτές πατάτες των συζητήσεων μεταξύ ΝΔ, ΠΑΣΟΚ και ΔΗΜΑΡ. Ο Αντ. Σαμαράς έλαβε, πάντως, υπόψη τις ευαισθησίες των εταίρων της κυβέρνησής του μιλώντας για στρατηγικού χαρακτήρα απελευθέρωση της ενέργειας που θα γίνει με προσοχή και με διατήρηση των δικτύων σε δημόσιο έλεγχο. Προσεκτικό και το συνολικό «καδράρισμα» των ιδιωτικοποιήσεων που ο Πρωθυπουργός εξήγησε ότι δεν γίνονται για ταμειακούς λόγους αλλά για ανάπτυξη, ανταγωνιστικότητα και θέσεις εργασίας.

Να γίνει κάτι με τη φοροδιαφυγή ζητούν Βρυξέλλες και ΔΝΤ, οπότε δεν είναι τυχαία η εξαγγελία περιουσιολογίου που να περιλαμβάνει και καταθέσεις. Την ίδια ώρα όμως δίνονται ξανά κίνητρα για επιστροφή κεφαλαίων από το εξωτερικό και ζητείται η καταβολή των έκτακτων φορολογικών επιβαρύνσεων σε περισσότερες δόσεις. Μαζί με τη ζητούμενη επέκταση του επιδόματος ανεργίας κατά έναν χρόνο με κοινοτικά κονδύλια ανήκει στις φιλολαϊκές εξαγγελίες του Πρωθυπουργού. Ο κ. Σαμαράς δεν άφησε ανικανοποίητο το συντηρητικό ακροατήριο με αναφορές στα θέματα της εγκληματικότητας και της μετανάστευσης.

Τέλος, θα πρέπει να ειπωθεί ότι η ομιλία του Σαμαρά είχε και προσωπικό τόνο με αναφορές στην περιπέτεια της υγείας του.