Τα καρφιά που υπήρχαν στα τελάρα των επίδικων έργων τέχνης… κάρφωσαν το «μυστικό» ότι κανένας από τους δύο πίνακες δεν είναι γνήσιος, όπως προκύπτει από την πραγματογνωμοσύνη που συνέταξε για λογαριασμό της Εθνικής Πινακοθήκης η Ολγα Μεντζαφού – Πολύζου.

Στο σχετικό κεφάλαιο της ίδιας πραγματογνωμοσύνης επισημαίνεται ότι: «Τα καρφιά που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι τεχνητά οξειδωμένα, γιατί παρουσιάζουν στοιχεία οξείδωσης στην κεφαλή και στο σώμα, αποδεικνύοντας ότι η οξείδωση έχει γίνει πριν από το κάρφωμα στο τελάρο. Στα παλαιά έργα τα καρφιά οξειδώνονται μόνο στην κεφαλή, ενώ το σώμα δεν αλλοιώνεται γιατί είναι μέσα στο τελάρο».

Επιπλέον, στην ίδια πραγματογνωμοσύνη επισημαίνεται ότι τα επίδικα έργα δεν είχαν ουδέποτε συμπεριληφθεί στους επίσημους καταλόγους απογραφής του έργων του Κ. Παρθένη. Εκτός όμως από τα θεωρητικά ευρήματα, η Εθνική Πινακοθήκη κατέληξε στο ίδιο συμπέρασμα και με τεχνικά μέσα, εξετάζοντας αυθεντικά έργα του καλλιτέχνη και τα επίδικα στο φασματοσκόπιο. Αυτό, όπως εξήγησε στο δικαστήριο η μάρτυρας, είναι «η μαγνητική τομογραφία του έργου και αποκρυπτογραφεί το έργο DNA του καλλιτέχνη». Στα γνήσια έργα φαίνεται διά γυμνού οφθαλμού το φως που λούζει τα δημιουργήματα του Κ. Παρθένη, ενώ τα επίδικα, φασματοσκοπικά εξεταζόμενα, δείχνουν σαν μια μουντζούρα, όπως είπε η κ. Πατσουράκη.