Απέρριψε πάντως ότι η Ελλάδα μπορεί να χρειαστεί περισσότερους πόρους από τα 130 δισ. ευρώ ή μεγαλύτερο «κούρεμα» για το χρέος της.

Ο Πρωθυπουργός εξέφρασε την απόλυτη πεποίθηση ότι η χώρα θα τα καταφέρει να ολοκληρώσει με επιτυχία τις διαδικασίες τόσο για το PSI, όσο και για τη νέα δανειακή σύμβαση και δεν πρόκειται να χρεοκοπήσει. «Ο στόχος μας είναι να ολοκληρώσουμε τις δύο διαδικασίες και να υλοποιήσουμε τις δεσμεύσεις που έχουμε αναλάβει στο παρελθόν… και είμαστε βέβαιοι ότι θα τα καταφέρουμε», είπε.

Για την παραμονή της χώρας στο ευρώ, ο κ. Παπαδήμος τόνισε ότι η κυβέρνηση, τα κόμματα που τη στηρίζουν και η συντριπτική πλειονότητα του λαού στηρίζουν την παραμονή της χώρας στο ευρώ.

Σε εκείνους που αντιτάσσονται στην παραμονή στο ευρώ, ο Πρωθυπουργός απάντησε ότι τα χρόνια πριν από την ένταξη στην ευρωζώνη, οι προσπάθειες για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μέσω της νομισματικής ισοτιμίας έφερναν μόνο προσωρινά αποτελέσματα, ενώ συνοδεύονταν από υψηλό πληθωρισμό και χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης.

Αυτό που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να αναπτυχθεί «είναι θεμελιώδεις δομικές αλλαγές» και άρα «από την εμπειρία μας προκύπτει ότι η έξοδος από το ευρώ, δεν είναι πραγματικά επιλογή», τόνισε.

Όσον αφορά στο πρόγραμμα ανταλλαγής των ομολόγων, ο κ. Παπαδήμος επισήμανε ότι «στο διάστημα των περασμένων εβδομάδων έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος προς την κατεύθυνση της επίτευξης συμφωνίας μεταξύ των ομολογιούχων και της Ελλάδας» και οι δύο πλευρές βρίσκονται «κοντά σε συμφωνία».

«Χρειάζεται λίγη περισσότερη σκέψη πως θα «συναρμολογήσουμε» τα επιμέρους στοιχεία. Έτσι, όπως ξέρετε, υπάρχει μια μικρή παύση στις διαβουλεύσεις. Αλλά είμαι βέβαιος ότι θα συνεχιστούν και θα καταλήξουν σε συμφωνία που θα είναι αποδεκτή από κοινού», ανέφερε ο Πρωθυπουργός.

Απαντώντας, δε, στα σενάρια περί αναγκαιότητας περισσότερων πόρων (από τα 130 δισ. ευρώ που συμφωνήθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής της 26ης Οκτωβρίου) ή μεγαλύτερου «κουρέματος» από το 50%, ο κ. Παπαδήμος τόνισε: «Δεν θα χρειαστεί. Πιστεύω ότι τα κεφάλαια που ανακοινώθηκαν στη Σύνοδο Κορυφής, σε συνδυασμό με το αποτέλεσμα της συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στη διαδικασία, θα πρέπει να είναι αρκετά για να στηρίξουν την ελληνική οικονομία».