Μια μείωση του αμυντικού προϋπολογισμού κατά 460 δισ. δολάρια. Ενας στρατός «πιο μικρός και ευέλικτος» ο οποίος θα εγγυάται την «υπεροχή της Αμερικής». Αποκήρυξη της ιδέας να μπορούν οι ΗΠΑ να διεξάγουν ταυτόχρονα δύο μεγάλους πολέμους. Μείωση της στρατιωτικής παρουσίας στην Ευρώπη. Και η προτεραιότητα δίνεται πλέον στην Ασία, η οποία καθίσταται η σκακιέρα πάνω στην οποία οι ΗΠΑ θα πρέπει να συγκρατήσουν την Κίνα και να αποσοβήσουν τον κίνδυνο από τη Βόρεια Κορέα.

Αυτοί είναι οι άξονες της νέας αμερικανικής στρατηγικής. Είναι μια στροφή που πολλούς χαρακτηρίζουν ιστορική και την οποία παρουσίασε την περασμένη εβδομάδα ο ίδιος ο Μπαράκ Ομπάμα. Σε μια μάλλον ασυνήθιστη κίνηση, ο αμερικανός Πρόεδρος πήγε στο Πεντάγωνο όπου εκφώνησε σύντομη ομιλία μαζί με τον υπουργό Αμυνας Λίον Πανέτα και τον αρχηγό του Μεικτού Επιτελείου των Ενόπλων Δυνάμεων Μάρτιν Ντέμπσι. «Γυρίσαμε σελίδα έπειτα από μια δεκαετία πολέμων», επισήμανε, για να θυμίσει τις επιτυχίες του, με πρώτο τον φόνο του Οσάμα Μπιν Λάντεν.

Οι αριθμοί

Η… κούρα αδυνατίσματος των Ενόπλων Δυνάμεων θα περιορίσει τον Στρατό Ξηράς σε περίπου 500.000 στρατιώτες. Οι Πεζοναύτες θα χάσουν 15.000 – 20.000 άνδρες και γυναίκες. Ενδέχεται να παροπλιστούν αρκετά πυραυλοφόρα υποβρύχια, το πυρηνικό οπλοστάσιο θα μειωθεί και η Πολεμική Αεροπορία δεν θα αγοράσει ένα μέρος των δαπανηρών καταδιωκτικών F35. Πρόκειται για μια μείωση του δυναμικού κατά 10-15%, η οποία απλώνεται σε διάστημα 10-12 ετών και ευνοείται από την απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων από το Ιράκ όπως και από τη σταδιακή αποδέσμευσή τους από το Αφγανιστάν. Είναι σίγουρο, είπε μια πηγή στον Τύπο, ότι «θα εξαφανιστούν ολόκληρες ταξιαρχίες».

Οι συγκρούσεις

Το δόγμα του Πενταγώνου ήταν ανέκαθεν το ακόλουθο: πρέπει να μπορούμε να πολεμήσουμε σε δύο συγκρούσεις ταυτόχρονα. Σήμερα η αρχή αυτή – η οποία θεωρήθηκε «κατάλοιπο του Ψυχρού Πολέμου» – αναθεωρείται. Ο Στρατός των ΗΠΑ θα μπορεί να διεξάγει μόνο έναν πόλεμο μεγάλων διαστάσεων. Οι άλλες απειλές θα αντιμετωπίζονται με δυνάμεις που θα αποσπώνται επί τούτου. Μη φοβάστε όμως, καθησύχασε ο Πανέτα, «θα είμαστε σε θέση να αντιμετωπίζουμε και περισσότερους εχθρούς». Κατά συνέπεια, οι ΗΠΑ δεν θα διατηρούν πλέον μαζική παρουσία στο εξωτερικό, όπως συνέβαινε στο Ιράκ, και θα επιδιώκουν, όταν είναι δυνατό, να επαναλάβουν το «μοντέλο της Λιβύης». Με άλλα λόγια, μια περιορισμένη χρονικά εμπλοκή σε συνεργασία με το ΝΑΤΟ. Θα αυξηθεί η χρησιμοποίηση των μη επανδρωμένων αεροπλάνων, των ειδικών μονάδων, των τακτικών του κυβερνοπολέμου – δηλαδή του πολέμου της πληροφορικής -, και των μέσων που μπορούν να εξασφαλίσουν μια ταχεία απάντηση. Οι στόχοι είναι τρεις: επιτήρηση στρατηγικών θαλάσσιων οδών, διατήρηση στο ακέραιο του δυναμικού της Πολεμικής Αεροπορίας, χρήση προγεφυρωμάτων στο εξωτερικό.

Τα θέατρα των συγκρούσεων

Η Ασία είναι «μια περιοχή με κρίσιμη σημασία», είπε ο Ομπάμα, και συνεπώς θα έχει προτεραιότητα. Γι’ αυτό θα γίνουν επενδύσεις σε αόρατα σούπερ – βομβαρδιστικά και σε αντιπυραυλικά συστήματα – εξοπλισμοί των οποίων οι σχεδιαστές είχαν κατά νου την πρόκληση της Κίνας και το απρόβλεπτο καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ. Ομως είναι προφανές ότι η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να παραμελήσει άλλους τομείς, αρχής γενομένης από τη Μέση Ανατολή, όπου υπάρχει το Ιράν με τις ύποπτες πυρηνικές φιλοδοξίες του. «Θα είμαστε προσεκτικοί», υπογράμμισε ο Ομπάμα. Και στον Κόλπο, θα διευρυνθεί η συνεργασία με τις φίλες κυβερνήσεις.

Οι επικρίσεις

Οι Ρεπουμπλικανοί και αρκετοί παρατηρητές διατύπωσαν επικρίσεις. Για τους πρώτους, ο Λευκός Οίκος μειώνει την ισχύ της αποτροπής και θέτει υπό συζήτηση την εθνική ασφάλεια. Για τους ειδικούς, υπάρχει κίνδυνος οι αντίπαλοι να θέσουν σε δοκιμασία τις αντοχές των ΗΠΑ θεωρώντας πως η Ουάσιγκτον βρίσκεται σε φάση αναδίπλωσης. Ο Πρόεδρος απάντησε πως «ο προϋπολογισμός θα είναι πιο μεγάλος απ’ ό, τι ήταν προς το τέλος της διακυβέρνησης Μπους» και πως θα είναι επίσης «πιο μεγάλος απ’ όσο είναι συνολικά οι προϋπολογισμοί των δέκα κρατών» που δαπανούν τα περισσότερα στην άμυνα. Ο Πανέτα παραδέχθηκε πως η χώρα αναλαμβάνει «επίπεδα κινδύνου υψηλά αλλά αποδεκτά».

Ομως η νέα στρατηγική του Ομπάμα έχει και μια πλευρά που αφορά την εσωτερική πολιτική. Αποτελεί ένα χαστούκι στους Ρεπουμπλικανούς, δεδομένου ότι η Δεξιά είναι παραδοσιακά πιο στενά συνδεδεμένη με το στρατιωτικο-βιομηχανικό σύμπλεγμα. Και, σ’ αυτή τη χρονιά της προεκλογικής εκστρατείας, ο Ομπάμα λέει στους ψηφοφόρους: βάζω στο αρχείο το Ιράκ (μαζί με τις παλιές πολιτικές), μειώνω τις δαπάνες, αλλά δεν ξεχνώ τα στρατηγικά συμφέροντα. Μένει λιγότερο από ένας χρόνος για να μάθουμε αν έπεισε τους Αμερικανούς.

Η αντίδραση

Η Κίνα επεδίωξε να εξισορροπήσει την έκφραση της ανησυχίας της για τις κινήσεις των ΗΠΑ με την επιθυμία της για σταθερές σχέσεις με την Ουάσιγκτον ειδικά φέτος που και οι δύο πλευρές έχουν να ασχοληθούν με εσωτερικά πολιτικά ζητήματα – ο Πρόεδρος Ομπάμα με την επανεκλογή του και το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα με την αλλαγή της ηγεσίας του. Ετσι το Πεκίνο απέφυγε τον συνήθη ισχυρισμό ότι η Ουάσιγκτον θέλει να περικυκλώσει την Κίνα. Στην πληρέστερη μέχρι στιγμής αντίδραση του Πεκίνου στη νέα αμερικανική στρατηγική, το κινεζικό υπουργείο Αμυνας προειδοποίησε πάντως αυτή την εβδομάδα τις ΗΠΑ να «είναι προσεκτικές στα λόγια και στις πράξεις τους». «Θα παρακολουθήσουμε από κοντά την επίδραση που η προσαρμογή της στρατιωτικής στρατηγικής των ΗΠΑ θα έχει στην περιοχή Ασίας – Ειρηνικού και στις εξελίξεις στον τομέα της παγκόσμιας ασφάλειας», δήλωσε ο εκπρόσωπος του υπουργείου Γκενγκ Γιανσένγκ, χαρακτηρίζοντας «παντελώς αβάσιμες τις κατηγορίες που διατυπώνουν οι ΗΠΑ εναντίον της Κίνας». «Ελπίζουμε», πρόσθεσε, «πως οι ΗΠΑ θα ακολουθήσουν το πνεύμα της εποχής και θα αντιμετωπίσουν την Κίνα και τις κινεζικές ένοπλες δυνάμεις με αντικειμενικό και ορθολογικό τρόπο, θα είναι προσεκτικές στα λόγια και τις πράξεις τους και θα κάνουν περισσότερα που να ωφελούν την ανάπτυξη των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών και των ενόπλων δυνάμεών τους».

Οι ανησυχίες

Η Κίνα διερύνει τη ναυτική ισχύ της καθελκύοντας υποβρύχια και ένα αεροπλανοφόρο, ενώ έχει επίσης αυξήσει τις πυραυλικές δυνατότητές της, καθώς και τις δυνατότητες παρακολούθησης. Επεκτείνει έτσι και την επιθετική εμβέλειά της και ανησυχεί τους γείτονές της. Η διαφιλονικούμενη ιδιοκτησία πλούσιων σε πετρέλαιο υφάλων και νησιών στη Θάλασσα της Νότιας Κίνας, απ’ όπου διακινούνται κάθε χρόνο εμπορικά προϊόντα αξίας 5 τρισ. δολαρίων, είναι μία από τις μεγαλύτερες απειλές για την ασφάλεια στην Ασία. Η Κίνα, πιστεύουν πολλοί γείτονές της, ενισχύει τη ναυτική ισχύ της ακριβώς για να διεκδικήσει αποτελεσματικότερα εδάφη. Πέρυσι σημειώθηκαν αρκετά επεισόδια σε περιοχές της Θάλασσας της Νότιας Κίνας που διεκδικούν πλήρως ή εν μέρει η Κίνα, η Ταϊβάν, οι Φιλιππίνες, η Μαλαισία, το Βιετνάμ και το Μπρούνεϊ. Ομως ο κινέζος Πρόεδρος Χου Τζιντάο έχει καταστήσει σαφές πως δεν επιθυμεί την ένταση στις σχέσεις με την Ουάσιγκτον. Ο Χου αποσύρεται από την εξουσία στα τέλη του 2012 και ο σχεδόν βέβαιος διάδοχός του, ο αντιπρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, είναι πιθανό να επισκεφθεί τις ΗΠΑ μέσα στους ερχόμενους μήνες.