Ο δικηγόρος και συνταγματάρχης Μικολάι Πριζίμπιλ, αναπληρωτής προϊστάμενος στη Στρατιωτική Εισαγγελία του Πόζναν και επικεφαλής τοπικής υπηρεσίας που διερευνά υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος στον πολωνικό στρατό, έχει συγκαλέσει συνέντευξη Τύπου. Υπερασπίζεται το γραφείο του από τις καταγγελίες που έχουν δημοσιευτεί τελευταία σε εφημερίδες πως η στρατιωτική εισαγγελία επεχείρησε να αποκτήσει παράνομα πρόσβαση στους αναλυτικούς λογαριασμούς των κινητών τηλεφώνων καθώς και στα SMS κάποιων δημοσιογράφων σε μια προσπάθεια να εντοπίσει την πηγή των διαρροών στον Τύπο απόρρητων πληροφοριών σε σχέση με τη συνεχιζόμενη έρευνα γύρω από την συντριβή, τον Απρίλιο του 2010, στο Σμολένσκ της Ρωσίας, του προεδρικού αεροσκάφους – είχαν χάσει τότε τη ζωή τους ο πολωνός πρόεδρος Λεχ Κατσίνσκι, η σύζυγός του, και 94 ακόμα πολωνοί αξιωματούχοι. Παράλληλα, ο Πριζίμπιλ καταγγέλλει τη σχεδιαζόμενη, όπως λέει, άρση της αυτονομίας της στρατιωτικής εισαγγελίας και τη συγχώνευσή της με την πολιτική. Οι στρατιωτικοί εισαγγελείς, δηλώνει, έχουν αποδείξει την αξιοσύνη τους στις πολλές έρευνες που έχουν ξεκινήσει για υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος στον στρατό – οι έρευνες αφορούν κυρίως υπόνοιες διαφθοράς στην αγορά εξοπλισμού για τα πολωνικά στρατεύματα που υπηρετούν στο Αφγανιστάν και, παλαιότερα, στο Ιράκ.

ΚΑΡΕ – ΚΑΡΕ. Αλλά το βίντεο που έχουν ήδη παρακολουθήσει χιλιάδες άνθρωποι στο YouTube περιλαμβάνει μόνο μια τελευταία δήλωση: «Καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας μου ως πολιτικού και στη συνέχεια στρατιωτικού εισαγγελέα ουδέποτε ντρόπιασα τη Δημοκρατία της Πολωνίας και θα προστατεύσω την τιμή ενός αξιωματούχου των πολωνικών Ενόπλων Δυνάμεων και της Εισαγγελίας». Ο Πριζίμπιλ σηκώνει τα μάτια από τα χαρτιά του. «Σας ευχαριστώ», λέει στους δημοσιογράφους, «ας κάνουμε παρακαλώ ένα πεντάλεπτο διάλειμμα, πρέπει να ξεκουραστώ». Ενα βεβιασμένο χαμόγελο σχηματίζεται στο πρόσωπό του. Ο Πριζίμπιλ σηκώνεται όρθιος, συνοδεύει τους δημοσιογράφους στην πόρτα. Μια κάμερα συνεχίζει να τραβάει πλάνα στο γραφείο του. Ο πρωταγωνιστής βρίσκεται πια εκτός πλάνου, αλλά το μικρόφωνο καταγράφει κάθε ήχο. Ο οπλισμός ενός περιστρόφου. Εκπυρσοκρότηση. Ο γδούπος ενός σώματος που σωριάζεται στο πάτωμα. Σε μια γωνιά του πλάνου προβάλλει ένα πόδι. Η πόρτα ανοίγει και οι δημοσιογράφοι εισβάλλουν στο γραφείο. Είχαν νομίσει, ακούγοντας το «μπαμ», πως έπεσε κάποια κάμερα. Ο στρατιωτικός εισαγγελέας μεταφέρεται στο νοσοκομείο. Εχει χάσει τις αισθήσεις του αλλά είναι ζωντανός. Η σφαίρα διαπέρασε απλώς το μάγουλό του. «Ηθελα να αυτοκτονήσω», θα πει την επομένη από το νοσοκομείο. «Εβαλα το πιστόλι στο στόμα μου αλλά το χέρι μου τινάχτηκε όταν είδα το πόμολο της πόρτας να κινείται. Ενας άνδρας που ήθελε να μετακινήσει τα καλώδια μ’ έσωσε». Γιατί όμως θέλησε να αυτοκτονήσει; Ο Πριζίμπιλ εξηγεί πως θέλησε να υπερασπιστεί «την τιμή» και «το μέλλον» της υπηρεσίας του. Αποκαλύπτει ότι έχει γίνει στο παρελθόν στόχος απειλών και επιθέσεων. «Μπορούσα να δεχθώ ότι το αυτοκίνητό μου καταστράφηκε, ότι κάποιοι χαλάρωσαν τις ρόδες σε μια προσπάθεια να με σκοτώσουν, πως σκότωσαν τον σκύλο μου. Ηξερα επίσης ότι με είχαν επικηρύξει για ένα εκατομμύριο ζλότι (240.000 ευρώ), αλλά δεν μπορούσα να δεχθώ πως με είχαν κατηγορήσει για μια παράνομη πράξη». Στη διάρκεια της ίδιας συνέντευξης, ο Πριζίμπιλ παραδέχθηκε πως η απόφασή του να αυτοκτονήσει επηρεάστηκε από τις «υποθέσεις που διερευνά», συμπεριλαμβανομένης μιας υπόθεσης διαφθοράς στα ανώτερα στρατιωτικά κλιμάκια.

Ο προϊστάμενός του, επικεφαλής στρατιωτικός εισαγγελέας της Πολωνίας, Κρζιστόφ Παρούλσκι, έσπευσε εξαρχής να τον υπερασπιστεί ως «έντιμο άνθρωπο», έναν «από τους καλύτερους εισαγγελείς». Πολύ γρήγορα ο Παρούλσκι ενεπλάκη σε έναν λεκτικό πόλεμο με το «αντίπαλο δέος», τον πολιτικό γενικό εισαγγελέα της Πολωνίας Αντρέι Σέρεμετ, ο οποίος κατήγγειλε πως η στρατιωτική εισαγγελία πράγματι παραβίασε τον νόμο στην υπόθεση της παρακολούθησης δημοσιογραφικών κινητών. Ο πολωνός Πρόεδρος, Μπρόνισλαβ Κομορόφσκι κάλεσε και τον Παρούλσκι και τον Σέρεμετ στο γραφείο του, προανήγγειλε αλλαγές στον «προβληματικό» τρόπο λειτουργίας της εισαγγελίας και ζήτησε από την Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας να παρακολουθεί την υπόθεση. Κάποιοι βουλευτές απαίτησαν τη διενέργεια ειδικής κοινοβουλευτικής έρευνας. Κάποιοι δημοσιογράφοι αμφισβήτησαν την πρόθεση του Πριζίμπιλ να αυτοκτονήσει, μίλησαν για σκηνοθετημένη απόπειρα να τραβήξει την προσοχή στο μήνυμά του, στο αίτημα να μην τεθούν οι στρατιωτικοί εισαγγελείς υπό πολιτική εποπτεία. «Εκβιασμό», χαρακτήρισε την πράξη του η Αγκάτα Κοβακόσφκα, αρθρογράφος της «Γκαζέτα Βιμπόρσκα».

Ο δυτικός Τύπος δεν ασχολήθηκε ιδιαίτερα. Μερίδα του ρωσικού Τύπου, από την άλλη πλευρά, διέκρινε στον ορίζοντα μια νέα, «σχετιζόμενη με τη Ρωσία» πολιτική κρίση στην Πολωνία, υπενθυμίζοντας τους τριγμούς που εξακολουθεί να προκαλεί στις πολωνορωσικές σχέσεις η αεροπορική τραγωδία στο Σμολένσκ και τις καταγγελίες που έχει πολλάκις διατυπώσει ο Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, δίδυμος αδελφός του πρώην προέδρου, πρώην πρωθυπουργός ο ίδιος και νυν επικεφαλής του μεγαλύτερου κόμματος της αντιπολίτευσης, εις βάρος του φιλελεύθερου διδύμου που κυβερνά σήμερα την Πολωνία, του Προέδρου Κομορόφσκι και του Πρωθυπουργού Τουσκ: ότι συνωμότησαν με τους Ρώσους και για τη συντριβή του προεδρικού Τουπόλεφ και για τη συγκάλυψη του θέματος.

ΔΙΑΡΡΟΕΣ. Σημειωτέον, οι ρώσοι εμπειρογνώμονες κατέληξαν πως για τη συντριβή ευθύνεται αποκλειστικά η επιμονή του πολωνού στρατηγού και διοικητή της Αεροπορίας Αντρέι Μπλάζικ, που ήταν παρών στο πιλοτήριο και επιπλέον πιωμένος, να προσγειώσουν οι πιλότοι το αεροσκάφος παρ’ ότι οι καιρικές συνθήκες ήταν άθλιες. Επιπλέον, οι φήμες θέλουν έναν πρώην πολωνό στρατιωτικό εισαγγελέα, άνθρωπο των Κατσίνσκι, να διοχετεύει τεχνηέντως στον Τύπο απόρρητες πληροφορίες από την πολωνική έρευνα ώστε να στηριχθούν οι θεωρίες συνωμοσίας του Γιάροσλαβ. Ο ίδιος μάλιστα άνθρωπος φέρεται να είχε και μυστικές επαφές με πράκτορες της CIA και του FBI στην πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βαρσοβία.

Με άλλα λόγια, αυτή η υπόθεση έχει από όλα. Τόσο πολλά, που δεν δένουν μεταξύ τους. Κρατήστε το όνομα Μικολάι Πριζίμπιλ, στο μέλλον ίσως ακούσουμε πολλά γι’ αυτό – ή από αυτόν.