Από την ΑΕΚ στον Παναθηναϊκό, ξανά στην ΑΕΚ, μετά στον ΠΑΟΚ και τώρα στην Εθνική – στο απόγειο της δόξας και της καριέρας του. Στο ενδιάμεσο, και αυτό είναι παράσημο, πέρασε και από τις τρεις ισχυρές ομάδες της πατρίδας του: την Πόρτο, τη Σπόρτινγκ και την Μπενφίκα.

Για να είμαστε ειλικρινείς, ο Σάντος ήρθε το καλοκαίρι του 2001 στην Ελλάδα και η έλευσή του ήταν όπως ο χαρακτήρας του. Χαμηλών τόνων. Η ΑΕΚ έμπαινε στη λαίλαπα Ψωμιάδη, ο Σκλαβενίτης συγκέντρωνε τα φώτα της δημοσιότητας με το ιδιοκτησιακό και ο Πορτογάλος ξαφνικά άλλαζε δρομολόγιο: αντί για τον Αρη στην ΑΕΚ.

Από τους πρώτους που βρήκε στους Θρακομακεδόνες ήταν ο Αντώνης Μήνου – προπονητής τερματοφυλάκων και μετέπειτα έμπιστός του. Κοντά του αρχικά είχε τον Γιάσμικο Βέλιτς. Ηταν απαραίτητος, τόσο ως βοηθός όσο και ως μεταφραστής. Ο Σάντος δεν έλεγε πολλά. Πόνταρε στον Ροζάριο, έναν συμπατριώτη του που έκανε τη «βρώμικη δουλειά». Στα αποδυτήρια, έπρεπε να κρατήσει ισορροπίες. Δεν ανοιγόταν ιδιαίτερα. Με τον Ψωμιάδη είχε τις ζεστές και τις κρύες ημέρες του – όπως εκείνες στο καταχείμωνο που παραιτήθηκε αλλά επέστρεψε γιατί τον ήθελαν παίκτες και κόσμος της ΑΕΚ. Τα ηχηρά ονόματα της ΑΕΚ, ο Ζαγοράκης, ο Ντέμης, ο Κατσουράνης, άρχισαν να τον φωνάζουν «δάσκαλο».

ΤΑΚΤΙΚΗ ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ!

Ο ίδιος ο Σάντος, μηχανικός από το Εστορίλ, ήταν μανιώδης της τακτικής. Πάσες και κοντρόλ συνέχεια. Επέμενε. Κυρίως στον τρόπο που γίνονταν αυτά, γιατί σημασία είχε ο χρόνος. Η ταχύτητα, βλέπετε, υποχρεώνει τους ποδοσφαιριστές να λειτουργούν πιο γρήγορα σε σκέψη και κινήσεις. Σύστημα; Το 4-3-3. Εφερε τον Μιελκάρσκι, ένα ψηλό παιδί με πήλινα πόδια και το έκανε για να τρώει αυτός το ξύλο και να ανοίγει ο δρόμος στον Ντέμη για τα δίχτυα. Αργότερα έδωσε ευκαιρία στον Πορτογάλο Φόλια, αλλά τον πρόδωσε. Ηθελε στηρίγματα. Μέσα και έξω από τα αποδυτήρια. Αλλωστε, πρώτος χρόνος στην Ελλάδα δεν ήταν; Στο ξενοδοχείο λειτουργούσε με τη νοοτροπία της οικογένειας. Κατέβαινε στα γεύματα μαζί με τους παίκτες, ταυτόχρονα. Ολοι μαζί ήταν το μόνιμο σύνθημά του. Και πριν από τους αγώνες, ανέλυε επί ώρες τον αντίπαλο, ίσως το πλέον δυνατό του στοιχείο. Με τη συνδρομή του Ρικάρντο Σάντος, του ανιψιού του, ο οποίος «κόβει και ράβει» κασέτες και τις παραδίδει έτοιμες στον δάσκαλο για τη θεωρία. Αν κάποια ομάδα έχει κοντά παιδιά στην ενδεκάδα, τότε έλιωνε τους παίκτες του στις «στημένες φάσεις». Αν διέκρινε αδυναμίες στα δεξιά, πιπίλιζε το αυτί του αριστερού του ακραίου ώστε να εκμεταλλευθεί κάθε κενό. Πραγματιστής στο έπακρο.

ΠΡΩΤΑ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ

Με πάθος για την κατοχή της μπάλας, τον έλεγχο των κινήσεων, την επίθεση με λογική, τις σωστές αποστάσεις στο κέντρο και τους δύο αμυντικούς στο κέντρο της οπισθοφυλακής. «Ποτέ δεν θα παίξω με τρεις στην άμυνα», λέει συχνά πυκνά. Γιατί δεν θέλει να αφαιρεί παίκτη από τα χαφ. Το ίδιο στυλ κράτησε και μετά. Στον ΠΑΟ, ξανά στην ΑΕΚ, στον ΠΑΟΚ και τώρα στην εθνική ομάδα…