Εάν επιτυγχάνει κάτι με βεβαιότητα το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το επόμενο έτος που κατατέθηκε χθες είναι η ομοφωνία για το βασικό χαρακτηριστικό του:

n Αντί να μειώνει δραστικά τις δαπάνες, αυξάνει δραστικά τους φόρους για να τις καλύψει.

Επαναλαμβάνει δηλαδή τη συνταγή που ήδη δοκιμάστηκε με τον τρέχοντα προϋπολογισμό και δεν πέτυχε.

Διότι προσπαθεί να προσεγγίσει τους δημοσιονομικούς στόχους με λάθος τρόπο.

n Αντί να μειώσει το κράτος, υποχρεώνει την οικονομία να το χρηματοδοτεί πλουσιοπάροχα.

Από τα στοιχεία του προϋπολογισμού προκύπτει ότι και τον επόμενο χρόνο το κράτος ελάχιστα θα περιοριστεί.

Θα συνεχιστεί δηλαδή η σπατάλη σε δραστηριότητες και υπηρεσίες που δεν έχουν λόγο ύπαρξης.

Για παράδειγμα, θα εξακολουθήσει η χρηματοδότηση του ΟΣΕ.

Κατά παράβαση της κοινής πεποίθησης ότι είναι προτιμότερο να διασφαλιστούν οι εργαζόμενοι και να δρομολογηθεί η ιδιωτικοποίησή του.

Αλλο παράδειγμα είναι ο τομέας των σκουπιδιών. Το κράτος πληρώνει για την αποκομιδή, αλλά δεν μεριμνά να εξασφαλίσει έσοδα από τη διαχείρισή τους.

Σε ένα κράτος που απειλείται με χρεοκοπία συνιστούν παραλογισμό οι υψηλοί φόροι για να καλυφθούν οι υψηλές δημόσιες δαπάνες.

Αυτή η μέθοδος δεν απέτυχε μόνο να γεμίσει το κρατικό ταμείο.

Κατά κοινή διαπίστωση τροφοδότησε και την ύφεση.

Είναι λογικό ότι η επανάληψή της θα έχει τα ίδια αποτελέσματα.

Οπότε θα προκύψει εκ νέου ανάγκη για πρόσθετη φορολόγηση.

Συνεπώς οι στόχοι του προϋπολογισμού πρέπει να επανεκτιμηθούν Καθώς η πιο συγκεκριμένη παράμετρος είναι οι δαπάνες, ο περιορισμός τους μπορεί επίσης να γίνει με συγκεκριμένους τρόπους.

Ταυτόχρονα η αναζήτηση εσόδων πρέπει να εστιαστεί σε υγιείς μεθόδους.

Οπως είναι η ανάπτυξη και η καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Η κυβέρνηση έχει περιθώρια να αναθεωρήσει τη μεθοδολογία με την οποία διαμόρφωσε τον προϋπολογισμό.

Πρέπει όμως να βρει και τη βούληση…