Η Ν.Δ. στην πρώτη της µεγάλη απόφαση υπό την ηγεσία του Αντ. Σαµαρά δεν τα κατάφερε. Αφησε στο ΠΑΣΟΚ την ευθύνη, καταψηφίζοντας τελικά τη συµφωνία διάσωσης. Οι κριτικές της Ν.Δ. στο ακραίο πακέτο λιτότητας και γενικότερα στις επιλογές της κυβέρνησης και βάση έχουν και συνοχή. Η καταψήφιση, όχι. Το κόµµα που κρύβεται πίσω από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία του αντιπάλου, που καταψηφίζει ελπίζοντας ότι δεν θα κάνουν το ίδιο οι βουλευτές του ΠΑΣΟΚ, δεν είναι σοβαρό κόµµα εξουσίας. Ιδιαίτερα όταν το διακύβευµα είναι το ενδεχόµενο µιας παύσης πληρωµών, ένα ζήτηµα ζωής ή θανάτου για µια χώρα. Η Ν.Δ. λειτούργησε σαν «µικρή» δύναµη, µικρή πολιτικά, µικρότερη ηθικά. Και ο Αντ. Σαµαράς που πρώτος διακήρυξε την ανάγκη µιας «νέας µεταπολίτευσης» κατέληξε να υιοθετήσει το πνεύµα της «παλαιάς» µεταπολίτευσης. Ας επιτραπεί µια επιπλέον παρατήρηση. Ελάχιστη σηµασία έχει, για το επιχείρηµα που αναπτύσσεται εδώ, το αν η κίνηση Σαµαρά τού «βγει» πολιτικά. Πιθανώς θα του «βγει». Αυτό που έχει σηµασία είναι το µήνυµα που η επιλογή αυτή εµπεριέχει, το µήνυµα, τελικά, που οι ηγεσίες στέλνουν στην κοινωνία: το συµφέρον µετράει, το συµφέρον είναι ο οδηγός, η ηθική της ευθύνης είναι για αυτούς που δεν µπορούν να την αποφύγουν (βλ. κυβέρνηση) ή για τους ανόητους. Η επιβίωση του παλαιού, αυτό είναι το έµµεσο µήνυµα Σαµαρά.

Η πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τύχει επαρκούς προσοχής. Ο επίσηµος ΣΥΡΙΖΑ, πέραν της αναµενόµενης (και σωστής) κριτικής στις λύσεις του ΔΝΤ, δεν τόλµησε ούτε να αποδεχθεί τον µηχανισµό στήριξης ούτε να διατυπώσει µια εναλλακτική λύση (µε πιθανή επίπτωση την έξοδο από την ευρωζώνη). Η ηγεσία του χάθηκε στον τακτικισµό και δεν αξιοποίησε τις πολλές ενδιαφέρουσες προτάσεις των οικονοµολόγων του χώρου. Και το χειρότερο, όταν πήρε θέση, ακολούθησε τη γραµµή τής δωρεάν διαφοροποίησης, όπως ακριβώς και η Ν.Δ. Ετσι, σε µια πρώτη φάση, ο ΣΥΡΙΖΑ υποτίµησε ακραία το πρόβληµα (η χρεοκοπία ήταν ένα τέχνασµα του ΠΑΣΟΚ) και, σε µια δεύτερη, πρότεινε δηµοψήφισµα για την αποδοχή ή όχι του µηχανισµού στήριξης. Ωστόσο, ποτέ δεν σκιαγράφησε το περιεχόµενο του «όχι», δεν πρότεινε δηλαδή µια άλλη στρατηγική για την αντιµετώπιση του κρίσιµου προβλήµατος της αδυναµίας δανεισµού.

Τι θα συνέβαινε αλήθεια εάν η χώρα πράγµατι έµπαινε σε µια διαδικασία δηµοψηφίσµατος; Ποιος και πώς θα σταµατούσε τον πανικό της µαζικής εξόδου κεφαλαίων µπροστά στο ενδεχόµενο της νίκης του «όχι», ποιος και πώς θα σταµατούσε την ιλιγγιώδη επιτάχυνση της δυναµικής της χρεοκοπίας;

Τελικά, ο Α. Τσίπρας διατύπωσε την εναλλακτική πρόταση της Αριστεράς, αλλά µόνο µετά τη συµφωνία µε το ΔΝΤ και την Ε.Ε. («Θα µπορούσαµε να δανειστούµε από άλλες χώρες», Μega, Δευτέρα 3 Μαΐου, η συµφωνία ανακοινώθηκε την Κυριακή 2 Μαΐου). Μία ηµέρα µετά είναι, σε αυτήν την περίπτωση, ένας αιώνας µετά. Η διατύπωση εναλλακτικής πρότασης µετά τη διεθνή δέσµευση της χώρας είναι ο ορισµός της πολιτικής µηδενικού ρίσκου. Ωστόσο, η συνεχής αλλαγή θέσεων δεν σταµατάει εδώ. Την 11η Μαΐου ο ΣΥΡΙΖΑ τροποποιεί εκ νέου τη θέση του και ζητάει άµεση κατάργηση της συµφωνίας (χωρίς να διευκρινίζει εάν προτείνει και τη µη εκταµίευση της πρώτης δόσης του δανείου), αναδιαπραγµάτευση του παλαιού χρέους, µείωση των επιτοκίων και διαγραφή µέρους του χρέους («Η Αυγή», 11.5.2010).

Η πολιτική απόφαση που στηρίζεται στην ηθική της ευθύνης είναι εκείνη που παίρνεται µε γνώµονα τις προβλέψιµες επιπτώσεις που επιφέρει η υλοποίησή της. Η απόφαση καταψήφισης από τον Αντ. Σαµαρά και η πρόταση δηµοψηφίσµατος του Α. Τσίπρα δεν εµπεριείχαν αξιολόγηση της τυχόν βλάβης που η υλοποίησή τους συνεπαγόταν. Στην ουσία, ως προτάσεις χωρίς «διά ταύτα» αποτέλεσαν – και οι δύο – χαρακτηριστικές περιπτώσεις µη ανάληψης ευθύνης, παραίτησης από την άσκηση ηγεσίας. Αντιθέτως, το ΠΑΣΟΚ, ο ΛΑΟΣ, το ΚΚΕ (µε λιγότερο καθαρό τρόπο) και η µειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ (τάση Λαφαζάνη)

δεν παραιτήθηκαν από τον ηγετικό τους ρόλο. Βεβαίως, οι πολιτικές που πρότειναν ήταν εκ διαµέτρου αντίθετες. Δεν κρίνεται όµως εδώ η ορθότητα των µεν ή των δε. Κρίνεται η ηγεσία. Τα ως άνω κόµµατα και τάσεις είχαν ένα κοινό χαρακτηριστικό: δεν κρύφτηκαν πίσω από το πρόβληµα, δεν απέφυγαν την απόφαση και την περιγραφή των συνεπειών της απόφασης.

Η λογική της πολιτικής δράσης έχει κάτι τραγικό διότι, επιζητώντας την αποτελεσµατικότητα, εγκαταλείπει συχνά την αρετή. Η Ν.Δ. και ο ΣΥΡΙΖΑ, σε ένα θέµα ιστορικής σηµασίας, δεν τόλµησαν. Εχασαν έτσι και στο πεδίο της αρετής και στο πεδίο της αποτελεσµατικότητας.

ΠΑΡΑΙΤΗΣΗ

Οι προτάσεις Σαµαρά και Τσίπρα χωρίς «δια ταύτα» αποτέλεσαν χαρακτηριστικές περιπτώσεις µη ανάληψης ευθύνης, παραίτησης από την άσκηση ηγεσίας

Ο Γεράσιµος Μοσχονάς είναι αναπληρωτής καθηγητής στο Πάντειο Πανεπιστήµιο, εντεταλµένος διδασκαλίας στο Ελεύθερο Πανεπιστήµιο Βρυξελλών