Αποκαθηλώσεις ολκής


Αποκαθήλωση χωρίς εξήγηση σήμανε στο Καρλόβασι της Σάμου. Δύο προτομές- μία του διαπρεπούς νομικού, συγγραφέα, θεατρικού συγγραφέα και βουλευτή, Αλέξη Σεβαστάκη και μία του κορυφαίου ποιητή Γιάννη Ρίτσου- έργα και οι δύο του Βασίλη Παπασάικα απομακρύνθηκαν από πλατεία της πόλης με τη δικαιολογία «πως αν μείνουν στη θέση τους οι προτομές, μπορεί και άλλοι να θελήσουν στο μέλλον να βάλουν κι άλλες και θα γεμίσει η πλατεία αγάλματα, πως μπορεί “κάποιοι” να προξενήσουν φθορές ή πως μπορεί να τις καταστρέψουν οι καιρικές συνθήκες». Αν δεν αξίζουν μια θέση στο Καρλόβασι, ο μεν Σεβαστάκης με γενέτειρα την περιοχή του Καρλοβασίου, ο δε Ρίτσος που παντρεύτηκε Καρλοβασιώτισσα και έζησε σε κατ΄ οίκον περιορισμό την περίοδο της χούντας, ποιος το δικαιούται; Εκτός κι αν «κόπηκαν» λόγω αριστερών πεποιθήσεων, όπως αρμόζει σε μια δημοκρατική κοινωνία…

Μουσείο εναντίον μνημείου


Η ιστορία ενός τόπου, η ιδεολογία μιας εποχής, είναι γραμμένα στα νομίσματά της. Αυτή είναι η βασική ιδέα της μόνιμης έκθεσης του Νομισματικού Μουσείου, που λειτουργεί στο Ιλίου Μέλαθρον- το νεοκλασικό αριστούργημα που έκτισε το 1880 ο Ερνέστος Τσίλερ για τον Ερρίκο Σλήμαν. Στη μόνιμη έκθεση του άνω ορόφου, που εγκαινιάσθηκε χθες βράδυ από τον υπουργό Πολιτισμού έπειτα από δύο δεκαετίες υπομονετικών εργασιών για τη συντήρηση των τοιχογραφιών, οροφογραφιών και ψηφιδωτών δαπέδων, αλλά και όλης της αποσαθρωμένης εσωτερικής κατασκευής του μνημείου, λάμπουν τα άφθαρτα ολόχρυσα βυζαντινά φλουριά της πρώτης περιόδου, με τις προτομές αυτοκρατόρων, τον σταυρό και άλλα χριστιανικά εμβλήματα, που απέκτησαν στη συνείδηση του λαού μαγικές ιδιότητες, τα κωσταντινάτα. Αυτά τα πρώτα νομίσματα της πανίσχυρης οικονομικής αυτοκρατορίας, που κυκλοφορούσαν παντού σαν τη χρυσή λίρα, γίνεται φανερό ότι αποτέλεσαν τα πρότυπα των νομισμάτων στη μεσαιωνική Ανατολή αλλά και στη Δύση. Σταδιακά τα χρυσά κέρματα των βυζαντινών φτώχυναν σε περιεκτικότητα, ακολουθώντας τις τύχες των ταμείων της αυτοκρατορίας που άδειαζαν, έως που καταλύθηκαν. Ηγεμόνες, χαλίφες και σουλτάνοι έκοψαν τη δική τους μονέδα. Ο άνω όροφος του Ιλίου Μελάθρου γέμισε με ψηλά διαχωριστικά πανό και φωτεινές οθόνες. Στοιχεία που παρεμβάλλονται στους χώρους, τους τοίχους ή μπλοκάρουν πόρτες και παράθυρά του. Τα καλώδια που είναι «περασμένα» κολλητά στα ψηφιδωτά δάπεδα για να αποφευχθούν οι πολλές τρύπες στους τοίχους του διατηρητέου μνημείου παραβιάζουν σε αρκετά σημεία την αντοχή του χώρου σε παρεμβάσεις, αφού είναι ο ίδιος ένα μουσείο. Αν το στοίχημα της μετατροπής αστικής βίλας του 1880 σε μουσείο νομισμάτων έφερε αποτελέσματα μετά βίας ανεκτά στους μεγάλους χώρους υποδοχής, η πληθωριστική εγκατάσταση των νομισμάτων στα παλιά υπνοδωμάτια του Ερρίκου, της Σοφίας και των παιδιών τους στον άνω όροφο αλλοιώνει και φέρνει σε σύγκρουση τις αξίες που εκπροσωπούν ένα μουσείο κι ένα μνημείο που είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Λογοτεχνία και σινεμά


«Πολύ συχνά, καλά βιβλία γίνονται κακές ταινίες, και το αντίθετο, κι αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι το σινεμά δεν μπορεί να διαβάσει την “ψυχή” ενός καλού βιβλίου ενώ, στην περίπτωση του κακού βιβλίου, καταφέρνει να το αναβαθμίσει», είπε χθες ο Θανάσης Βαλτινός στη συζήτηση που οργάνωσε το ΕΚΕΒΙ στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Στο πάνελ συνοδευόταν από τους Πέτρο Τατσόπουλο, Βαγγέλη Ραπτόπουλο και Νικ Γκατζογιάννη. Κι όλα πήγαιναν καλά, μέχρι που πήρε τον λόγο ο σκηνοθέτης Νίκος Αλευράς και, με τον γνωστό ανατρεπτικό λόγο του, τόνισε: «Η λογοτεχνία, είναι η κατάντια του κινηματογράφου». Όλοι ξέρουν, βέβαια, τις ακραίες απόψεις του και αντιπαρήλθαν την πρόκληση…