Τον Ιανουάριο του 1998, μια ομάδα γιατρών από το Ενδοκρινολογικό Τμήμα της Παθολογικής Κλινικής του Πανεπιστημίου Πατρών έφτανε για πρώτη φορά- περπατώντας μέσα από χαράδρες, «μισές» γέφυρες, κατεστραμμένους δρόμους και δύσβατα μονοπάτια- στα ορεινά χωριά του Καυκάσου. Σύντομα διαπίστωσαν ότι τα παιδιά των βουνών- ηλικίας 6 έως 16 χρόνων, μια ολόκληρη γενιά από 300.000

παιδιά- κινδύνευαν να χαθούν από έλλειψη ιωδίου στη διατροφή τους. Και τότε ανέλαβαν τη διάσωσή τους…


Δέκα χρόνια μετά, οι ενδοκρινολόγοι του Πανεπιστημίου Πατρών, αλλά και συνάδελφοί τους από μεγάλα νοσοκομεία της Αθήνας που πήραν μέρος στη συνέχεια στο μεγαλύτερο πρόγραμμα ανθρωπιστικής βοήθειας για την αντιμετώπιση της ιωδιοπενίας στον κόσμο, είναι πραγματικά υπερήφανοι αφού όχι μόνο κατάφεραν να διασώσουν μια ολόκληρη γενιά παιδιών- μειώνοντας το ποσοστό εμφάνισης της ιωδιοπενικής βρογχοκήλης στα παιδιά του Αζερμπαϊτζάν από το 95%100% στο 5%- αλλά βάζουν αυτήν τη στιγμή και τα θεμέλια για να «κλείσει ο δεκάχρονος κύκλος του προγράμματος με απόλυτη επιτυχία», εκπαιδεύοντας και μεταφέροντας πια την ευθύνη στους Αζέρους γιατρούς.

«Πήραμε την πρώτη πληροφορία από τους Γιατρούς του Κόσμου, που μας μίλησαν για το απίστευτο ιατρικό πρόβλημα το οποίο μάστιζε μια ολόκληρη γενιά παιδιών στα τέλη του 20ού αιώνα», λέει ο κ. Κώστας Μάρκου, ενδοκρινολόγος στο Πανεπιστήμιο Πατρών. «Η μεγάλη ιδέα να ανταποκριθούμε και να συνεισφέρουμε με όλες μας τις δυνάμεις ανήκει στον καθηγητή μας, κ. Απόστολο Βαγενάκη, που όλα αυτά τα χρόνια είναι συντονιστής του προγράμματος, η “φτερούγα” πάνω από τα κεφάλια μας…».

Πρωτόγονη κατάσταση. O Κώστας Μάρκου και ο Νεοκλής Γεωργόπουλος ήταν επικεφαλής στην πρώτη αποστολή. Χρειάστηκαν, λένε, πολλές αποστολές και αναρίθμητες ώρες δουλειάς, ποδαρόδρομου κάτω από αντίξοες συνθήκες και κόπωσης για να «χαρτογραφηθεί» χωριό χωριό ολόκληρο το Αζερμπαϊτζάν και να διαπιστωθεί η έκταση του προβλήματος. Ένα πρόβλημα που είχε τελικά τόσο απλή… λύση!

Στην τροφική αλυσίδα του Καυκάσου δεν υπάρχει ιώδιο και οι ορεσίβιοι που ζουν εκεί- κάτω από πρωτόγονες ακόμα συνθήκες- χρησιμοποιούσαν μη ιωδιούχο αλάτι στη διατροφή τους, κάτι που είχε καταστροφικές συνέπειες στη σωματική και πνευματική υγεία των παιδιών τους. Όπως εξηγεί ο κ. Ν. Γεωργόπουλος, η ενδημική βρογχοκήλη είναι η πιο συχνή εκδήλωση της ανεπαρκούς πρόσληψης ιωδίου στη διατροφή. Και η διανοητική καθυστέρηση είναι μία από τις υπόλοιπες συνέπειες, με τον κρετινισμό να αποτελεί την πιο βαριά νευρολογική διαταραχή της βαριάς ιωδιοπενίας…

«Δεν ήταν πάντα έτσι η κατάσταση», λέει ο κ. Μάρκου. «Το πρόβλημα ξεκίνησε όταν το 1990, αμέσως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, σταμάτησε στο Αζερμπαϊτζάν η προληπτική χορήγηση στους μαθητές δισκίων ιωδίου. Τα παιδιά έμειναν αβοήθητα οκτώ ολόκληρα χρόνια και μια πρώτη γενιά “χάθηκε” στο πρόβλημα. Δυστυχώς, αυτά τα παιδιά δεν τα προλάβαμε…».

Οι αποστολές. Με χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη διαρκή συμπαράσταση της υπηρεσίας Διεθνούς Αναπτυξιακής Συνεργασίας του υπουργείου Εξωτερικών αλλά και των Γιατρών του Κόσμου, το πρόγραμμα άρχισε να εφαρμόζεται με τουλάχιστον δύο αποστολές τον χρόνο, στις οποίες συμμετείχαν περίπου δέκα άτομα κάθε φορά: «Οι αποστολές μας κρατούσαν από μία εβδομάδα έως και έναν μήνα. Χορηγήσαμε σε τρεις εξαμηνιαίες δόσεις χάπια ιωδίου σε 300.000 παιδιά σε όλα τα ορεινά χωριά του Καυκάσου και εδώ και δύο χρόνια χορηγούμε στον πληθυσμό ιωδιούχο αλάτι- πάνω από 1.000 τόνους- που είναι η πιο σταθερή, φθηνή και αποτελεσματική λύση στο πρόβλημα», επισημαίνει ο κ. Μάρκου. Οκτώ χρόνια μετά την πρώτη αποστολή και δυόμισι χρόνια μετά τη χορήγηση και της τελευταίας δόσης των ιωδιούχων χαπιών, οι έρευνες έδειξαν ότι το ποσοστό της ιωδιοπενικής βρογχοκήλης στα παιδιά «έπιασε» το διεθνές στάνταρ, που είναι το 5%!

Οι αποστολές στον Καύκασο μόνο εύκολες δεν ήταν. Όπως εξηγεί ο κ. Γεωργόπουλος, «δεν είχε καταρρεύσει μόνο το υγειονομικό σύστημα της χώρας, αλλά και το σύνολο των υποδομών της. Τα πάντα είχαν συντριβεί. Δεν υπήρχαν μέσα μεταφοράς και, στα ορεινά χωριά που παλιά ήταν εφοδιασμένα ακόμα και με αγωγούς φυσικού αερίου, όχι μόνο δεν λειτουργούσαν οι αγωγοί αλλά δεν υπήρχε ούτε ρεύμα εκτός από δύο ώρες την ημέρα. Για να φτάσουμε σε κάποια χωριά και να εξετάσουμε τα παιδιά έπρεπε να περάσουμε από στενά φαράγγια και χαράδρες, να διασχίσουμε ποτάμια, να σκαρφαλώσουμε σε κακοτράχαλα βουνά. Υπήρχαν γέφυρες κτισμένες τέλεια έως τη μέση και μετά… γκρεμός! Φυσικά, δεν υπήρχαν ξενοδοχεία και μας προσέφεραν μια αλησμόνητη φιλοξενία οι Αζέροι κάτοικοι των χωριών. Όσες φορές πήγαμε στα σπίτια τους γίναμε μέλη των οικογενειών τους… Κι αυτό είναι κάτι που ποτέ δεν θα ξεχάσουμε!».

Κατανάλωναν αλάτι χωρίς ιώδιο επειδή είναι πιο φθηνό


O ορεινός πληθυσμός του Καυκάσου διατρέφεται με τα ζώα και τα λαχανικά που ο ίδιος παράγει, είναι απομονωμένος από την υπόλοιπη χώρα, το κατά κεφαλήν εισόδημα είναι εξαιρετικά χαμηλό και τα εισαγόμενα προϊόντα διατροφής πλούσια σε ιώδιο είναι σχεδόν ανύπαρκτα. Όπως εξηγεί η ενδοκρινολόγος στο Νοσοκομείο “Έλενα” κ. Ευτυχία Κούκκου, μέλος των αποστολών στον Καύκασο, « οι άνθρωποι εκεί, στα χωριά του Καυκάσου αλλά και στο Ναχιτσεβάν, κατανάλωναν αλάτι που δεν περιείχε ιώδιο γιατί είναι πιο φθηνό. Έτσι, χωρίς να το γνωρίζουν, προκαλούσαν βρογχοκήλη στα παιδιά τους και μεγάλη καθυστέρηση στη σωματική και τη διανοητική τους ανάπτυξη». Όλη αυτή τη προσπάθεια, ο κόπος, η ιατρική παρέμβαση και τα θεαματικά της αποτελέσματα είναι μια εμπειρία ζωής για όσους συμμετείχαν στο πρόγραμμα. Και όλοι έχουν την ηθική ικανοποίηση ότι δεν έμειναν θεατές στο πρόβλημα και 300.000 παιδιά διέφυγαν οριστικά από τον κίνδυνο της ιωδιοπενίας, γλίτωσαν από τη βρογχοκήλη, θα ψηλώσουν κανονικά και θα έχουν φυσιολογική διανοητική ανάπτυξη.