Με επιχειρηματικές διασυνδέσεις σε όλη την υφήλιο και άκρες από προσωπικές

γνωριμίες και συνεργασίες στο αμερικανικό κατεστημένο που φτάνουν ώς την αυλή

του Τζορτζ Μπους εμφανίζεται η εταιρεία – μυστήριο Contour Global LLC με την

οποία συμμάχησε κάτω από άγνωστες συνθήκες η ΔΕΗ για να επεκταθεί στα

Βαλκάνια.

Οι διασυνδέσεις αυτές, που επιτείνουν τα ερωτηματικά για το τι κρύβεται πίσω

από την «κουμπαριά» των Αμερικανών με τη μεγαλύτερη επιχείρηση της χώρας μας,

υπάρχουν μέσω της μητρικής εταιρείας Reservoir Capital Group, η οποία σύμφωνα

με τις ανακοινώσεις της ΔΕΗ ελέγχει το 80% της Contour.

Οι τρεις κύριοι μέτοχοι της Reservoir Capital Group, Κρέιγκ Α. Χαφ, Ντάνιελ Χ.

Στερν, και Χάρλαν Μπ. Κορένβις, έχουν σημαντικές επαφές με το αμερικανικό

πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο. Ο πλέον γνωστός είναι ο Χάρλαν Κορένβις,

μεγαλοστέλεχος της Merill Lynch ώς το 1991 όπου με τη συνεργασία (δηλαδή τα

κεφάλαια) του Τεξανού δισεκατομμυριούχου Ρίτσαρντ Ρέινγουοτερ ίδρυσε το

«πολλαπλής στρατηγικής» επενδυτικό κεφάλαιο ΗΒΚ (από τα αρχικά του) με έδρα το

Ντάλας του Τέξας. Ο κ. Ρέινγουοτερ δεν είναι τυχαίος. Υπήρξε βασικός

χρηματοδότης του Τζ. Μπους από τότε που ήταν κυβερνήτης του Τέξας και πρώην

συνεταίρος του Αμερικανού προέδρου, ανάμεσα σε άλλα στους Τέξας Ρέιντζερς, την

ομάδα του μπέιζμπολ. Ακόμα το 2003, ο Αμερικανός πρόεδρος κατείχε μερίδιο στην

εταιρεία Cresent Real Estate Equities που ανήκει στον Ρέινγουοτερ. Αξίζει να

σημειωθεί πως στη λίστα των μεριδιούχων βρίσκει κανείς και το όνομα του

Κορένβις.

Προεκλογικές δωρεές

Ο Κορένβις ανήκει και στους χρηματοδότες της προεκλογικής εκστρατείας του

Αμερικανού προέδρου, αφού στα αρχεία καταγράφονται δωρεές (του ιδίου και της

συζύγου του) τόσο το 1999 όσο και το 2003 ύψους 7.000 δολ. όπως και δωρεές στο

Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, αλλά και στην ίδια κομματική οργάνωση στην Αριζόνα.

Ενδιαφέρον είναι πάντως, ότι το 2003 ο Κορένβις δίνει 2.000 δολ. και σε έναν

από εκείνους που διεκδίκησαν το χρίσμα του Δημοκρατικού Κόμματος, τον γνωστό

από τον πόλεμο του Κοσσυφοπεδίου πρώην αρχηγό των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων στρατηγό

Γουέσλι Κλαρκ.

Κατά περίεργο τρόπο, ο Κλαρκ αποτελεί τον ορατό πολιτικό σύνδεσμο του Κορένβις

με τους συνεργάτες του στη Reservoir Capital, τους Στερν και Χαφ. Ο Χαφ, ο

οποίος δεν εμφανίζεται σε κάποιον κατάλογο δωρεών προς τους πολιτικούς, έχει

σχέση με τον στρατό. Ξεκίνησε την καριέρα του ως φυσικός στα πυρηνικά

υποβρύχια. Ο Στερν εμφανίζεται επίσης ως χρηματοδότης του Κλαρκ και στη

συνέχεια (όταν κρίθηκαν τα προκριματικά) του Τζ. Κέρι, ενώ καταγράφεται και

μια δωρεά του (ύψους 25.000 δολ.) στο Δημοκρατικό Κόμμα. Ούτε όμως ο κ. Στερν

στερείται άκρες στο αμερικανικό κατεστημένο, όπως δείχνει το γεγονός ότι

φιγουράρει μαζί με τον Δημοκρατικό γερουσιαστή Σαμ Ναν (ώς το 1996 ο άνθρωπος

με τη μεγαλύτερη επιρροή για αμυντικά θέματα στο Καπιτώλιο) στους συμβούλους

της επενδυτικής εταιρείας RRE Ventures, οι οποίοι (σύμφωνα με την RRE) «είναι

μια ομάδα από στελέχη επιχειρήσεων, επιχειρηματίες, πανεπιστημιακούς,

επενδυτές, και πολιτικούς ηγέτες». Τόσο ο Χαφ όσο και ο Στερν έχουν σπουδάσει

στο Χάρβαρντ, ο Χαφ μάλιστα με τη σημαντικότερη υποτροφία (Μπέικερ) για νέους

ηγέτες. Αξίζει να σημειωθεί, πως και ο Κορένβις εμφανίζεται να στηρίζει το

Ναν, όχι όμως με πολιτικό χρήμα, αλλά ως δωρητής στην Πρωτοβουλία για την

Πυρηνική Απειλή, μια μη κυβερνητική οργάνωση που ίδρυσε ο Σαμ Ναν και θέλει να

περιορίσει τους κινδύνους από τα πυρηνικά, βιολογικά και χημικά όπλα.

Ο τρίτος της παρέας, ο Χαφ μετά το ναυτικό πήγε στο Χάρβαρντ. Έχει τις

περισσότερες συμμετοχές από όλους σε διοικητικά συμβούλια εταιρειών και αξίζει

να σημειωθεί ότι συμμετέχει με μεγάλο μερίδιο στην εταιρεία PRXE, στην οποία

σημαντικό μερίδιο κατέχει και ο πολυεκατομμυριούχος Ρέινγουοτερ, ο

χρηματοδότης του Τζορτζ Μπους.

Εταιρείες ΕΠΕ

Αξίζει να σημειωθεί πως οι περισσότερες από τις εταιρείες στις οποίες

εμφανίζονται να συμμετέχουν οι τρεις μέτοχοι της Reservoir Capital είναι της

νομικής μορφής της Contour Global, δηλαδή LLC (εταιρεία περιορισμένης

ευθύνης), μια μορφή εταιρείας που ξεκίνησε στις ΗΠΑ το 1975 και εξασφαλίζει

στους ιδιοκτήτες ότι αποφεύγουν τη διπλή φορολογία (στα μερίσματα και στα

κέρδη). Οι εταιρείες αυτής της μορφής δεν έχουν διοικητικά συμβούλια και

βασίζονται σε οργανωτική συμφωνία των μετόχων.