Το 551 η υπέροχη και πλούσια πόλη της Βηρυτού – το αρχηγείο του

αυτοκρατορικού ρωμαϊκού στόλου της Ανατολικής Μεσογείου – επλήγη από ισχυρό

σεισμό. Την επαύριον η θάλασσα υποχώρησε κατά πολλά χιλιόμετρα και οι

επιζήσαντες – οι πρόγονοι των σημερινών Λιβανέζων – όρμησαν να λεηλατήσουν τα

ναυάγια των εμπορικών πλοίων που αποκαλύφθηκαν μπροστά τους.

Μικρός Λιβανεζοκαναδός περιμένει το πλοίο της σωτηρίας στο λιμάνι της Βηρυτού

Τότε ήταν που έφτασε το παλιρροϊκό κύμα και τους σκότωσε όλους. H παλιά

Βηρυτός χτυπήθηκε τόσο άγρια που ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός έστειλε χρυσάφι

από την Κωνσταντινούπολη για κάθε οικογένεια που είχε μείνει ζωντανή. Μερικές

πόλεις μοιάζουν για πάντα καταδικασμένες…

Τον 11ο αιώνα, όταν οι Σταυροφόροι έφτασαν καθ’ οδόν για την Ιερουσαλήμ στη

Βηρυτό, έσφαξαν όλους τους άνδρες, τις γυναίκες και τα παιδιά. Στη διάρκεια

του A’ Παγκοσμίου Πολέμου, η οθωμανική Βηρυτός υπέφερε από φριχτό λιμό. Ο

τουρκικός στρατός είχε κατάσχει όλα τα σιτηρά και οι συμμαχικές δυνάμεις είχαν

αποκλείσει τις ακτές. Ακόμα έχω τις παλιές καρτ-ποστάλ που αγόρασα πριν από 30

χρόνια, με τα λιπόσαρκα παιδιά να στέκουν στο ορφανοτροφείο γυμνά και

εγκαταλελειμμένα. Γιατί συμβαίνει αυτό στη Βηρυτό; Τριάντα χρόνια τώρα

παρακολουθώ αυτόν τον τόπο να πεθαίνει και να ανασταίνεται κι έπειτα να

πεθαίνει ξανά. Έζησα από κοντά και τα 15 χρόνια του εμφυλίου που στοίχισε

150.000 ζωές, και τις δύο ισραηλινές εισβολές και τα χρόνια των ισραηλινών

βομβαρδισμών που στοίχισαν ακόμα 20.000 ζωές. Έχω δει τους ανθρώπους αυτούς

χωρίς χέρια, χωρίς πόδια, χωρίς κεφάλι, να μαχαιρώνονται, να βομβαρδίζονται…

Και εντούτοις, είναι ένας κομψός, μορφωμένος, ηθικός λαός με μια γενναιοδωρία

που καταπλήσσει κάθε ξένο, με μια ευγένεια που κάνει κάθε Δυτικό να ντρέπεται

και έναν πόνο που σχεδόν πάντα μας αφήνει αδιάφορους.

Σαν ταινία

Περπατούσα χθες στο ερημωμένο κέντρο της Βηρυτού και μου θύμισε περισσότερο

από ποτέ κινηματογραφική ταινία, έναν φοίνικα αναγεννημένο από τις στάχτες του

εμφυλίου με φτέρωμα τόσο λαμπερό που τύφλωσε τους ίδιους του τους ανθρώπους.

Αυτό το τμήμα της πόλης – κάποτε μια Δρέσδη ερειπίων – ανοικοδομήθηκε από τον

Ραφίκ Χαρίρι, τον πρωθυπουργό που δολοφονήθηκε πέρυσι, στις 14 Φεβρουαρίου,

ένα χιλιόμετρο πιο πέρα. Και τώρα ξαναγκρεμίζεται. Το Διεθνές Αεροδρόμιο

Μάρτυρας Ραφίκ Χαρίρι έχει ήδη δεχθεί τρεις επιθέσεις από τους Ισραηλινούς. Ο

υπέροχος κρεμαστός αυτοκινητόδρομος του Χαρίρι καταστράφηκε από τα ισραηλινά

βομβαρδιστικά. Οι περισσότερες γέφυρες έχουν καταποντιστεί. Ο φάρος με το

ρωμαϊκό στυλ δέχθηκε έναν πύραυλο από κάποιο Απάτσι.

H σύγκριση

Μοιάζουν με μας οι άνθρωποι της Βηρυτού. Έχουν ανοιχτόχρωμο δέρμα και μιλούν

ωραία αγγλικά και γαλλικά. Είναι κοσμοπολίτες. Οι γυναίκες είναι πανέμορφες

και το φαγητό εξαιρετικό. Τι λέμε όμως σήμερα για αυτούς, την ώρα που οι

Ισραηλινοί τούς χωρίζουν από τα σπίτια τους, τους βομβαρδίζουν πάνω στις

γέφυρες, τους αφήνουν χωρίς τροφή και νερό και ηλεκτρικό; Λέμε πως αυτοί

ξεκίνησαν τον πόλεμο και συγκρίνουμε τους νεκρούς τους με τους νεκρούς των

Ισραηλινών, λες και οι αριθμοί είναι ίδιοι. Και έπειτα, επαίσχυντα, αφήνουμε

τους Λιβανέζους στη μοίρα τους και αφιερώνουμε τον χρόνο μας στην απομάκρυνση

των πολύτιμων ξένων, βγάζοντας ενίοτε και το απαραίτητο επιφώνημα

αποδοκιμασίας για τη «δυσανάλογη» απάντηση του Ισραήλ στην αιχμαλωσία δύο

στρατιωτών του από τη Χεζμπολάχ. Και τι μας λένε όλα αυτά για τον εαυτό μας;

Δύο οικογένειες, μία ιστορία…

ΟΙ ΛΙΒΑΝΕΖΟΙ

«Φοβόμαστε τόσο πολύ»

H καταστροφή. Λιβανέζος δείχνει κρατήρα που προκάλεσαν οι βόμβες των Ισραηλινών

Ο ΑΜΠΝΤΕΛ AXMANT είναι ταραγμένος, καπνίζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο

και ουρλιάζει στο τηλέφωνο. Κλείνοντας, εξανίσταται: «Γιατί δεν μας βοηθάει

κανένας;». Ο 12χρονος γιος του, ο Μαχμούντ, παρακολουθεί αμίλητος. H 14χρονη

Σάρα δείχνει εξουθενωμένη. Το ξενοδοχείο όπου έχει καταφύγει η εννεαμελής

οικογένεια είναι ασφυκτικά γεμάτο, φιλοξενεί τουλάχιστον 450 ανθρώπους.

«Φοβόμαστε, φοβόμαστε τόσο πολύ», λέει η Χάλα Αχμάντ κρατώντας σφικτά τα χέρια

των δύο μικρότερων παιδιών της. «Έχουν να φάνε τρεις μέρες. Το ξενοδοχείο δεν

έχει άλλα τρόφιμα και κανείς δεν τολμά να βγει έξω να αγοράσει, είναι πολύ

επικίνδυνο».

Πριν ακόμα τελειώσει τη φράση της, ο ήχος των βομβαρδισμών που έρχεται από

μακριά τραντάζει το κτίριο συθέμελα. Ο Αμπντέλ προσπαθεί να ηρεμήσει την κόρη

του, δυσκολεύεται όμως να συγκρατήσει και τη δική του απελπισία.

Δεν τους βοηθούν

«Προσπαθούμε να φύγουμε από την πρώτη κιόλας ημέρα που φτάσαμε εδώ. Να πάμε

στη Βηρυτό, να φύγουμε με κάποιο καράβι. Έχω διπλή υπηκοότητα, έχω οικογένεια

στη Δανία. Ο ΟΗΕ όμως δεν μας βοηθά, όταν προσπαθείς να τους μιλήσεις σηκώνουν

τα χέρια ψηλά». Ακούγονται δύο εκρήξεις, η μία ακόμα πιο κοντά από την άλλη. H

οικογένεια Αχμάντ πετάγεται όρθια και τρέχει μακριά από τα παράθυρα ­ το ίδιο

και εκατοντάδες άλλοι. Αυτό ήταν. Δεν μπορεί να αντέξει άλλο. Μπαίνουν όλοι

στο αυτοκίνητο και ξεκινούν. Θα προσπαθήσουν να φτάσουν στη Βηρυτό μόνοι τους.

H οικογένεια Αχμάντ εγκατέλειψε το χωριό του Νότιου Λιβάνου όπου ζούσε,

το Χανίν, πριν από τέσσερις ημέρες και κατέφυγε στην Τύρο.


ΟΙ ΙΣΡΑΗΛΙΝΟΙ

«Δεν φταίνε. Οι απλοί άνθρωποι δεν φταίνε»

Ο τρόμος. Ισραηλινοί προσπαθούν να καλυφθούν από τις ρουκέτες της Χεζμπολάχ

THN ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ που ήχησαν οι σειρήνες, οι Λέβι έσπευσαν στο μικρό

δωμάτιο του σπιτιού τους που χρησιμοποιούσαν ως καταφύγιο. Ο Σιόν, που

αντιμετωπίζει δυσκολίες στο περπάτημα, σκόνταψε και έπεσε την ώρα ακριβώς που

η ρουκέτα προσγειωνόταν σε απόσταση μόλις 50 μέτρων. «Πανικοβλήθηκα, όχι για

μένα, για εκείνον», λέει η 60χρονη Λόρι. «Μου είναι πολύ δύσκολο να τον σηκώσω

μόνη μου». Όπως και πολλοί άλλοι κάτοικοι της Ναχαρίγια, το ζευγάρι

εγκατέλειψε την πόλη. Κατέφυγε στο Κιριάτ Άτα, 15 χιλιόμετρα νοτιότερα, στο

σπίτι του γιου του.

Ευάλωτοι

Το Κιριάτ Άτα βρίσκεται εκτός του βεληνεκούς των περισσότερων ρουκετών της

Χεζμπολάχ, παραμένει ευάλωτο όμως στους λίγους πυραύλους μεγάλου βεληνεκούς

που πιστεύεται ότι διαθέτει η οργάνωση ­ σαν αυτόν που σκότωσε την Κυριακή

οκτώ ανθρώπους στη Χάιφα. H Λόρι Λέβι, πάντως, ανησυχεί λιγότερο. H Ναχαρίγια,

λέει, ήταν τόσο κοντά στα σύνορα, που δεν μπορούσες να ξεχωρίσεις τις εκρήξεις

των ρουκετών της Χεζμπολάχ από τις εκρήξεις των ισραηλινών βομβών στο λιβανικό

έδαφος. Στο Κιριάτ Άτα δεν είναι μόνοι τους, ο γιος και η νύφη τους μπορούν να

τους βοηθήσουν αν χρειαστεί να μπουν στο καταφύγιο. Προς το παρόν,

παρακολουθούν τις εξελίξεις από την τηλεόραση. «Είναι χειρότερα γι’ αυτούς»,

λέει η Λόρι αναφερόμενη στους Λιβανέζους αμάχους. «Εμείς έχουμε καταφύγια και

βοήθεια από την κυβέρνηση, εκείνοι δεν έχουν κανέναν. Και δεν φταίνε. Οι απλοί

άνθρωποι δεν φταίνε».

H Λόρι και ο Σιόν Λέβι ζουν στη Ναχαρίγια, μια πόλη σε απόσταση μόλις

λίγων χιλιομέτρων από τα σύνορα με τον Λίβανο.