Στον χώρο του λιγνίτη θα δοθεί η επόμενη μεγάλη μάχη από ελληνικούς και ξένους

επιχειρηματικούς ομίλους στην αγορά ενέργειας. Το «πράσινο φως» για την είσοδο

ιδιωτών στον λιγνίτη, στον οποίο σήμερα έχει πρόσβαση μόνο η ΔΕΗ, άναψε η

απόφαση του υπουργείου Ανάπτυξης να προκηρύξει μέσα στο επόμενο διάστημα

διαγωνισμούς για την εκμετάλλευση μιας σειράς ορυχείων, τουλάχιστον πέντε,

αρχής γενομένης από αυτό της Βεύης στη Φλώρινα.

Πρόκειται ουσιαστικά για ένα ακόμη βήμα απελευθέρωσης της αγοράς ηλεκτρισμού,

αφού, αν τα ορυχεία περάσουν στα χέρια ιδιωτών, οι τελευταίοι θα προχωρήσουν

στην κατασκευή μονάδων παραγωγής ρεύματος και έτσι θα μπορέσουν να

ανταγωνιστούν επί ίσοις όροις τη ΔΕΗ, η οποία χάρη στον «φθηνό» λιγνίτη

(κοστίζει 40% χαμηλότερα από το φυσικό αέριο) έχει τη δυνατότητα να κρατάει

τις τιμές χαμηλά.

Η ξαφνική αναθέρμανση του ενδιαφέροντος των ιδιωτών για τα στερεά καύσιμα –

λιγνίτη και άνθρακα – δεν είναι τυχαία. Το ενδιαφέρον από πλευράς επενδυτών

για τα στερεά καύσιμα αποτελεί παγκόσμια τάση, την οποία πυροδοτούν αφενός η

πρόοδος της τεχνολογίας για μείωση της περιβαλλοντικής ρύπανσης από το

κάρβουνο και τα παράγωγά του και αφετέρου η συνεχιζόμενη αβεβαιότητα για το

πού θα φθάσει η τιμή του πετρελαίου, με την οποία συνδέεται αυτή του φυσικού

αερίου. Το 2001 η τιμή του φυσικού αερίου, εκπεφρασμένη σε ενεργειακό

ισοδύναμο πετρελαίου, έφθανε μόλις τα 30 δολάρια το βαρέλι αργού, όμως από το

2003, γεγονότα όπως ο πόλεμος στο Ιράκ εκτίναξαν την τιμή του αργού κατά 100%

συμπαρασύροντας προς τα πάνω την τιμή του αερίου. Τον Ιανουάριο, εν μέσω

μάλιστα της ρωσο-ουκρανικής κρίσης για το φυσικό αέριο, η τιμή του έφθασε στα

10,58 ευρώ / γιγαβατώρα, η οποία αντιστοιχεί σε λίγο πάνω από τα 70 δολάρια το

βαρέλι αργού πετρελαίου, όταν την ίδια περίοδο το αργό κόστιζε στις ξένες

αγορές λιγότερο από 60 δολάρια!

Πρώτη η Φλώρινα

Στα μέσα Μαρτίου, το υπουργείο Ανάπτυξης αποφάσισε να προκηρύξει διαγωνισμό

για την εκμετάλλευση του λιγνιτωρυχείου της Βεύης (πρώην ιδιοκτησίας Βαρβούτη)

στη Φλώρινα. Ο πλειοδότης θα έχει την εκμετάλλευση του ορυχείου για διάστημα

15 ετών, αλλά η σύμβαση μπορεί να παραταθεί έως τα 50 χρόνια. Οι πληροφορίες

μάλιστα αναφέρουν ότι το ορυχείο της Βεύης μπορεί να τροφοδοτήσει μια μονάδα

ηλεκτροπαραγωγής 300-330 mw για διάστημα 35-40 ετών. Αργότερα θα ακολουθήσει

και δεύτερος διαγωνισμός για τα ακόμη πιο πλούσια λιγνιτωρυχεία της Ελασσόνας,

τα κοιτάσματα των οποίων έχουν σύμφωνα με πληροφορίες διάρκεια ζωής 70 χρόνια

και συνολική δυναμικότητα 190 εκατομμύρια τόνους. Σύμφωνα, μάλιστα, με τις

πληροφορίες υπάρχει πρόθεση μέσα στην επόμενη διετία να προκηρυχθούν

διαγωνισμοί για ακόμη δύο ή τρία ορυχεία λιγνίτη. Το γεγονός αυτό σημαίνει

ότι, αν οι ιδιώτες αποκτήσουν πρόσβαση στον λιγνίτη, μπαίνει ουσιαστικά τέλος

στο μονοπώλιο της ΔΕΗ για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από το

συγκεκριμένο καύσιμο. Στους διαγωνισμούς για τα δύο κοιτάσματα εκτιμάται ότι

θα δηλώσει συμμετοχή και η ΔΕΗ, που ενδιαφέρεται για την κατασκευή και

δεύτερης λιγνιτικής μονάδας στη Φλώρινα, προκειμένου να αντικαταστήσει μία εκ

των τεσσάρων παλαιοτέρων, οι οποίες και θα τεθούν σε «ψυχρή» εφεδρεία.

Απέναντί της ωστόσο θα βρει πολλούς εγχώριους αλλά και ξένους επιχειρηματικούς

ομίλους που ενδιαφέρονται να μπουν στην ηλεκτροπαραγωγή, προσβλέποντας στα

οφέλη του λιγνίτη ως «φθηνού» καυσίμου.

Ο Μυτιληναίος

Την εβδομάδα που πέρασε, η διοίκηση του Ομίλου Μυτιληναίου, ενός εκ των

κυριότερων «μνηστήρων» στην αγορά ηλεκτρισμού, παρουσιάζοντας το επιχειρησιακό

της σχέδιο στον τομέα της ενέργειας σε θεσμικούς επενδυτές, αποκάλυψε πως

πρόκειται να λάβει μέρος στους διαγωνισμούς που θα προκηρύξει το υπουργείο.

Στην περίπτωση που ο όμιλος αποκτήσει κάποιο λιγνιτωρυχείο θα προχωρήσει στην

κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ενέργειας, ισχύος 300 μεγαβάτ.

Και μονάδες άνθρακα

Όμως, ο Όμιλος Μυτιληναίου ετοιμάζεται να καταθέσει αίτηση στη Ρυθμιστική Αρχή

Ενέργειας για να πάρει άδεια παραγωγής ρεύματος με καύσιμο – αυτή τη φορά –

τον άνθρακα, συνολικής ισχύος 600 μεγαβάτ. Ας σημειωθεί ότι και η ΔΕΗ, παρότι

το 65% της παραγωγής της προέρχεται από λιγνίτη, σκέφτεται στο μέλλον να

κατασκευάσει δύο ακόμη μονάδες στερεού καυσίμου, τη μία στη Φλώρινα και την

άλλη στο Αλιβέρι. Αν και δεν έχει ληφθεί επίσημα απόφαση, εξετάζεται το

εργοστάσιο του Αλιβερίου να «καίει» τον πολύ φθηνό άνθρακα, τον οποίο η

εταιρεία θα εισάγει από το εξωτερικό. H χρήση ωστόσο του άνθρακα, όπως και του

λιγνίτη, έχει «τιμωρηθεί» οικονομικά από το 2005 με το λεγόμενο τέλος ρύπων,

εξαιτίας της εφαρμογής της σχετικής οδηγίας της E.E. στο πλαίσιο της Συνθήκης

του Κιότο. H τεχνολογία λοιπόν που θα χρησιμοποιηθεί, τόσο από τη ΔΕΗ όσο και

από τους ιδιώτες, για την κατασκευή των μονάδων αυτών, θα είναι παρόμοια με

αυτή που εφαρμόζεται στη Γερμανία, με την οποία επιτυγχάνεται μείωση των

εκπομπών ρύπων έως και 30%.