Έχουν πάψει εδώ και καιρό να θεωρούνται είδη πολυτελείας, ωστόσο η ψαλίδα

στην τιμή των βιολογικών προϊόντων σε σχέση με την τιμή των συμβατικών

παραμένει ανοιχτή. Την ώρα που τα βιολογικά προϊόντα κερδίζουν ολοένα και

μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά, οι καταναλωτές πληρώνουν πάνω από τα διπλά

λεφτά για να αγοράσουν βιολογικά πορτοκάλια ή ντομάτες.

«Τα βιολογικά προϊόντα έχουν μεγάλη διαφορά στη γεύση σε σχέση με τα

συμβατικά», λέει ο κ. Γιώργος Δανόπουλος, ο οποίος αγοράζει λαχανικά στη λαϊκή

βιολογικών προϊόντων του Παλαιού Φαλήρου. Όπως λέει, «μπορεί να είναι πιο

ακριβά, αλλά σίγουρα παίρνουμε καλύτερα προϊόντα και πιο υγιεινά». Τη γνώμη

του κ. Δανόπουλου συμμερίζονται ολοένα και περισσότεροι καταναλωτές, με

αποτέλεσμα μέσα σε μία πενταετία να έχει σχεδόν διπλασιασθεί ο τζίρος των

βιολογικών προϊόντων: από 14 εκατομμύρια ευρώ το 2001 ξεπέρασε τα 25

εκατομμύρια το 2005.

Τα βιολογικά προϊόντα παραμένουν ακριβότερα από τα συμβατικά σε ολόκληρη την

Ευρώπη, ωστόσο η διαφορά στην τιμή δεν ξεπερνά – κατά μέσο όρο – το 20% – 30%.

Στην Ελλάδα, τα πρώτα χρόνια που τα βιολογικά έκαναν την εμφάνισή τους η

διαφορά στην τιμή ξεπερνούσε ακόμη και το 300% και σήμερα, παρά το γεγονός ότι

η ψαλίδα έχει κλείσει, η διαφορά εξακολουθεί να ξεπερνά ανάλογα με το προϊόν

και το 100%. Είναι ενδεικτικό ότι την ίδια μέρα σε δύο λαϊκές αγορές της

Αθήνας, μία με συμβατικά και μία με βιολογικά προϊόντα, οι τιμές στις πατάτες

είχαν 60% διαφορά, στις ντομάτες 186%, στα πορτοκάλια 125%, κατά 50% ήταν

ακριβότερα τα πράσα βιολογικής καλλιέργειας και κατά 150% το βιολογικό

σπανάκι.

Μικρή απόδοση

Μαρία Βλάχου: «Τα βιολογικά είναι σίγουρα πιο ακριβά, αλλά είναι πιο

σημαντικό να αγοράζεις ένα προϊόν εύγευστο και πάνω απ’ όλα υγιεινό»

Σύμφωνα με τους παραγωγούς, είναι υποχρεωμένοι να πωλούν ακριβότερα καθώς,

όπως λένε, η απόδοση της παραγωγής τους είναι μικρότερη, πράγμα που κάνει το

κόστος μεγαλύτερο. «Υπάρχει πράγματι διαφορά στην τιμή», λέει ο κ. Βασίλης

Τζωρτζάκης, βιοκαλλιεργητής, και προσθέτει: «H παραγωγή των βιολογικών

προϊόντων όμως είναι περιορισμένη. Μόλις τα δύο τρίτα της παραγωγής φτάνουν

στους πάγκους ενώ, κατά μέσο όρο, η υπόλοιπη παραγωγή πλήττετται ευκολότερα

είτε από τον καιρό είτε από τα έντομα».

Την ίδια ώρα όμως οι βιοκαλλιεργητές διαπιστώνουν την τάση που καταγράφει σε

ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση – και την Ελλάδα – η Ευρωπαϊκή Στατιστική

Υπηρεσία: H μέση ετήσια αύξηση της κατανάλωσης βιολογικών προϊόντων φθάνει το

10%, ενώ μόνο στη Γερμανία – τη μεγαλύτερη αγορά βιολογικών προϊόντων στην

Ευρώπη – το 2005 οι καταναλωτές έδωσαν 4 δισεκατομμύρια ευρώ, ποσό κατά

περίπου 15% μεγαλύτερο συγκριτικά με το 2004.

«Ο μόνος τρόπος για να μειωθούν οι τιμές των βιολογικών είναι να υπάρξει

κρατική μέριμνα ώστε να αυξηθεί η βιολογική παραγωγή. Έτσι θα λειτουργήσει ο

νόμος της αγοράς και οι τιμές θα πέσουν και στην Ελλάδα», λέει ο

βιοκαλλιεργητής Χρήστος Γεωργιάδης, ο οποίος διαθέτει τα προϊόντα του σε

λαϊκές της Αθήνας. Τα απανωτά διατροφικά σκάνδαλα, πάντως, κάνουν τους

καταναλωτές να βάζουν στη ζυγαριά το κόστος και την ποιότητα των προϊόντων:

«Πιστεύω ότι τα βιολογικά προϊόντα δεν έχουν φάρμακα, άλλωστε αυτό το

καταλαβαίνεις αμέσως από τη γεύση. Είναι σίγουρα πιο ακριβά, αλλά είναι πιο

σημαντικό να αγοράζεις ένα προϊόν εύγευστο και πάνω απ’ όλα υγιεινό», λέει η

κ. Μαρία Βλάχου.

Απογευματινές λαϊκές και έλεγχοι

Γιώργος Δανόπουλος: «Τα βιολογικά προϊόντα έχουν μεγάλη διαφορά στη γεύση σε

σχέση με τα συμβατικά»

ΕΜΦΑΣΗ στους ελέγχους δίνει το νέο θεσμικό πλαίσιο για τη λειτουργία

των λαϊκών αγορών βιολογικών προϊόντων που προωθείται από τα υπουργεία

Ανάπτυξης και Αγροτικής Ανάπτυξης. Οι παραγωγοί βιολογικών προϊόντων

συναντήθηκαν χθες με τους αρμόδιους υφυπουργούς και συμφώνησαν ότι κοινός

στόχος είναι να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη των καταναλωτών προς αυτά τα προϊόντα

και να διασφαλισθεί η ποιότητά τους.

Παρά το γεγονός, άλλωστε, ότι τα βιολογικά προϊόντα καταλαμβάνουν ολοένα και

μεγαλύτερο μερίδιο στην αγορά τροφίμων, το 48% των Ελλήνων, σύμφωνα με την

έρευνα της FOCUS «Food for thought», ουδέποτε αγοράζει. Ο ένας στους δέκα

Έλληνες καταναλωτές ψωνίζει τακτικά, ενώ το υπόλοιπο 42% αγοράζει μερικές

φορές. Τα βιολογικά προϊόντα σε ποσοστό 90% διακινούνται από τα σούπερ μάρκετ

και τα εξειδικευμένα καταστήματα, ενώ το υπόλοιπο 10% κατευθείαν από τους

παραγωγούς και τις λαϊκές. Τα συνεργεία που θα κάνουν τους ελέγχους σύμφωνα με

το προωθούμενο θεσμικό πλαίσιο θα ελέγχουν τη ζύγιση, τη σήμανση, τη σωστή

ενημέρωση των καταναλωτών, αλλά και το αν τα προϊόντα που διατίθενται σε μία

αγορά προέρχονται πράγματι από βιολογική καλλιέργεια.

Ενδείξεις

Οι καταναλωτές πάντως πρέπει να προσέχουν όταν αγοράζουν προϊόντα με την

ένδειξη «βιολογικό» να αναφέρεται στη συσκευασία ο οργανισμός πιστοποίησης.

Στις λαϊκές αγορές δεν αρκεί η ταμπέλα «βιολογικό», πρέπει να υπάρχει και το

σχετικό πιστοποιητικό.