ΣΤΗΝ ΑΝΑΙΡΕΣΗ της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων, με την

οποία απαλλάχθηκαν ομόφωνα από την κατηγορία της κακουργηματικής απιστίας τα

πρώην μέλη του Δ.Σ. της εταιρείας ΔΕΚΑ, οδήγησε μια ασυνήθης δικονομική

τακτική που ακολουθήθηκε από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου.

H αίτηση αναίρεσης που είχε υποβάλει το Ελληνικό Δημόσιο κατά της απαλλακτικής

απόφασης του Εφετείου χρεώθηκε από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Δ. Λινό

διαδοχικά σε δύο αντεισαγγελείς του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Όταν ο πρώτος – ο κ.

Ανδρέας Ζύγουρας – έκρινε πως δεν συντρέχει λόγος άσκησης αναίρεσης, η επίμαχη

απόφαση δόθηκε προς μελέτη και στον κ. Φώτη Μακρή, «λόγω της σοβαρότητας της

υπόθεσης», όπως επισημαίνουν εισαγγελικές πηγές.

H εκτίμηση του κ. Μακρή υπήρξε διαμετρικά αντίθετη από εκείνη του συναδέλφου

του. Χαρακτηρίζοντας εσφαλμένη την απόφαση του Τριμελούς Εφετείου

Κακουργημάτων, έκανε δεκτή την αίτηση του Ελληνικού Δημοσίου, ασκώντας

αναίρεση. Κατά την κρίση του κ. Φ. Μακρή, ειδικότερα, το δικαστήριο κακώς

απάλλαξε τους κατηγορουμένους από την κατηγορία της απιστίας εις βάρος του

Δημοσίου, καθώς η περιουσία της εταιρείας ΔΕΚΑ (Δημόσια Επιχείρηση Κινητών

Αξιών) συνιστά περιουσία του Ελληνικού Δημοσίου.

«Ανεξάρτητα από οποιονδήποτε νομικό μανδύα τής προσέδωσε ο νομοθέτης», τονίζει

ο εισαγγελικός λειτουργός, «η ταύτιση της ΔΕΚΑ A.E. με το Ελληνικό Δημόσιο,

και αντίστοιχα η ταύτιση της δημόσιας περιουσίας και της περιουσίας της ΔΕΚΑ,

αποδεικνύεται με πολλούς τρόπους».

Επιχειρηματολογώντας κατά του σκεπτικού της απόφασης του Τριμελούς Εφετείου

Κακουργημάτων που απάλλαξε τους κατηγορουμένους κρίνοντας πως η ΔΕΚΑ είναι

ανώνυμη εταιρεία και ως εκ τούτου κακώς ασκήθηκε εναντίον τους δίωξη με τις

επιβαρυντικές διατάξεις του Νόμου 1608/50 «περί καταχραστών του δημοσίου

χρήματος», ο αντεισαγγελέας του Αρείου Πάγου επισημαίνει, μεταξύ άλλων, τα

εξής:

1. Από τον ιδρυτικό της νόμο η ΔΕΚΑ A.E. λειτουργεί για την εξυπηρέτηση

του δημοσίου συμφέροντος και υπόκειται στην εποπτεία του κράτους. 2. Το

μετοχικό της κεφάλαιο αναλαμβάνεται και καλύπτεται ολόκληρο από το Ελληνικό

Δημόσιο. 3. H αύξηση του μετοχικού της κεφαλαίου γίνεται με απόφαση του

υπουργού Οικονομικών, με την έκδοση ονομαστικών μετοχών που τις αναλαμβάνει το

Δημόσιο. 4. Οι ανάγκες της καλύπτονται από υπαλλήλους του ιδίου υπουργείου

κ.ο.κ.