Ένα εικαστικό άλμα που έμεινε μετέωρο. Στις τοιχογραφίες της Παντάνασσας στον

Μυστρά, με τα εντυπωσιακά χρώματα, φαίνεται πως «ξεκίνησε» ο ιμπρεσιονισμός

του Μονέ…

Απ’ όλες τις εκκλησίες του Μυστρά, λάμπει η Παντάνασσα, με τη δαντελωτή

αρχιτεκτονική των τρούλλων και των δροσερών στοών της, αλλά κυρίως με τον

εσωτερικό πλούτο των χρωμάτων που λες και αποτυπώνει όλη τη δροσιά και την

ποικιλία της φύσης.

Το πράσινο του αμυγδάλου, το μενεξεδί, τα ρόδινα, τα πορτοκαλί, τα κίτρινα τα

χρώματα της πορφύρας απλώνονται σαν χαλί στις επιφάνειες της εκκλησίας,

παίρνουν τη μορφή εκατοντάδων μορφών αγίων με σταρένια επιδερμίδα γίνονται

φύση, δένδρα, λουλούδια, φυτά, αρχιτεκτονήματα, τείχη, κρήνες, σκεύη

χριστιανικά σύμβολα. Σ’ αυτό τον υπέροχο κόσμο των τοιχογραφιών της

Παντάνασσας, που έγιναν δέκα – είκοσι χρόνια πριν από την Άλωση της

Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους, η βυζαντινή ζωγραφική παράδοση

εγκαινιάζει και αγκαλιάζει τον ιμπρεσιονισμό με την πιο σύγχρονη έννοια του

όρου. Γι’ αυτό και πρόκειται για ένα μνημείο με μοναδική θέση στην ιστορία της

τέχνης.

Εδώ οι ζωγράφοι αποτυπώνουν τον τρόπο που το φως μεταβάλλει τα χρώματα. Της

άξιζε λοιπόν αυτής της εκκλησίας μια μεγάλη μελέτη, σαν αυτή που μόλις

κυκλοφόρησε από την Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος. Τίτλος της «H Μονή της

Παντάνασσας στον Μυστρά – οι τοιχογραφίες του 15ου αιώνα».

Οι συγγραφείς Μαίρη Ασπρά – Βαρδαβάκη (καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης

στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του Μετσόβιου Πολυτεχνείου) και η Μελίτα Εμμανουήλ

(αναπληρώτρια καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης στη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ)

προχωρούν σε μια υποδειγματική παρουσίαση και ανάλυση της μονής, αναζητούν τα

ίχνη του κτίτορα Ιωάννη Φραγγόπουλου, το θεολογικό και κοινωνικό μήνυμα που

εκπέμπει ο διάκοσμος του ναού και που μοιάζει να εμπνέεται από μιαν έκκληση

προς την Παντάνασσα και τον Χριστό για τη σωτηρία της ψυχής του ίδιου του

κτίτορα και του καταποντιζόμενου κόσμου του Βυζαντίου.

Ο ζωγραφικός κόσμος της Παντάνασσας δεν είναι εσωστρεφής. Τον διαπνέει μια

ρομαντική διάθεση φυγής προς ένα ονειρικό, ανάλαφρο και πολύχρωμο σύμπαν ιδεών

και παραστάσεων, που ξέρει να μας αιφνιδιάζει με τους ασυνήθιστους συνδυασμούς

των χρωμάτων, την αφθονία, τη δραματικότητα, την εκκοσμίκευση την ορμή του. H

τέχνη της και οι δημιουργοί της μιλούν μια γλώσσα σύγχρονη και σύνθετη, που

φθάνει άμεσα με τη μεσολάβηση και των πολλών χρωματιστών πινάκων πολύ πιο

βαθιά στο πνεύμα της τότε εποχής απ’ όσο θα μπορούσαν να πετύχουν οι πιο

εξαντλητικές πληροφορίες και αναλύσεις.

Τα χρώματα είναι το κλειδί στη μελέτη της Παντάνασσας. Κι αυτό το

σημείο, η σύγχρονη τεχνοϊστορική πρόσληψη είναι που κάνει τη διαφορά με άλλες

μελέτες για τη βυζαντινή τέχνη. Παράλληλα, η ανάλυση, η σύγκριση και αναζήτηση

των προτύπων της Παντάνασσας στον ίδιο τον Μυστρά και αλλού είναι εξαντλητική,

ώστε να φανεί η διαφορά, η πρωτοτυπία και η υπεροχή του μνημείου αυτού που του

έλαχε ο κλήρος να είναι ο τελευταίος εκπρόσωπος της δόξας του Βυζαντίου πριν

πέσει στα χέρια των Τούρκων και ταυτόχρονα το μόνο ιστορικό έργο που διέσωσε

κάτι από την αύρα της κωνσταντινουπολίτικης τέχνης εκτός των τειχών.

INFO

Μαίρη Ασπρά – Βαρδαβάκη, Μελίτα Εμμανουήλ, «H Μονή της Παντάνασσας στον

Μυστρά. Οι τοιχογραφίες του 15ου αιώνα», έκδοση Εμπορική Τράπεζα της Ελλάδος.

Σελ. 352, τιμή 50 ευρώ.