H Αμερική είναι χώρα που περηφανεύεται ότι δίνει στους ανθρώπους δεύτερες

ευκαιρίες. Στην περίπτωση της προσφάτως αποφυλακισθείσης Μάρθας Στιούαρτ, ίσως

μάλιστα η δεύτερη ευκαιρία αποδειχθεί καλύτερη από την πρώτη.

Μάρθα Στιούαρτ. Θα αρχίσει να πληρώνεται και πάλι τον ετήσιο μισθό της των

900.000 δολαρίων

«H Μάρθα έχει την τελευταία λέξη: μετά τη φυλακή είναι πιο αδύνατη, πιο

πλούσια κι έτοιμη για εκπομπή στην τηλεόραση», έγραψε το «Νιούζγουικ». Για το

περιοδικό, το πέρασμά της από τη φυλακή ήταν «το καλύτερο πράγμα στην καριέρα

της». Το όνομά της ποτέ δεν ήταν διασημότερο, οι μετοχές του ομίλου της – ο

Omnimedia Inc. παράγει εφημερίδες και περιοδικά, τηλεοπτικές εκπομπές, λευκά

είδη σπιτιού και πιατικά – έφτασαν τις υψηλότερες τιμές των τελευταίων πέντε

ετών. H 63χρονη Στιούαρτ, που αποφυλακίσθηκε την Παρασκευή, θα αρχίσει να

πληρώνεται και πάλι τον ετήσιο μισθό της των 900.000 δολαρίων. Επιπλέον, θα

διαδεχθεί τον Ντόναλντ Τραμπ ως παρουσιάστρια του «ριάλιτι» παιχνιδιού «Ο

υποψήφιος». Κι όμως, πριν από έναν χρόνο τα πράγματα ήταν γι’ αυτήν πολύ

διαφορετικά.

H αυτοκρατορία

Πολωνικής καταγωγής (το πραγματικό της όνομα είναι Μάρθα Κόστιρα), η Μάρθα

Στιούαρτ είχε οικοδομήσει μια αυτοκρατορία βασισμένη πάνω στη δημόσια εικόνα

της, ως γκουρού του καλού γούστου. Εκατομμύρια Αμερικανοί τη λάτρευαν,

παρακολουθούσαν τις τηλεοπτικές εκπομπές της, διάβαζαν τα περιοδικά της και

αγόραζαν τα σκεύη της. Εκείνη ζούσε τη μεγάλη ζωή, με Σαββατοκύριακα στο

Χάμπτονς, πάρτι με σαμπάνιες και διακοπές με ιδιωτικά τζετ. Το ταξίδι της στο

σκοτάδι άρχισε όταν τον Δεκέμβριο του 2001 έδωσε εντολή στον χρηματιστή της να

απαλλαγεί από 4.000 μετοχές τής εταιρείας βιοτεχνολογίας ImClone, την οποία

είχε ιδρύσει ένας καλός φίλος της, ο Σαμ Ουάκσαλ. Ο Ουάκσαλ την είχε

ειδοποιήσει νωρίτερα πως η κυβέρνηση επρόκειτο να ανακοινώσει την επομένη πως

δεν θα ενέκρινε την κυκλοφορία ενός νέου φαρμάκου της ImClone. Οι αρχές

συμπέραναν πως η Στιούαρτ πούλησε τις μετοχές της, αφού είχε αθέμιτη ενημέρωση

από εσωτερική πηγή. Εκείνη το αρνήθηκε.

Τα ψέματα

Στη δίκη της στο Μανχάταν, υπό τους προβολείς των διεθνών μέσων ενημέρωσης, τα

πράγματα δύσκολα θα μπορούσαν να πάνε χειρότερα. Οι κατηγορίες των επικριτών

της – ότι η ευπρέπειά της είναι φαρισαϊκή, ότι είναι επηρμένη και ποδοπατάει

τους υφισταμένους της – φάνηκε να επιβεβαιώνονται από τις πολύ ενοχλητικές γι’

αυτήν καταθέσεις των μαρτύρων. Τελικά, κρίθηκε ένοχη για παρεμπόδιση της

Δικαιοσύνης, επειδή είχε πει ψέματα στους ανακριτές. Οι μετοχές της Omnimedia

Inc. καταβαραθρώθηκαν, οι διαφημιζόμενοι εγκατέλειψαν τα περιοδικά της και η

τηλεοπτική εκπομπή, την οποία παρουσίαζε για χρόνια, κόπηκε. H Στιούαρτ έχασε

τις θέσεις της ως διευθύνων σύμβουλος και πρόεδρος της εταιρείας.

Κατ’ οίκον περιορισμός σε… παλάτι

ΣΗΜΕΡΑ, όλα όσα έγιναν μοιάζει να συνέβησαν όχι πριν από πέντε μήνες,

αλλά στο μακρινό παρελθόν, χάρη σε μια σειρά επιδέξιων κινήσεών της. Κατ’

αρχάς, ζήτησε να εκτίσει αμέσως την ποινή της – πέντε μήνες φυλάκιση, πέντε

μήνες κατ’ οίκον περιορισμός. Στη συνέχεια, βάλθηκε να μετατρέψει τον

εγκλεισμό της σε μία επιπλέον εμπειρία στην καριέρα τής… τέλειας νοικοκυράς.

Αξιοπρεπής και ταπεινόφρων, φρόντιζε να δίνει τακτικά τροφή στα μέσα

ενημέρωσης. H ομάδα επικοινωνίας της, άφηνε να διαρρέει το αισιόδοξο

περιεχόμενο των επιστολών που έστελνε στους θαυμαστές της, αλλά και το πόσο

την αγαπούσαν οι συγκρατούμενές της.

H αναγέννησή της αντανακλά και στον Omnimedia Inc., επικεφαλής του οποίου έχει

διορίσει τη Σούζαν Λιν, που της είναι αφοσιωμένη: όταν πέρασε το κατώφλι της

φυλακής, η τιμή της μετοχής του ομίλου ήταν 10 δολάρια και όταν

αποφυλακίστηκε, έφτασε τα 37 δολάρια.

Τώρα, η Μάρθα Στιούαρτ θα πρέπει να διαχειριστεί τη νέα δόξα της. Για τους

επόμενους πέντε μήνες θα πρέπει να φοράει στον αστράγαλο ένα ηλεκτρονικό

βραχιόλι και δεν θα μπορεί να βγει από την κατοικία της, παρά μόνο για 48 ώρες

κάθε εβδομάδα, κυρίως, για να κάνει τα ψώνια της. Περιορισμός, όπως και να το

κάνει κανείς, αλλά θα μπορούσε να είναι και χειρότερα. H κατοικία στην οποία

θα παραμείνει περιορισμένη τής έχει στοιχίσει 16 εκατομμύρια δολάρια και

περιβάλλεται από ένα πάρκο 700 στρεμμάτων στην κομητεία Ουέστσεστερ, 65 χλμ.

βόρεια της Νέας Υόρκης.