Προχωρεί το Ραμαζάνι στο Ιράκ, με βόμβες και κλιμακούμενες επιθέσεις σε

αμερικανικά στρατεύματα. Οι ανθρωπιστικές οργανώσεις αποσύρουν κακήν κακώς τα

μέλη τους από το Ιράκ και στην ιρακινή πρωτεύουσα, η ανασφάλεια μεγαλώνει.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι γονείς δεν αφήνουν τα παιδιά τους να πάνε σχολείο,

φοβούμενοι το κύμα επιθέσεων που σαρώνει τη Βαγδάτη.

Αυτοσχέδια βόμβα εξερράγη χθες στο σιδηροδρομικό δίκτυο επτά χιλιόμετρα δυτικά

της Φαλούτζα, τη στιγμή που περνούσε ένα φορτηγό τρένο με προμήθειες του

αμερικανικού στρατού. Τέσσερα βαγόνια τυλίχθηκαν στις φλόγες, ο μηχανοδηγός

έφυγε για να γλιτώσει και περισσότεροι από 200 κάτοικοι της περιοχής έσπευσαν

να λεηλατήσουν από τα υπόλοιπα βαγόνια ό,τι μπορούσαν. Το τρένο είχε

αναχωρήσει από τη Βαγδάτη και μετέφερε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, σκηνές,

εμφιαλωμένο νερό και πολλές άλλες προμήθειες του αμερικανικού στρατού.

Δύο βόμβες είχαν εκραγεί νωρίτερα στα βόρεια της Βαγδάτης, τραυματίζοντας δύο

Αμερικανούς στρατιώτες. Σύμφωνα με ανώτατο αξιωματούχο του Πενταγώνου, ύποπτος

για τον συντονισμό των τρομοκρατικών επιθέσεων στο Ιράκ είναι ένας πρώην

συνεργάτης του Σαντάμ Χουσεΐν, ο Εζάτ Ιμπραήμ αλ Ντούρι. Δύο μέλη της

οργάνωσης Ανσάρ αλ Ισλάμ που έχουν συλληφθεί υπέδειξαν τον αλ Ντούρι, ο οποίος

είναι ο υπ’ αριθμόν 6 στον αμερικανικό κατάλογο των 55 πλέον καταζητούμενων

Ιρακινών.

Στις ΗΠΑ, ήλθε η σειρά του διευθυντή της CIA Τζορτζ Τένετ να απολογηθεί για τα

στοιχεία που παρουσίασε πριν από τον πόλεμο για τον Σαντάμ Χουσεΐν. H αρμόδια

για τις υπηρεσίες Πληροφοριών Επιτροπή της Γερουσίας έδωσε στον Τένετ

προθεσμία μέχρι σήμερα για να ορίσει ημερομηνία για την κατάθεσή του ενώπιον

της Επιτροπής.

H επιστολή αυτή αποτελεί απάντηση στο γράμμα που είχε απευθύνει στην Επιτροπή

ο Τένετ στις 24 Οκτωβρίου, με την οποία ζητούσε να μην αντιμετωπίσει ο ίδιος

την Επιτροπή.

H Επιτροπή κατηγορεί τη CIA και προσωπικά τον Τένετ ότι διόγκωσαν την υπόθεση

εναντίον του Σαντάμ Χουσεΐν. Πάντως, ορισμένοι Δημοκρατικοί γερουσιαστές

αντιτάσσονται στη διατύπωση κατηγοριών εναντίον του Τένετ, τον οποίο είχε

διορίσει ο πρώην πρόεδρος Μπιλ Κλίντον, υποστηρίζοντας ότι χρησιμοποιείται από

τους Ρεπουμπλικανούς ως αποδιοπομπαίος τράγος.

Ανάλογες επιστολές με προθεσμίες που λήγουν σήμερα εστάλησαν στη σύμβουλο

εθνικής ασφάλειας Κοντολίζα Ράις, τον υπουργό Άμυνας Ντ. Ράμσφελντ και τον

υπουργό Εξωτερικών Κόλιν Πάουελ. Καλούνται να ανταποκριθούν στα αιτήματα της

επιτροπής για καταθέσεις από αξιωματούχους των υπηρεσιών τους και για την

προσκόμιση εγγράφων. «Έχουμε ζητήσει κατ’ επανάληψιν έγγραφα που δεν μας έχουν

παρασχεθεί και έχουμε ζητήσει επίσης συνέντευξη με ένα μέλος του προσωπικού

σας χωρίς όμως επιτυχία», αναφέρεται μεταξύ άλλων στην επιστολή που εστάλη

στην κ. Ράις.