Δεν παρεμβαίνει, τουλάχιστον δημοσίως και επισήμως, η κυβέρνηση στη διαμάχη

που έχει ξεσπάσει μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και

της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Αλλά ανησυχεί, και μάλιστα σοβαρά, για την τροπή που έχουν λάβει τα πράγματα,

και ειδικότερα για τους κινδύνους που κρύβει αυτή η διαμάχη. Το θέμα

συζητήθηκε παρασκηνιακά, σε αλλεπάλληλες επικοινωνίες που είχε ο Πρωθυπουργός

K. Σημίτης με τον υπουργό Παιδείας Π. Ευθυμίου, αλλά και σε συνομιλίες που

είχε ο Π. Ευθυμίου με την ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών όλη την προηγούμενη

εβδομάδα. Εκτιμήθηκε ότι η κυβέρνηση οφείλει να κάνει κινήσεις στο παρασκήνιο

για την εκτόνωση της κρίσης που έχει ξεσπάσει, και που ως έναν βαθμό έχει και

η ίδια λόγο – μια και η αφορμή της παρούσας έντασης είναι το εκκλησιαστικό

καθεστώς των Νέων Χωρών. Αλλά, όπως είναι σε θέση να γνωρίζουν «TA NEA», οι

παρεμβάσεις που έγιναν και προς τις δύο πλευρές, το Οικουμενικό Πατριαρχείο

και την Εκκλησία της Ελλάδος, δεν είχαν, έως τώρα, ορατό αποτέλεσμα.

Οι κινήσεις προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν απέφεραν τίποτα περισσότερο

από μια επανάληψη των γνωστών θέσεων, ότι «η Εκκλησία της Ελλάδος οφείλει να

τηρήσει τα συμπεφωνημένα», και ειδικότερα τη συμφωνία του 1929 για το καθεστώς

των Νέων Χωρών. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, πάντως, εξακολουθεί να

πιστεύει, και αυτό το έχει καταστήσει σαφές προς την ελληνική κυβέρνηση, ότι η

στάση που τηρεί η Εκκλησία της Ελλάδος στο θέμα είναι στάση ευθείας

αμφισβήτησης του ίδιου και του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.

Προσπάθεια συσπείρωσης

Από την πλευρά της Εκκλησίας της Ελλάδος τα πράγματα φαίνεται να έχουν

οδηγηθεί στα άκρα, καθώς ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος υποστήριξε στην Ιερά

Σύνοδο ότι βρίσκεται σε εξέλιξη σχέδιο για την ανατροπή του. Κυβερνητικός

παράγων, που ρωτήθηκε σχετικά, θεωρεί «μια τέτοια εξέλιξη πολύ υπερβολική,

σχεδόν αδύνατη», και την απέδιδε χθες «στην προσπάθεια του κ. Χριστόδουλου να

συσπειρώσει γύρω του όσο περισσότερους Μητροπολίτες μπορεί, κυρίως εξ εκείνων

που τον αντιπολιτεύονται». Είπε ακόμη πως «ευελπιστούμε ότι ο Αρχιεπίσκοπος

Χριστόδουλος θα ακούσει τη φωνή της λογικής και της σύνεσης και δεν θα

παρασυρθεί από τις ακραίες φωνές που τάσσονται υπέρ της τελικής σύγκρουσης».

Ο ίδιος παράγων της κυβέρνησης εκτίμησε ότι η στάση αναμονής και προσεκτικής

παρατήρησης των εξελίξεων από την πλευρά της κυβέρνησης, «είναι η πλέον

ενδεδειγμένη σ’ αυτήν τη φάση, που όλα δείχνουν να κρέμονται από ένα σκοινί».

Από εκεί και πέρα, είναι φανερό ότι η κυβέρνηση δεν πρόκειται να εγκαταλείψει

την επίσημη θέση της που είναι, σύμφωνα με δήλωση του υπουργού Τύπου Χρ.

Πρωτόπαπα χθες βράδυ στα «NEA», ότι «οι διακριτοί ρόλοι Εκκλησίας – Πολιτείας

δεν μας επιτρέπουν να αναλάβουμε οποιαδήποτε πρωτοβουλία παρέμβασης.

Παρακολουθούμε προσεκτικά την κατάσταση, αλλά δεν πρόκειται να προχωρήσουμε σε

κάποια ενέργεια που θα συνιστά παρέμβαση προς την μια ή την άλλη κατεύθυνση».

H συνάντηση με Σημίτη

Στο μεταξύ, μέσα σε όλο αυτό το σκηνικό της κρίσης, υπάρχει και το θέμα της

συνάντησης του Πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη με τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο. H

συνάντηση αυτή, που προσδιοριζόταν για το τέλος του μηνός, γίνεται προσπάθεια

να τεθεί έξω από το πεδίο της διαμάχης μεταξύ του Πατριαρχείου

Κωνσταντινουπόλεως και της Εκκλησίας της Ελλάδος. Για λόγους που είναι

απολύτως ευκρινείς, το πολυδιαφημισμένο ραντεβού θα μπορούσε να αποτελέσει

στοιχείο της κρίσης, και αυτό φαίνεται να μην το θέλει ούτε το Μέγαρο Μαξίμου

ούτε και η Εκκλησία της Ελλάδος. Αντίθετα, και οι δύο πλευρές θα επιθυμούσαν η

συνάντηση, που θα σημάνει το λειώσιμο των πάγων ανάμεσα στην κυβέρνηση και την

Εκκλησία, να πραγματοποιηθεί σε συνθήκες ομαλότητας. Έτσι είναι πολύ πιθανόν η

συνάντηση, κοινή συναινέσει, να μετατεθεί μερικές ημέρες ή και εβδομάδες…