‘ Θέλω μια ποίηση τόσο ακάθαρτη όσο ένα κοστούμι ή ένα σώμα, μια ποίηση με

κηλίδες από τροφή και ντροπή, μια ποίηση με ζάρες, παρατηρήσεις, όνειρα,

προφητείες, διακηρύξεις έρωτα και μίσους, γροθιές, ειδύλλια, μανιφέστα,

αρνήσεις, αμφιβολίες, καταφάσεις ‘. Πάμπλο Νερούδα

Πάμπλο Νερούδα. Ο Χιλιανός ποιητής κατά τη βράβευσή του στο Εθνικό Στάδιο του

Σαντιάγκο, το 1972. Πίσω του, με τα μαύρα γυαλιά, ο Πινοσέτ

Ο Νερούδα πέθανε σαν σήμερα, πριν από τριάντα χρόνια. Ήθελε να ζήσει μέχρι τις

23 Ιουλίου του 1974 για να γιορτάσει τα εβδομηκοστά του γενέθλια, αλλά δεν

πρόλαβε. Δεν τον σκότωσαν οι στρατιωτικοί, όπως γράφεται ακόμα και σήμερα

μερικές φορές στον διεθνή Τύπο. Ίσως δεν πρόλαβαν κι αυτοί. Ο εθνικός ποιητής

της Χιλής πέθανε από λευχαιμία, δώδεκα ημέρες μετά το πραξικόπημα του Πινοσέτ.

Την ανατροπή και τον θάνατο του Αλλιέντε τα είχε μάθει δίπλα στη θάλασσα, δύο

ώρες με το αυτοκίνητο από το Σαντιάγκο, από ένα ραδιοφωνάκι που κανείς δεν

μπόρεσε να του το πάρει. Δίπλα στη θάλασσα, που αγάπησε και ύμνησε.

Οι στρατιωτικοί δεν σκότωσαν τον Νερούδα. Όπως γράφει όμως στην Ελ Παΐς

ο Αντόνιο Σκάρμετα, συγγραφέας του «Ταχυδρόμου του Νερούδα» που γυρίστηκε σε

ταινία το 1995, έκαναν τα εξής επτά πράγματα: 1) Συνέλαβαν τον γιατρό

του στο Βαλπαραΐσο, στις 13 Σεπτεμβρίου. 2) Εισέβαλαν στο σπίτι του

στην Ίσλα Νέγκρα, και ένας ένοπλος αξιωματικός έφθασε στο δωμάτιο όπου ήταν

ξαπλωμένος ο ποιητής. Εκείνος τον προειδοποίησε ότι ερευνώντας το σπίτι μπορεί

να έβρισκε κάτι επικίνδυνο. «Τι;», τον ρώτησε ο αξιωματικός. «Ποίηση»,

απάντησε ο Νερούδα. 3) Σταμάτησαν και έψαξαν εξονυχιστικά το ασθενοφόρο

που μετέφερε τον ποιητή σε κλινική του Σαντιάγκο, παρόλο που οι νοσοκόμοι τούς

είπαν ότι ο Νομπελίστας βρίσκεται σε κρίσιμη κατάσταση. 4) Παρέστησαν

στο δωμάτιο της κλινικής όπου είχε μεταφερθεί ο ποιητής και παρακολούθησαν το

παραλήρημά του, που αποτελούνταν από μία και μόνη επαναλαμβανόμενη φράση:

«Τους τουφεκίζουν, τους τουφεκίζουν!». 5) Συνέλαβαν τον νεαρό οδηγό του

ποιητή, τον Μανουέλ Αράγια, που είχε πάει να αγοράσει κολόνια για να του

κάνουν εντριβές και να του πέσει ο πυρετός. Τον μετέφεραν στο Εθνικό Στάδιο,

όπου τον βασάνισαν. 6) Αλλαξαν τη ροή ενός ποταμού που περνούσε πάνω

από το σπίτι του στο Σαντιάγκο, με αποτέλεσμα να πλημμυρίσει το σπίτι, να

καταστραφούν τα έργα τέχνης και τα έπιπλα και να γίνει η αγρυπνία σε ένα τοπίο

Αποκάλυψης. Ο Σουηδός πρεσβευτής Άραντ Έντεσταμ φώναζε στους φωτογράφους, οι

οποίοι συνόδευαν τους ξένους ανταποκριτές: «Τραβήξτε φωτογραφίες! Αυτή είναι η

πιο καθαρή απόδειξη της κτηνωδίας αυτών των ανθρώπων!». 7) Σημάδεψαν με

τα πολυβόλα τους την πομπή που οδηγούσε τη σορό του ποιητή στον τάφο. Κάποιος

άρχισε να απαγγέλλει στίχους: «Τσακάλια, που το τσακάλι θα σας αρνιόταν,

πέτρες που ο κάκτος θα σας δάγκωνε και θα σας έφτυνε, οχιές που οι οχιές θα

σας μισήσουν». Όλοι άρχισαν τότε να τραγουδούν τη Διεθνή. Ήταν η πρώτη πράξη

διαμαρτυρίας κατά της δικτατορίας.