H ώρα της αποτίμησης. Τι έβγαλε αυτή η εξάμηνη αποδεικτική διαδικασία

στη δίκη τής 17N; Εκτός από μια καλή γνωριμία με τους κατηγορουμένους, τίποτε

άλλο. Τους λόγους που τους ώθησαν στην εγκληματική (πολιτική ή όχι)

δραστηριότητα τούς ξέραμε. Τα θύματα ήταν καταγεγραμμένα. Οι ληστείες επίσης.

Καθώς και η λεία τους. Πού πήγαν τα χρήματα δεν γνωρίζαμε και δεν κατορθώσαμε

να το πληροφο-ρηθούμε. Επισήμως τουλάχιστον. Ακόμη και οι εικασίες για την

κατάληξη των χρημάτων καλύπτουν ένα μικρό μέρος του ποσού. Αν το σύνολο της

λείας των ληστειών αγγίζει τα 700 εκατομμύρια δραχμές και αφαιρέσουμε – κατά

προσέγγιση – τα έξοδα της οργάνωσης και τις επενδύσεις ορισμένων σε ακίνητα,

το υπόλοιπο δεν πρέπει να είναι ευκαταφρόνητο. Πού βρίσκεται όμως; Το

δικαστήριο δεν επέμεινε ιδιαίτερα. Άλλωστε ούτε το κατηγορητήριο περιείχε το

αδίκημα της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομη δραστηριότητα, ούτε τα θύματα

των ληστειών – οι τράπεζες δηλαδή – επέδειξαν το παραμικρό ενδιαφέρον. Εκτός

από τα Ελληνικά Ταχυδρομεία που δήλωσαν παράσταση πολιτικής αγωγής και

εκπροσωπήθηκαν ανελλιπώς κατά τη διάρκεια της διαδικασίας από μαχητικότατο

δικηγόρο, όλα τα πιστωτικά ιδρύματα που ληστεύθηκαν από τη 17N απαξίωσαν να

εμπλακούν στη δικαστική διαμάχη. Το μόνο σκοτεινό σημείο που παρεμπιπτόντως

φωτίστηκε – χωρίς ωστόσο να αποδοθούν ευθύνες, καθώς το συγκεκριμένο

δικαστήριο δεν ήταν αρμόδιο – ήταν το «φιάσκο» της Ριανκούρ. Χαρακτηρισμός

λίαν επιεικής για το περιστατικό τής 27ης Μαρτίου 1992. Οι υπεύθυνοι της…

αποτυχημένης εκείνης επιχείρησης, ξέροντας τι τους περιμένει, κατέβαλαν κάθε

προσπάθεια να αποφύγουν την εμφάνισή τους στο δικαστήριο. Τελικά προσήχθησαν

βιαίως. Και από το βήμα τού μάρτυρα (σ.σ.: Ο κ. Μαργαρίτης δεν είχε δικαίωμα

να απαγγείλει κατηγορίες, αν και πολύ θα το ήθελε) μάς έλυσαν όλες τις

απορίες. Έτσι, για την Ιστορία. Στην οποία η δίκη τής 17N θα καταγραφεί.

Εκπλήξεις δεν μας επιφύλαξε. Γκρέμισε είδωλα και δεν είναι λίγο…