Αν όλα πήγαιναν καλά για το κυβερνών κόμμα και είχε μπροστά του την εκλογική

νίκη, θα υπήρχε προοπτική να αλλάξει ο εκλογικός νόμος; Έχει κανείς/καμία την

αμφιβολία ότι η απάντηση είναι αβίαστα ΟΧΙ; H τελευταία δεκαετία το

πιστοποιεί.

Ποιος χάνει με τη συνέχιση του υπάρχοντος εκλογικού νόμου;

Προφανώς πρώτα απ’ όλα η ελληνική κοινωνία, αφού το νοσούν πολιτικό σύστημα

διαιωνίζεται.

Αυτοί που χάνουν χειροπιαστά είναι τα κόμματα της ευρύτερης Αριστεράς Και

βλέπουν το σύστημα του δικομματισμού και των αυτοδύναμων κυβερνήσεων να

συνεχίζεται, ελέω του εκλογικού νόμου, και χάνουν βουλευτές που θα μπορούσαν

να έχουν με αναλογικότερο σχήμα.

Οι άλλοι δύο εταίροι του δικομματισμού δεν έχουν πρόβλημα μια και έχουν

θεωρήσει ως δομικό στοιχείο του εκλογικού νόμου το πρώτο κόμμα να φτιάχνει

αυτοδύναμη κυβέρνηση εις βάρος όχι μόνο του δευτέρου, που μια και είναι ο

χαμένος στη μεγάλη μάχη φυσιολογικό είναι να υφίσταται και τις μεγάλες

απώλειες, αλλά και εις βάρος των υπόλοιπων κομμάτων.

Είναι προφανές ότι ο Πρωθυπουργός έχει τη δική του ατζέντα για τις

προτεραιότητες και τις πολιτικές πρωτοβουλίες που πρέπει να αναληφθούν από την

κυβέρνηση προκειμένου να μεταστραφεί το κλίμα και να καλυφθεί η υστέρηση σε

ποσοστά έναντι της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Δεν είναι προφανές ότι τα άλλα

κόμματα πρέπει να τον ακολουθήσουν σε όλα.

Είναι όμως εξίσου αυταπόδεικτο ότι προκειμένου περί του εκλογικού νόμου δεν

μπορεί να… σφυρίζουν αδιάφορα.

Επί της ουσίας τώρα. Όλα τα σενάρια αλλαγής του εκλογικού νόμου και η

συγκεκριμένη κυβερνητική πρόταση διασφαλίζουν τον πυλώνα του δικομματικού

συστήματος, δηλαδή τον σχηματισμό αυτοδύναμης κυβέρνησης από το πρώτο κόμμα

και σε αυτόν, σε όλους τους τόνους, ομνύει το όλον ΠΑΣΟΚ. Αυξάνεται βεβαίως

και η αντιπροσωπευτικότητα της ψήφου από το 70% στο 80%. Πρόκειται με

άλλα λόγια για το άνοιγμα μιας ενδιαφέρουσας συζήτησης αλλά με αναμενόμενο

περιορισμένο πολιτικό αποτέλεσμα.

Τα κόμματα της Αριστεράς σε αυτή τη συζήτηση δεν αναγνωρίζουν το εύρος και την

ποιότητα των αλλαγών που έχουν κατά καιρούς προτείνει.

Πολύ περισσότερο ο Συνασπισμός που έχει καταθέσει προτάσεις για ουσιώδεις

θεσμικές αλλαγές δικαιοσύνης και διαφάνειας αλλά κυρίως προοπτικής του

συστήματος διακυβέρνησης. Δεν έχει γι’ αυτό κανένα λόγο να εμφανίσει σύνδρομο

απομονωτισμού.

ΗΝ.Δ. μόνο αποπροσανατολισμό από την ατζέντα των οικονομικών και κοινωνικών

ζητημάτων, που αυτή τη στιγμή είναι το φόρτε της, πρέπει να φοβάται. Την

αρνητική επίδραση της αναλογικότερης ψήφου θα την υποστεί το δεύτερο κόμμα.

Και σύμφωνα με τη συνολική αίσθηση των Ελλήνων πολιτών και όλες τις

δημοσκοπήσεις αυτό δεν θα είναι η N.Δ. Στο βάθος του ορίζοντα υφίσταται και το

σενάριο της «δεξιάς παρένθεσης» και οι φόβοι της ότι από το 2005 και πέρα θα

υπάρξει… αντιδεξιά πλειοψηφία που θα ελέγξει την εκλογή Προέδρου και θα

σχηματίσει ή στηρίξει νέα κυβέρνηση.

Το τελευταίο σενάριο δεν φαίνεται όμως να έχει προοπτική. Θα μπορούσε να

προκύπτει από μια διαφορετική προσέγγιση του ΠΑΣΟΚ για το δικομματικό πολιτικό

σύστημα και τις αυτοδύναμες κυβερνήσεις.

Το σημερινό ΠΑΣΟΚ μόνο μετέωρα βήματα με τον εκλογικό νόμο μπορεί να

πραγματοποιήσει και αλλαγές περιορισμένων προσδοκιών.

Το μείζον ζήτημα είναι η αλλαγή στρατηγικής στόχευσης και η ενσωμάτωση της

προοπτικής ότι για την Ελλάδα του 21ου αιώνα, για τον προοδευτικό

εκσυγχρονισμό και τον δημοκρατικό σοσιαλισμό είναι αναγκαίο ένα νέο μπλοκ

εξουσίας κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων. Και ως εμβρυουλκός μπορεί να

λειτουργήσει – όχι αποκλειστικά, γιατί το πρόγραμμα και οι πολιτικές παίζουν

τον εξίσου σημαντικό ρόλο – η απλή αναλογική.

Ο Δημήτρης Χατζησωκράτης είναι στέλεχος του Συνασπισμού.