Τα «δημόσια εσωτερικά σχολεία», όπως αυτό του Τσελτίκ – Σουγιού, όπου μετά τον

προχθεσινό σεισμό βρίσκονται ακόμη «εγκλωβισμένοι» δεκάδες μαθητές, έχουν

πάρει τη θέση τους στην τουρκική λογοτεχνία με τρία κλασικά πια μυθιστορήματα,

το «Ένα χωριό της Ανατολίας» του Μαχμούτ Μακάλ (1942), που υπάρχει και στα

ελληνικά, το «Χαμπαμπάμ Σινιφί» (Τάξη και μη χειρότερα) του Ριφάτ Ιλγκάζ

(1950) και το «Παρασίζ Γιατιλί» (Δωρεάν Οικότροφος) της Φουρουζάν (1971).

Ο θεσμός καθιερώθηκε στα 1930 με το άνοιγμα των «Ινστιτούτων του Χωριού» σε

είκοσι μία περιοχές της Τουρκίας, με σκοπό να μάθουν γραφή και ανάγνωση και να

αποκτήσουν ένα επάγγελμα τα παιδιά των αγροτικών περιοχών – δηλαδή, την εποχή

εκείνη, σχεδόν ολόκληρης της Τουρκίας. Αποτέλεσαν τεράστια εκπαιδευτική

μεταρρύθμιση σε μια χώρα όπου μόνο το 5% του πληθυσμού – κι αυτό του αστικού –

ήταν «εγγράμματο». Το ποσοστό του αναλφαβητισμού μειώθηκε δραστικά – σε 20% –

από τα πρώτα κιόλας χρόνια.

Τα Ινστιτούτα «μετεξελίχθηκαν» μετά το 1952 σε «δημόσια εσωτερικά σχολεία

βασικής και μέσης εκπαίδευσης». Από το 1992 λειτουργούν σε ολόκληρη την

Τουρκία – ειδικά σε απομακρυσμένες περιοχές – και δέχονται, κατόπιν εξετάσεων,

μαθητές που είτε είναι άποροι ή δεν έχουν σχολείο στην περιοχή τους, μπορούν

όμως να καταβάλλουν τα έξοδα στέγης και διατροφής τους.

Τέτοιο ήταν και το «δημόσιο εσωτερικό» της περιφέρειας Τσελτίκ – Σουγιού της

Μπίνγκιολ. Το κτίριο είχε παραδοθεί στο υπουργείο Παιδείας λίγο μετά τις 17

Αυγούστου 1999, όταν ο μεγάλος σεισμός είχε αφανίσει κάπου τριάντα χιλιάδες

ανθρώπους στην περιοχή του Μαρμαρά. Είχε 532 μαθητές, από τους οποίους οι 229

ήταν οικότροφοι και 198 από αυτούς κοιμόντουσαν στους κοιτώνες τα ξημερώματα

της Πρωτομαγιάς.

Είναι στην τουρκική μια ρήση που λέει ότι «ο χειμώνας δεν έρχεται στην Τουρκία

αν δεν χιονίσει στην Ιστανμπούλ». Ποιος ήξερε το Τσελτίκ – Σουγιού πριν από

σαράντα οκτώ ώρες και η «Χιλιόλιμνη» – έτσι θα μπορούσε να μεταφραστεί η

Μπίνγκιολ – είναι κάπου χίλια πεντακόσια χιλιόμετρα μακριά.

Κι ας έχει μακρά ιστορία. «Εκεί, ένας κυνηγός χτύπησε μια φορά ένα πουλί»,

έγραφε ο Τούρκος περιηγητής Εβλιά Τσελεμπί στα 1600. «Την ώρα που το

ξεπουπούλιαζε στη λίμνη, το πουλί ζωντάνεψε, πέταξε και χάθηκε στον ορίζοντα.

Έτσι φανερώθηκε πως το νερό της λίμνης ήταν «το νερό της ζωής». Η αποκάλυψη,

όμως, διέλυσε τα μάγια, η λίμνη χωρίστηκε σε χίλιες λίμνες και κανένας δεν

ξέρει ποια είναι η ζωοδόχος πηγή».

Η Τσαπακτσούρ, με το αρμενικό της όνομα, όπως ονομαζόταν η Μπίνγκιολ έως το

1945, χωρίζεται σήμερα σε επτά περιφέρειες με 328 χωριά, από τα οποία

κατάγονταν οι μαθητές του Τσελτίκ – Σουγιού. Το κτίριο είχε τόσο λίγο σίδερο,

που τα συντρίμμια του περιγράφονται σαν στάχτη από τσιμέντο και αμμοχάλικο. Τα

«δημόσια εσωτερικά» δεν θα μείνουν μόνο στη λογοτεχνία. Τώρα, θα γραφτούν και

στην ιστορία της τουρκικής κρατικής λοβιτούρας, δυστυχώς, με τον θάνατο

άγνωστου ακόμη – άλλοι λένε εξήντα, άλλοι εβδομήντα – αριθμού παιδιών ηλικίας

10 έως 16 ετών.