Ο πόλεμος διανύει τη δέκατη ημέρα του. Η Ουάσιγκτον και η Άγκυρα προσπαθούν να

κάνουν έναν ισολογισμό των «αμοιβαίων κακών εκτιμήσεων» που οδήγησαν τις

αμερικανοτουρκικές σχέσεις σε «κρίση», αλλά και να προχωρήσουν σε διόρθωση της

ρότας σημειώνει η χθεσινή «Ουάσιγκτον Ποστ» .

Τα κύρια στοιχεία της εικόνας που παρουσιάζουν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις

αυτήν τη στιγμή είναι τα εξής: η απόσυρση της τουρκικής κυβέρνησης σε δεύτερο

πλάνο στις διαπραγματεύσεις, η γνωστοποίηση από τον Τούρκο επιτελάρχη Χιλμί

Όζκιοκ ότι έχει κατά κάποιον τρόπο εγκαταλειφθεί η ιδέα της εισβολής του

τουρκικού στρατού στο Βόρειο Ιράκ και η φήμη περί προετοιμασίας «τρίτης

άδειας» που θα επιτρέπει «μόνο τη διέλευση αμερικανικών αρμάτων μάχης» και,

έναντι αυτών, η πρόταση χορήγησης στην Τουρκία βοήθειας ύψους ενός

δισεκατομμυρίου δολαρίων.

«Ήταν μεγάλο σφάλμα της Τουρκίας να μην επιτρέψει τη διέλευση των αμερικανικών

δυνάμεων για να ανοίξει το βόρειο μέτωπο στο Ιράκ, κάτι που θα μπορούσε να

οδηγήσει στην ταχεία επικράτηση των Αμερικανών» εκτίμησε, χθες, μιλώντας στο

Κογκρέσο, ο Πολ Γούλφοβιτς, υποστηρίζοντας συγχρόνως τη χορήγηση της

οικονομικής βοήθειας ύψους ενός δισεκατομμυρίου δολαρίων – όπως προβλέπεται

από τον πρόσθετο πολεμικό προϋπολογισμό του Τζορτζ Μπους -, γιατί «η περικοπή

της βοήθειας προς την Άγκυρα δεν είναι προς το συμφέρον των ΗΠΑ».

«Η Άγκυρα καταβάλλει τουλάχιστον τώρα προσπάθειες για να βοηθήσει τις ΗΠΑ,

επιτρέποντας τη χρήση του εναέριου χώρου της», είπε επίσης ο δεύτερος στην

ιεραρχία του Πενταγώνου, Πολ Γούλφοβιτς, επιβεβαίωσε, όμως, ότι η άρνηση της

Εθνοσυνέλευσης να δώσει άδεια διέλευσης είχε «μεγάλη σημασία για την εξέλιξη

του πολέμου». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν είχαμε μια τεθωρακισμένη μεραρχία

στο Βόρειο Ιράκ, το τέλος του πολέμου θα ήταν πιο κοντά».