«Όχι στον πόλεμο». Οι αφίσες είχαν ήδη κατακλύσει το Λονδίνο

Η αμφιθυμία δεν είναι χρήσιμο συναίσθημα στο κατώφλι του πολέμου, αλλά οι

αμφιβολίες μου για τη στρατιωτική δράση μετριάστηκαν ή μπερδεύτηκαν από τα

κείμενα διαφόρων Ιρακινών εξόριστων, καθώς και από τις μαρτυρίες εκείνων που

έχουν διωχθεί από το καθεστώς της Βαγδάτης. Στο σωστό πλαίσιο, θα μπορούσε να

είναι μια ηθική πράξη η ανατροπή διά της βίας του Σαντάμ και του φρικτού

περιβάλλοντός του και η απόδοση του Ιράκ στον λαό του. Λέγοντας σωστό πλαίσιο,

εννοώ μια απόπειρα να ξεκινήσει η διαδικασία για μια διευθέτηση του

παλαιστινιακού προβλήματος. Φυσικά, αυτό θα απαιτούσε αρχηγικές ικανότητες από

τις ΗΠΑ και αυτό είναι σήμερα μια μακρινή προοπτική.

Αλλά χωρίς μια τέτοια πρωτοβουλία και μετά τις επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου,

ολόκληρη η περιοχή είναι υπερβολικά ασταθής. Κοχλάζει από μίσος. Η αμοιβαία

έλλειψη κατανόησης ανάμεσα στον αραβικό κόσμο και στη Δύση βρίσκεται σε ένα

νέο ζενίθ. Μόλις τον περασμένο μήνα, ο Τύπος του Καΐρου επαναλάμβανε την

ιστορία ότι οι ΗΠΑ κατέστρεψαν οι ίδιες τους Δίδυμους Πύργους για να έχουν

πρόσχημα να επιτεθούν στο Ισλάμ.

Στο μεταξύ, η αμερικανική κυβέρνηση είναι αόριστη όσον αφορά τα σχέδιά της

μετά την εισβολή. Δεν έχει δεσμευτεί κατηγορηματικά ότι επιδιώκει ένα

δημοκρατικό Ιράκ. Αυτό δημιουργεί καχυποψία. Αλλά δεν μπορώ να πω ότι έχω

εντυπωσιαστεί και από τα επιχειρήματα του αντιπολεμικού κινήματος στη

Βρετανία. Τα ειρηνιστικά κινήματα είναι από τη φύση τους ανίκανα να επιλέξουν

το χειρότερο κακό και είναι τουλάχιστον κατανοητό ότι η εισβολή τώρα στο Ιράκ

θα σώσει περισσότερες ζωές απ’ ό,τι η απραξία. Η αποτυχία του κινήματος να

ενδιαφερθεί γι’ αυτό ή να ασχοληθεί με τους Ιρακινούς εξόριστους συνιστά ηθική

υπεκφυγή. Ακούω συνεχώς τις υψωμένες φωνές των ίδιων ανθρώπων που προτιμούσαν

να αφήσουν τους Ταλιμπάν στην εξουσία και που ήταν έτοιμοι να αφήσουν τους

Κοσοβάρους να σαπίζουν στους καταυλισμούς τους στα σύνορα της πατρίδας τους

και τον γενοκτονικό σερβικό εθνικισμό να κάνει ό,τι θέλει. Γιατί θα πρέπει να

ακούσουμε αυτές τις φωνές τώρα; Πολλοί περισσότεροι θα είχαν υποφέρει, αν δεν

είχε γίνει τίποτε. Ένα άλλο κενό επιχείρημα που ακούω είναι πως δεν είναι

συνεπές να επιτεθούμε στο Ιράκ επειδή δεν επιτιθέμεθα στη Βόρεια Κορέα, στη

Σαουδική Αραβία και στην Κίνα. Στο οποίο απαντώ, καλύτερα τρεις δικτατορίες

παρά τέσσερις.

Τα γεράκια έχουν το μυαλό μου, τα περιστέρια την καρδιά μου. Αν με πιέσουν, θα

προσμετρήσω τον εαυτό μου στο στρατόπεδο των τελευταίων. Και όμως η αμφιθυμία

μου παραμένει.

Ο Ίαν Μακ Γιούαν είναι Βρετανός συγγραφέας. Το πλήρες άρθρο του

πρωτοδημοσιεύτηκε στο Ίντερνετ, στην ιστοσελίδα OpenDemocracy (www.opendemocracy.net).