Δύο διαφορετικές χώρες, δύο διαφορετικές κυβερνήσεις, ένα κοινό πρόβλημα: η

τρομοκρατία. Μαθήματα στον πρόεδρο Μπους θα μπορούσαν να δώσουν οι επιτυχίες

της ελληνικής Πολιτείας στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη, σύμφωνα με τον

Αμερικανό αρθρογράφο Ουίλιαμ Πφαφ.

Μπους – Σημίτης στις 10.1.2002, στον Λευκό Οίκο. Ο Αμερικανός πρόεδρος

προστατεύει τις ΗΠΑ από την τρομοκρατία, με πρωτόγνωρα μέτρα. Η ελληνική

κυβέρνηση εξαρθρώνει τη 17Ν με όλους τους κανόνες της δημοκρατίας και του

δικαίου

Από τον περασμένο Σεπτέμβριο, η κυβέρνηση Μπους έχει θέσει σε ισχύ μέτρα

πρωτόγνωρα από την εποχή των Παγκοσμίων Πολέμων και του Εμφυλίου Πολέμου –

καθώς και μέτρα που δεν έχουν προηγούμενο στην αμερικανική συνταγματική

ιστορία – για να προστατεύσει τις ΗΠΑ από την τρομοκρατία.

Το habeas corpus – η υποχρέωση της Πολιτείας να εκδίδει ένταλμα για την

προσαγωγή πολιτών – έχει ανασταλεί για τους κατοίκους ή τους επισκέπτες των

ΗΠΑ που είναι μεσανατολικής καταγωγής, για τους κρατουμένους του Γκουαντάναμο

και για τους Αμερικανούς πολίτες, τους οποίους ο πρόεδρος έχει χαρακτηρίσει

«εχθρικούς μαχητές». Ο υπουργός Δικαιοσύνης προτείνει στους Αμερικανούς να

καταγγέλλουν ο ένας τον άλλο στο κράτος για ύποπτη ανατρεπτική δράση ή

διασυνδέσεις. Αυτό φυσικά θυμίζει τα χρόνια του μακαρθισμού. Όμως, ο Τζόζεφ

Μακάρθι ήταν γερουσιαστής και δημαγωγός και όχι μέλος της κυβέρνησης.

Η κυβέρνηση Μπους επιθυμεί να «επανεξετάσει» τη χρήση του αμερικανικού στρατού

για την επιβολή της τάξεως στους πολίτες – κάτι το οποίο έχει να συμβεί από

την εποχή της ανασυγκρότησης μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο και που, εξαιτίας της

κατάχρησης εξουσίας που έγινε τότε, απαγορεύθηκε από το Κογκρέσο το 1878.

Όλη αυτή η πομπώδης επέκταση της συγκεντρωτικής κρατικής εξουσίας από την

κυβέρνηση Μπους παρουσιάζεται ως αναγκαία αντίδραση στη «διεθνή τρομοκρατία».

Από Ξηρού άρξασθαι!

Ας εξετάσουμε τώρα το παράδειγμα της Ελλάδας, η οποία χαρακτηριζόταν από το

Στέιτ Ντιπάρτμεντ ως η ευρωπαϊκή χώρα που αντιμετώπιζε τη μεγαλύτερη

τρομοκρατική απειλή.

Στις 29 Ιουνίου, στον Πειραιά, μία βόμβα εξερράγη τραυματίζοντας σοβαρά τον

άνθρωπο που την κρατούσε. Αποδείχθηκε ότι ήταν ένας 40χρονος αγιογράφος. Τα

δακτυλικά του αποτυπώματα ταίριαζαν με εκείνα που είχαν βρεθεί σε αυτοκίνητο

το οποίο είχε χρησιμοποιηθεί για τη δολοφονία ενός Έλληνα επιχειρηματία, το

1997. Είχε στην κατοχή του ένα πιστόλι, το οποίο είχε κλαπεί από αστυνομικό

στη διάρκεια ληστείας, το 1984. Στο διαμέρισμά του βρέθηκε εξοπλισμός για την

κατασκευή βομβών.

Τα στοιχεία οδήγησαν την Αστυνομία και σε άλλο διαμέρισμα. Εκεί, βρέθηκε ένα

αυτόματο πιστόλι, το οποίο οι αστυνομικοί πιστεύουν ότι χρησιμοποιήθηκε σε

άλλους έξι φόνους από τους τρομοκράτες. Ο αδελφός τού βομβιστή ομολόγησε ότι

έλαβε μέρος στη δολοφονία Έλληνα εκδότη και ενός αστυνομικού το 1985, ενός

βιομηχάνου το 1986, του ναυτικού ακολούθου στην αμερικανική πρεσβεία το 1988

και ενός Αμερικανού λοχία το 1991. Άλλοι συγγενείς και φίλοι, οι οποίοι

εμπλέκονταν σε παρόμοιες τρομοκρατικές ενέργειες, συνελήφθησαν επίσης.

23 δολοφονίες

Η Ελληνική Αστυνομία τώρα πιστεύει ότι έχει στα χέρια της τα περισσότερα μέλη

της οργάνωσης 17 Νοέμβρη, η οποία έδρασε 27 χρόνια, και πήρε το όνομά της από

φοιτητική εξέγερση εναντίον της υποστηριζόμενης από την Αμερική στρατιωτικής

δικτατορίας του 1967, η οποία έθεσε την Ελλάδα υπό στρατιωτικό καθεστώς για

μια επταετία.

Η 17 Νοέμβρη βαρύνεται με 23 δολοφονίες από το 1975 – όλες στο πλαίσιο της

υποτιθέμενης πάλης κατά του ιμπεριαλισμού. Τα μέλη της μέχρι τώρα

υπολογίζονται σε περίπου είκοσι – τα περισσότερα από αυτά με οικογενειακούς ή

φιλικούς δεσμούς μεταξύ τους.

Ο φερόμενος ως ηγέτης της οργάνωσης Αλέξανδρος Γιωτόπουλος είναι γιος

τροτσκιστή της δεκαετίας του 1930. Παρέμεινε στο εξωτερικό μετά τη χούντα.

Οικογενειακή υπόθεση

Ένα τρομοκρατικό κίνημα που εθεωρείτο μεταξύ των πιο επικίνδυνων στην Ευρώπη

μοιάζει τώρα να είναι μια οικογενειακή υπόθεση – μαζί με μερικούς φίλους.

Αυτό είναι συμβατό με το ιστορικό άλλων αριστερών τρομοκρατικών οργανώσεων

στην Ιταλία, τη Γερμανία, τη Γαλλία και αλλού, όπου συνήθως μικρές ομάδες

ανθρώπων σχηματίζονταν με βάση περιστασιακές καταστάσεις, σχολικές εμπειρίες

και ιδεολογία.

Αυτή η ελληνική ιστορία είναι δευτερεύουσα για τον διεθνή Τύπο και δεν

αποτελεί καθόλου είδηση για τον αμερικανικό Τύπο, αν εξαιρέσουμε τον

νεοϋορκέζικο.

Είναι πολύ κρίμα, επειδή θα μπορούσε να διδάξει στους Αμερικανούς κάτι για την

τρομοκρατία, όπως είναι πραγματικά αυτή, με τους πραγματικούς πρωταγωνιστές

της και με τις πραγματικές της διαστάσεις. Το μάθημα είναι ότι πρέπει να έχει

κανείς την αίσθηση της ισορροπίας όσον αφορά την τρομοκρατία. Αν δεν την

έχεις, τότε το πρόβλημα μπορείς να γίνεις εσύ και όχι η τρομοκρατία.