Στις 5 Μαΐου η Γαλλία κατόρθωσε να ξεπλύνει, σε μεγάλο βαθμό, την ντροπή του

πρώτου γύρου της 21ης Απριλίου. Παρ’ όλα αυτά, είναι σίγουρο πως θα χυθεί πολύ

μελάνι ακόμα ώστε να εξηγηθούν όσα συνέβησαν στον πρώτο γύρο των γαλλικών

προεδρικών εκλογών.

Άλλωστε, τόσο η άνοδος της Ακροδεξιάς όσο και η κάμψη των δυνάμεων της

Αριστεράς και της Κεντροαριστεράς φαίνεται πως αποτελούν φαινόμενα τα οποία,

με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, συναντώνται, το τελευταίο διάστημα, σε όλη την

Ευρώπη. Ως εκ τούτου, τα ερμηνευτικά σχήματα που θα προταθούν τελικά για τη

γαλλική περίπτωση πρέπει να έχουν ευρύτερο ορίζοντα και γενικότερη εφαρμογή.

Βέβαια, στην Ελλάδα η γαλλική 21η Απριλίου δεν έγινε αφορμή αναζήτησης τέτοιων

ερμηνευτικών σχημάτων (όσα, άλλωστε, προτάθηκαν ήταν απελπιστικά φτωχά), αλλά

ανταλλαγής απελπιστικά ρηχών διαξιφισμών μεταξύ των κομμάτων.

Εκτός αυτού όμως, σημειώθηκε και μια αρκετά εκτεταμένη συναίνεση γύρω από την

πεποίθηση ότι η δική μας 21η Απριλίου αποτελεί απώτατο παρελθόν για τη χώρα.

Συναίνεση η οποία περιελάμβανε και την πίστη για τον ευεργετικό χαρακτήρα που

έχει για το ελληνικό πολιτικό σύστημα η απουσία αξιόλογης αυτόνομης

Ακροδεξιάς.

Όπως συμβαίνει στις περισσότερες από τις περιπτώσεις όπου σημειώνεται τέτοιου

είδους συναίνεση, η μεν πρώτη και ευρύτερη εδραζόταν σε λάθος στοιχεία, αν όχι

σε μύθους, η δε δεύτερη και συγκεκριμένη είναι πολύ συζητήσιμη. Θα αρκούσαν,

ίσως, ως απάντηση στην «πρώτη» συναίνεση τα ευρήματα πρόσφατης δημοσκόπησης

της Kapa Research, σύμφωνα με τα οποία άνω του 20% των Ελλήνων θεωρεί ότι η

δικτατορία της 21ης Απριλίου έκανε καλό στη χώρα.

Μπορεί από τη δική μας 21η Απριλίου να έχουν περάσει πολλά χρόνια, αυτό όμως

δεν σημαίνει ότι την έχουμε αφήσει πολύ πίσω. Αντίθετα, πολλά – πέραν της

δημοσκόπησης – δείχνουν ότι έχει αφήσει τα αποτυπώματά της, τα οποία δεν έγινε

μεγάλη προσπάθεια να σβηστούν.

Από την εθνικιστική έκρηξη της δεκαετίας του ’90 ώς τα αξιακά ευρήματα άλλων

δημοσκοπήσεων και από το πανευρωπαϊκό ρεκόρ ξενοφοβίας ώς τη σύγκρουση περί

ταυτοτήτων και τον λόγο του κ. Χριστοδούλου ή το Πάσχα (μέρες που ‘ναι) των

πολιτικών εν τω στρατεύματι, όλα δείχνουν ότι πολλά απ’ όσα αποτέλεσαν σκληρό

πυρήνα αξιακών και ιδεολογικών αντιλήψεων της 21ης Απριλίου δεν αποδομήθηκαν

στη μεταπολίτευση – παρά μόνο επιφανειακά – με αποτέλεσμα να κάνουν την

επανεμφάνισή τους.

Όσον αφορά δε την πίστη η οποία υπάρχει στο πλαίσιο αυτής της ευρύτερης

συναίνεσης, είναι λίαν αμφισβητήσιμη. Σύμφωνα μ’ αυτήν είναι θετικό ότι οι

όποιες ακροδεξιές φωνές παραμένουν στο πλαίσιο άλλων μεγάλων πολιτικών

σχηματισμών – και ιδίως της Ν.Δ. – διότι με τον τρόπο αυτό διατηρούνται υπό

έλεγχο.

Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα ή μήπως είναι αυτές που – εν τινι μέτρω – θέτουν

υπό έλεγχο τη συνολικότερη φυσιογνωμία του σχηματισμού; Για παράδειγμα, στο

Γιουγκοσλαβικό, την υπόθεση Οτσαλάν, την επίσκεψη Κλίντον ή ακόμα και στην

πρώτη φάση μετά το τρομοκρατικό χτύπημα της 11ης Σεπτεμβρίου, ήταν η ηγεσία

της Ν.Δ. ή τα στελέχη της τα οποία συμμετείχαν στο «φαιοκόκκινο» μέτωπο, που

έδιναν τον τόνο όσον αφορά τη στάση του κόμματος; Προφανώς και καταφανώς ήταν

τα στελέχη της που εμπνέονταν ιδεολογικά, αν δεν συμμετείχαν ή «καθοδηγούνταν»

οργανωτικά στο «Δίκτυο 21», αυτά τα οποία κυριάρχησαν και έδωσαν τον τόνο.

Αν κανείς συνυπολογίσει στο συγκεκριμένο φαινόμενο αυτό που αναφέραμε ως

ακροδεξιά αποτυπώματα στο αξιακό και ιδεολογικό υπόστρωμα της ελληνικής

κοινωνίας, το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο. Φτάνουμε, μάλιστα, να καθορίζονται

ως και κεντρικά συνθήματα. Είναι άραγε τυχαίο ότι το κορυφαίο λεπενικό σύνθημα

(«πρώτα η Γαλλία») μεταφρασμένο ελληνικά – πρώτα η Ελλάδα – αποτέλεσε το

κεντρικό σύνθημα ακόμα και στο πρόσφατο Συνέδριο του ΠΑΣΟΚ, το οποίο,

υποτίθεται, συγκλήθηκε για να διασφαλίσει την «εκσυγχρονιστική» κυριαρχία;

Εν ολίγοις, παρότι πολλοί πιστεύουν ότι η χώρα είναι εμβολιασμένη για

το…μικρόβιο της Ακροδεξιάς, η απουσία αυτόνομης ακροδεξιάς έκφρασης κάθε

άλλο παρά μας διασφαλίζει. Άλλωστε, η 21η Απριλίου – και μετά τις γαλλικές

εκλογές – εξακολουθεί να μας… ανήκει.

Ο δημοσιογράφος Θανάσης Γεωργακόπουλος είναι στέλεχος της Ανανεωτικής

Εκσυγχρονιστικής Κίνησης της Αριστεράς